Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε αφιερώσει αρκετά άρθρα στο πώς η Σαντορίνη έγινε από κραταιά δύναμη του ελληνικού τουρισμού, μια βασίλισσα σε πτώση, που έχει χάσει τη λάμψη της. Αυτό όμως το γράψαμε από τη σκοπιά της σύγκρισης των τουριστών του παρελθόντος σε σχέση με αυτούς που υπολογίζεται ότι θα έχει φέτος το νησί.

Κι αυτή η σκοπιά είναι παντελώς λανθασμένη. Γιατί η Σαντορίνη δεν είναι ένα νησί που είχε 10 τουρίστες και φέτος θα γίνουν 6. Είχε κοντά στο εκατομμύριο κάθε καλοκαίρι και τώρα θα υπάρξει πτώση αρκετών δεκάδων χιλιάδων. Ακόμα κι αν το νησί πάει στους 700.000, δηλαδή χάσει ένα 30%, είναι τόσο μεγάλη η ζημιά;

Πάλι, η οπτική παίζει ρόλο. Με βάση τις επενδύσεις που έγιναν στο νησί, τον αφανισμό αρώσιμων εκτάσεων για να ανεγερθούν κτήρια, επενδύσεις που έγιναν με βάση το 1 εκατομμύριο, ναι, η ζημιά θα είναι μεγάλη.

Αλλά αν το δούμε με κάτι πολύ πιο σημαντικό κατά νου, την βιωσιμότητα του νησιού και των ανθρώπων που ζουν εκεί 12 μήνες το χρόνο, όχι 10 μέρες ή 6 μήνες, τότε δεν υπάρχει ζημιά, αλλά ευλογία.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του άμεσου μέλλοντος στη Σαντορίνη: Τι θα φέρει ο υπερτουρισμός που δεν αναχαιτίστηκε (vid)

Η Σαντορίνη πρέπει να ανασάνει, πρέπει να υπάρξει αποσυμφόρηση και να καταλήξει σε χαμηλότερα νούμερα, ίσως πιο χαμηλά κι από τις 700-750.000 τουριστών που υπολογίζεται ότι θα είναι το κατώτερο της φέτος.

Το θετικό είναι πως εδώ και καιρό οι άνθρωποι που ζουν εκεί, έχουν αντιληφθεί ότι χρειάζεται να σταθούν εμπόδιο σε ζητήματα όπως η εκτός σχεδίου δόμηση και φαίνεται να γνωρίζουν τι λάθη έκαναν στο παρελθόν, επηρεασμένοι από την οικονομική ευμάρεια.

Μάλιστα, σε ανοιχτή συζήτηση που έγινε στο νησί, και την οποία ανέδειξε το Sustainable Cyclades, τεθηκαν σε διαβούλευση αρκετά ενδιαφέροντα ζητήματα, εμείς όμως θα σταθούμε σε κάτι που αφορά άμεσα τη Σαντορίνη, τη Μύκονο και μερικά ακόμα δημοφιλή νησιά, αλλά σε 3-4 χρόνια θα είναι πρόβλημα όλης της Ελλάδας.

Ο υπερτουρισμός έστειλε εργατικό δυναμικό στα τουριστικά επαγγέλματα στη Σαντορίνη και «αποψίλωσε» τα αγροτικά χέρια

Ο υπερτουρισμός έφερε πολύ χρήμα. Κι οι άνθρωποι, ειδικά στην Ελλάδα, θέλουν να έχουν μια δουλειά με πολύ καλές απολαβές για να ζήσουν μια καλή ζωή. Αν αυτή έρχεται από τις σεζόν σε νησιά και τα 6μηνα «οικοδομής» με 1 ή και κανένα ρεπό την εβδομάδα, το κάνουν. Για χρόνια λοιπόν, γαλουχήθηκε μια τέτοια νοοτροπία και η μετατόπιση τόσων ανθρώπων προς εποχικές δουλειές, αφαίρεσε εργατικό δυναμικό από άλλους τομείς, κυρίως όμως από τις καλλιέργειες, από τη γεωργία στα νησιά.

Σκεφτείτε ανθρώπους να δουλεύουν 6 μήνες σεζόν σε ένα ξενοδοχείο στη Σαντορίνη και μετά να καλούνται να επανέλθουν στη δουλειά τους στη γη, έχοντας ελάχιστες σωματικές αντοχές. Υπάρχει κενό και το κενό μεγαλώνει.

