Έχουμε ακούσει για τα παραθυράκια του νόμου, αλλά στην περίπτωση αυτού του Βραζιλιάνου μετανάσταση που έμεινε στο ξενοδοχείο New York Hotel για 5 χρόνια χωρίς να πληρώσει ούτε δολάριο, όλα τα παραθυράκια του νόμου υποκλίνονται.

Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Μίκι Μπαρέτο είχε κάνει κράτηση του δωματίου 2565 με τον σύντροφό του Μάθιου Χάναν πίσω στο 2018, το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς. Το New York Hotel ανεγέρθη στη δεκαετία του ’30 και ήταν τότε το μεγαλύτερο στις ΗΠΑ και το 2ο μεγαλύτερο ξενοδοχείο στον κόσμο. Το 1976 το αγόρασε ο Αιδεσιμότατος Μουν, ένας Κορεάτης αιρετικός, και το χρησιμοποίησε ως το αρχηγείο της αίρεσης.

Ο Μπαρέτο με τον φίλο του έμειναν σε ένα μικρό δωμάτιο, το κόστος του οποίου ήταν στα 200 δολάρια τη βραδιά. Θα έμεναν για ένα βράδυ. Στην πορεία της διαμονής τους όμως εκεί, καθότι μετανάστης ο Μίκι, έψαχναν τρόπο για να δουν πώς μπορούν να μείνουν στο ξενοδοχείο λίγο παραπάνω χωρίς να πληρώσουν ξανά τόσα λεφτά.

Η σκέψη αυτή είχε προκύψει μετά από ένα fun fact που είχε αναφέρει ο Χάναν σε μια συζήτηση, πως υπάρχουν νόμοι στη Νέα Υόρκη που σου επιτρέπουν να μείνεις χωρίς πολλά έξοδα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου και να θεωρείσαι ενοικιαστής. Και το δωμάτιο να λογίζεται ως διαμέρισμα και όχι ως δωμάτιο.

Ένας νόμος του 1968 άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για το ξενοδοχείο

Ψάχνοντας λοιπόν, βρήκαν έναν νόμο που όριζε ότι για κτήρια που έχουν ανεγερθεί πριν το 1969, τα δωμάτια θα μπορούσαν να υπενοικιαστούν με την υποχρέωση των διαμενόντων να είναι η πληρωμή 88 δολαρίων την εβδομάδα. Άρα, με περίπου 360 ευρώ να έμεναν έναν μήνα κι όχι λιγότερο από δύο βράδια, διάστημα που αντιστοιχεί στην ξενοδοχειακή τιμή του δωματίου.

Το μόνο που χρειαζόταν να κάνουν, ήταν να αιτηθούν στο ξενοδοχείο τη διαμονή τους με τη μορφή leasing και το ξενοδοχείο ήταν υποχρεωμένο να το αποδεχτεί σε αυτή την μειωμένη τιμή και όχι στα 200 δολάρια το βράδυ.

Αφού ο Μπαρέτο και ο Χάναν επιβεβαίωσαν πως το ξενοδοχείο ανήκε στη λίστα των κτηρίων εκείνων που υπόκεινται σε αυτόν τον νόμο, το επόμενο κιόλας πρωί πήγε στη ρεσεψιόν και έκανε το αίτημά του. Δεν έγινε δεκτό προφανώς και τον ενημέρωναν πως θα έπρεπε να αποχωρήσει μέχρι το απόγευμα.

Τύπος έμενε για 5 χρόνια δωρεάν σε ξενοδοχείο, συστηνόταν ως ιδιοκτήτης, διεκδίκησε και 15 εκατομμύρια!
Νοέμβριος του 1929, όταν ανεγέρθη το ξενοδοχείο

Ο Μπαρέτο δεν μετακίνησε κανένα αντικείμενο, αλλά πήγε στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης, στο τμήμα της στέγασης στο κάτω Μανχάταν και έκανε μήνυση στο ξενοδοχείο. Ήταν 22 Ιουνίου όταν ο Μπαρέτο κατέθεσε μήνυση τριών σελίδων στην οποία εξηγούσε πως σύμφωνα με τους πολιτειακούς νόμους και μιας παλιότερης υπόθεσης αντίστοιχης με τη δική του, από τη στιγμή που το αίτημα δεν έγινε δελτό, θεωρείτο αυτομάτως μόνιμος κάτοικος του ξενοδοχείου και η οποιαδήποτε έξωση του έκαναν, θα ήταν παράνομη.

Πέρασαν 2-3 εβδομάδες στις οποίες ο Μπαρέτο και ο Χάναν δεν είχαν φύγει από το ξενοδοχείο, όταν στην ακροαματική διαδικασία, με το ξενοδοχείο να μην έχει στείλει καν εκπρόσωπο, ο δικαστής Τζακ Στόλερ δικαίωσε τον Μπαρέτο και διέταζε το New York Hotel να «αποκταστήσει τον αιτούντα ως προς την ιδιοκτησία του επίδικου χώρου, δίνοντάς του κλειδί».