Στη Σαντορίνη αυτό το κενό θα αρχίσει να φαίνεται στην αμπελουργία, που είναι το βασικό κομμάτι στον πρωτογενή τομέα, με τα κρασιά του νησιού να είναι ξακουστά και στο εξωτερικό. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του νεοσύστατου Συνδέσμου Οινοποιών Σαντορίνης, κ. Πέτρος Βαμβακούσης, που είναι μάνατζερ στο Οινοποιείο Βενετσάνος, σύμφωνα με μοντέλα που έχουν τρέξει με δικά τους εργαλεία στον Σύνδεσμο, είναι πολύ πιθανό το 2042 η παραγωγή να είναι μηδενική.

Αυτό δεν θα είναι προϊόν μόνο της έλλειψης χεριών, αλλά ένας συνδυασμός έλλειψης χεριών με κλιματική κρίση που θα επηρεάσει το έδαφος του νησιού και την ανθεκτικότητα των καλλιεργειών. Φέτος για παράδειγμα, ο χειμώνας και το φθινόπωρο ήταν πολύ ήπια και οι βροχές ελάχιστες.

Στη συζήτηση που είχαμε με τον κ. Βαμβακούση, η πτώση και η πορεία προς το μηδέν για την αμπελουργία, έχει ήδη ξεκινήσει. Από τους 3.000 τόνους σταφύλι το 2022, η παραγωγή έπεσε το 2023 στους 1.000 τόνους και κάπου εκεί θα κινηθεί και το 2024. Γιατί συμβαίνει αυτό;

«Στη Σαντορίνη υπάρχουν 10.000 στρέμματα που καλλιεργούνται με τον παραδοσιακό τρόπο, το πρόβλημα έγκειται στο πώς είναι δομημένη η παραγωγή, το ανθρώπινο στοιχείο έχει αστάθεια, αστάθεια έχουν και οι καιρικές συνθήκες, ο αμπελώνας είναι γερασμένος», μου εξηγεί ο κ. Βαμβακούσης.

Πόσο μεγάλη θα είναι η ζημιά αν όντως δούμε μηδενική παραγωγή το 2042; Τεράστια, ανυπολόγιστη, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν στα χέρια τους οι οινοποιοί στη Σαντορίνη.

«Το καλύτερο κρασί που βγάζει η Ελλάδα, είναι το σαντορινιό ασσύρτικο, είναι ποικιλία που δημιουργεί την τάση στην αγορά. Μαζί με το ασσύρτικο, θα πουληθεί και το αγιωργίτικο της Νεμέας, όλες οι 4 τοποποικιλίες. Η Σαντορίνη είναι που τα ανεβάζει προς τα πάνω. Αυτό το κρασί θα συναντήσει κανείς στη Νέα Υόρκη, το Τορόντο, το Ντουμπάι κ.α. Όλα σχεδόν τα καλά εστιατόρια στον κόσμο έχουν ένα σαντορινιό ασσύρτικο. Πάμε σε έναν τζίρο γύρω στα 5.5 εκατομμύρια ευρώ.

Το προϊόν αποκτά μετά μια προστιθέμενη αξία και πουλώντας περίπου 1 εκατομμύριο μπουκάλια, όχι μόνο της φετινής χρονιάς, αλλά και παλαιωμένα, όπως το Vinsanto, ανεβαίνουν τα έσοδα στα 18 εκατομμύρια, με την τιμή του μπουκαλιού στα 18 ευρώ. Αν βάλουμε όλα τα ενδιάμεσα και συμπαρομαρτούντα, πάμε σε έναν συνολικό τζίρο κοντά στα 25 εκατομμύρια ευρώ».

Η πρόληψη είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Υπάρχει όμως διάθεση από τον κόσμο, υπάρχει μια συστράτευση ή φωνές όπως του κ. Βαμβακούση είναι «φωνή βοώντος εν τη ερήμω»;

«Είμαι πάντα αισιόδοξος, θεωρώ ότι είναι σημαντικό να προλάβουμε την καταστροφή. Αν έρθει, μετά δεν επανέρχεται. Γι’ αυτό λέμε τώρα για συστράτευση, ώστε να υπάρξει ένα μέλλον σε όλο αυτό.

Υπάρχει μια γενική αντίληψη για το ότι ο τουρισμός δεν είναι μόνο θετικό, υπάρχει μια περιβαλλοντική αντίληψη. Είναι όμως οι λίγοι εναντίον των πολλών, η συζήτηση στρέφεται στην κόντρα ξενοδόχων-Airbnb. Ο κόσμος δεν έχει καταλάβει ότι η Σαντορίνη πρέπει να πει τέλος σε νέες ανεγέρσεις. Μόνο ανακαινίσεις και τίποτα παραπάνω. Οτιδήποτε πωλείται σήμερα σαν ακίνητο, γίνεται με τη μορφή οικοπέδου κι όχι αγροτικής έκτασης.

Προεδρικό διάταγμα του 2012 προσπάθησε να προστατεύσει τη γη υψηλής παραγωγικότητας, ώστε να μη χτιστεί, αλλά στην Ελλάδα τα βρίσκουμε πάντα τα παραθυράκια. Γι’ αυτό χτυπάμε το καμπανάκι για την πορεία που έχουμε πάρει, εμείς οι οινοποιοί, η πολιτεία, όσοι επενδύουν στο νησί, πιέζουν πολύ την κατάσταση».

Είμαι της άποψης πως όπου ο κόσμος δεν καταλαβαίνει, πρέπει να επιβάλλεται ένας απόλυτος νόμος και να αναγκάζεται ο άνθρωπος από φόβο να ακολουθήσει μια διαδικασία, μέχρι να κατανοήσει πως είναι το σωστό. Σε αυτό, χρειάζεται οι αιρετοί άρχοντες να πάρουν εκείνες τις αποφάσεις, χωρίς να νοιαστούν για το αν διακινδυνεύουν το πολιτικό τους μέλλον. Στη Σαντορίνη υπάρχει αυτή η προοπτική;

«Ο δήμαρχος Σαντορίνης είναι και ιδιοκτήτης του οινοποιείου Βενετσάνος. Τον ενδιαφέρει ο πρωτογενής τομέας γιατί τον κληρονόμησε από τους προγόνους του. Έχει να αντιμετωπίσει πολλά και οργανωμένα συμφέρονται, αλλά δεν έχει σκοπό να παραδώσει τα όπλα. Τον ενδιαφέρει το μέλλον του νησιού.

Επίσης, ο Μάρκος Καβούρος, ένας από τους 4 βουλευτές των Κυκλάδων, είναι γεωπόνος, έχει βοηθήσει ώστε η πολιτεία να σταθεί δίπλα μας, να μας στηρίξει. Το θέμα είναι να καταφέρουμε κι εμείς ως κλάδος οινοποιών να ζητήσουμε αυτά που πρέπει τεκμηριωμένα, για να πάρουμε τη βοήθεια. Για παράδειγμα, θα πρέπει το νερό των βιολογικών πηγών να μην πηγαίνει στη θάλασσα, αλλά στις καλλιέργειες.

Ως συμπλήρωμα, για το νερό που δεν έφεραν οι βροχές, ώστε να εμπλουτιστεί και ο υδροφόρος ορίζοντας. Αυτό είναι ένα τεράστιο πρότζεκτ. Ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε δεν είναι καινούργιος, δεν τον ανακαλύψαμε εμείς. Είναι γνωστό μονοπάτι από μέρη άλλων χωρών που το έχουν ήδη κάνει. Η τεχνολογία είναι εδώ, έτοιμη.

Πρέπει να βρούμε τον τρόπο να τις εφαρμόσουμε. Η τεχνολογία έχει προχωρήσει και στο θέμα της θρέψης των φυτών. Δε μπορούμε να χρησιμοποιούμε ακόμα λιπάσματα του 20ου αιώνα. Υπάρχουν νέα λιπάσματα που προσφέρουν μια φυσική ισορροπία σε όλα τα εμπλεκόμενα σημεία».

Ποιο είναι το Νο1 πρόβλημα, επομένως, για τη Σαντορίνη; Μα φυσικά, ο υπερτουρισμός, η Έχιδνα των νησιών.

«Σίγουρα ότι υπάρχει ένα πολύ δυνατό τουριστικό κομμάτι που έχει τόσα πολλά παρακλάδια, αυτό παραγκωνίζει τον πρωτογενή τομέα, τον μετατρέπει σε πάρεργο. Ο περισσότερος κόσμος στρέφεται στην πιο προσοδοφόρα, την πιο σίγουρη δουλειά. Βέβαια, ο τουρισμός δεν είναι κι αυτός σίγουρος. Ο κόσμος όμως δεν ψήνεται να μοχθεί για το αμπέλι. Παρ’ όλα αυτά, για να υπάρχει η ισορροπία στην οικονομία, πρέπει να στηρίζεται σε περισσότερες βάσεις. Δυστυχώς, ο τουρισμός δεν είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας».

Οι σκέψεις στους «τελευταίους των Μοϊκανών» είναι πολλές. Έχουν σκεφτεί το ενδεχόμενο να καλλιεργήσουν καρπούς ανθεκτικούς σε πιο θερμές συνθήκες, ξηροθερμικές, όπως το dragon fruit που είναι και ένας πολύ ακριβός καρπός. Αλλά αυτό είναι το έσχατο σενάριο. Δεν θα ήθελαν οι άνθρωποι να φτάσουν εκεί. Γι’ αυτό και είναι εξέχουσας σημασίας να εμπνευστούν οι νέες γενιές να σεβαστούν το περιβάλλον, τις αντοχές του τόπου και να αγαπήσουν τον πρωτογενή τομέα.

«Έχουμε συζητήσει να φτιαχτεί ένας χώρος στη Σαντορίνη που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εκπαίδευση, για σεμινάρια, για να εμπνεύσει νέους ανθρώπους, μεταπτυχιακούς φοιτητές της αμπελουργίας, ώστε να θελήσουν να ασχοληθούν και να μην το παρατήσουν για να πάνε στον τουρισμό. Έχουν μπει σε ένα τραπέζι όλες οι ιδιαιτερότητες και προτάσεις για τα επόμενα μας βήματα. Αυτή τη στιγμή πρέπει να αποδείξουμε πως αν μας στηρίξει η πολιτεία, μπορούμε να παράξουμε το έργο που έχουμε».

Βλέπουμε φέτος πως άλλα νησιά μπαίνουν στις ράγες για να ακολουθήσουν τα χνάρια της Σαντορίνης. Την Τήνο μου ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βαμβακούσης, ένα νησί που έχει στοιχεία κοντινά στη Σαντορίνη. Αν μπορούσε να πει κάτι στους ανθρώπους του νησιού, αλλά και σε όλους τους κατοίκους νησιών που γλυκοκοιτάζουν τη Σαντορίνη, θα ήταν το εξής:

«Ελπίζω ότι τα νησιά που δεν έχουν αναπτυχθεί τόσο τουριστικά, θα πάρουν μαθήματα προς αποφυγή από αυτό που έζησε η Σαντορίνη. Δεν θέλουμε πολύ κόσμο. Θέλουμε λίγο κόσμο και καλό. Τα κυκλαδονήσια τέτοιου μεγέθους, δε μπορούμε να τα διαχειριστούμε. Σήμερα στο λιμάνι βλέπω 3 μεγάλα κρουαζιερόπλοια. Αυτά θα βγάλουν 6.000 επιβάτες. Πού θα πάνε, με ποιον τρόπο θα ανέβουν και θα κατέβουν στο νησί. Τα νούμερα εκφράζουν τη δυνατότητα που έχει ή δεν έχει κάποιος. Εγώ θα έλεγα ότι δε χρειαζόμαστε τέτοια μεγέθη. Αυτοί οι άνθρωποι μόνο όχληση θα φέρουν και δε θα μείνουν και οι ίδιοι ευχαριστημένοι».

Πέρα λοιπόν από την πολεοδομική αλλοίωση του νησιού, πέρα από τη μείωση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, πέρα από την μετατροπή της σε «Αθήνα», η Σαντορίνη, είναι εξαιρετικά πιθανό, να κληθεί να αντιμετωπίσει στο μέλλον την εξαφάνιση ενός εκ των πιο φημισμένων προϊόντων της, που συνεισφέρει τρομερά στην οικονομία και μέσω των εξαγωγών, αλλά και του οινοτουρισμού.

Όσο λοιπόν κάποιοι θα πανηγυρίζουν φέτος για τους πολλούς τουρίστες και την δημοφιλία, όχι μόνο στη Σαντορίνη αλλά και σε άλλα νησιά, καλό είναι να δουν την περίπτωση της Σαντορίνης και να προλάβουν το κακό του υπερτουρισμού, πριν φτάσουν στο σημείο που βρίσκεται το διασημότερο ελληνικό νησί.