Στην παραπάνω δικαστική παραγγελία, υπάρχει μια λέξη που δεν ταιριάζει. Ιδιοκτησία. Μα, ο Μπαρέτο δεν ήταν ιδιοκτήτης, ούτε διεκδικούσε ιδιοκτησία. Διεκδικούσε διαμονή με ενοίκιο σε μειωμένη τιμή.

Καθώς λοιπόν το ζευγάρι διάβαζε αυτή την απόφαση, βρέθηκε να ζητάει διευκρινίσεις από το δικαστήριο. «Έχεις ιδιοκτησία. Δεν είσαι ενοικιαστής, είσαι ιδιοκτήτης ενός κτηρίου», είπαν επί λέξει στον Μπαρέτο, όπως ισχυρίζεται περιγράφοντας το χρονικό στους New York Times.

Από ενοικιαστής, ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου

Σε εκείνο το σημείο, ο Μπαρέτο νόμιζε πως είναι ιδιοκτητής του δωματίου 2565 και για να το κατοχυρώσει, πήγε στο Υπουργείου Οικονομικών στη Νέα Υόρκη με το χαρτί ανά χείρας. Εκεί όμως, του εξήγησαν πως το ξενοδοχείο δεν είναι καταχωρημένο με δωμάτια, αλλά ως ένα κτήριο. Επομένως, στα έγγραφα της πόλης δεν ήταν εφικτό να διασπαστεί. Μία οντότητα, ένα κτήριο στο οικοδομικό τετράγωνο 758 της Νέας Υόρκης.

Τότε ο Μπαρέτο κατάλαβε τι ευκαιρία είχε μπροστά του. Μπορούσε, με βάση την απόφαση, να γίνει ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου. «Αν έχω το δικαίωμα να το εγγράψω ολόκληρο, θα το κάνω», είχε πει μέσα του.

Και το έκανε. Πήγε επομένως στο Πληροφοριακό Σύστημα Καταγραφής της Νέας Υόρκης, το ACRIS, όπου υπάρχουν τα αρχεία ιδιοκτησίας για κάθε χώρο και κτήριο στη Νέα Υόρκη και έκανε αίτηση για την καταγραφή. Επειδή όμως είναι μια διαδικασία που συμβαίνει αθρόα και δεν υπάρχει προσωπικό να καλύψει τις ανάγκες, εμφανίζονται συχνά τεχνικές δυσκολίες.

Ο Μπαρέτο χρειάστηκε να κάνει 6 απόπειρες μέχρι να του πουν να πάει στο γραφείο του σερίφη και να τον κατευθύνει. Η 7η ήταν και η τυχερή.

Σε αυτό το διάστημα, το ξενοδοχείο είχε κάνει μήνυση έξωσης για το ζεύγος, υποστηρίζοντας πως το New York Hotel δεν συμπεριλαμβάνεται στον σχετικό νόμο. Καθότι όμως δε μπορούσαν να παράσχουν έγγραφα που να το αποδεικνύουν, ο δικαστής απέρριψε την αγωγή.

Έτσι, στις 17 Μαΐου 2019, ο Μπαρέτο είχε αναγνωριστεί ως ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου έκτασης 110.000 τ.μ.

Τότε άρχισε το σκληρό ροκ. Ο Μπαρέτο είχε πια στα χέρια του χαρτί που έδειχνε πως είναι ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου, αλλά χωρίς να έχει ακυρωθεί η ιδιοκτησία της Εκκλησίας της Ένωσης του Μουν.

Ο θρασύτατος Μίκι Μπαρέτο, «απόγονος του Χριστόφορου Κολόμβου»

Ο Μπαρέτο είχε σκοπό να το φτάσει στα άκρα και έβαλε σε εφαρμογή το επόμενο στάδιο. Έστειλε ένα mail στον δικηγόρο του ξενοδοχείου με το οποίο του ζητούσε να λάβει γνώση για όλα τα οικονομικά και ταυτόχρονα απαιτούσε την καταβολή 15 εκατομμυρίων δολαρίων που έπρεπε να λάβει ως μερίδιο από τα κέρδη!

Λίγες μέρες αργότερα, απαίτησε να αδειάσει όλος ο 38ος όροφς από επισκέπτες γιατί ήθελε να κάνει επιθεώρηση στο κτήριο και να προβεί σε αλλαγές με δικό του αρχιτέκτονα. Ήθελε μάλιστα να αλλάξει την πόρτα του ξενοδοχείου που κοιτούσε στην 8η Λεωφόρο.

Δεν έφταναν αυτά. Ο Μπαρέτο απέστειλε ενημέρωση στην Wyndham Hotels and Resorts, διαχειρίστρια εταιρεία για το ξενοδοχείο, όπου της εξηγούσε πως είναι πια ο ιδιοκτήτης και παρόλο που του ζήτησαν έγγραφα που να το αποδεικνύουν, δεν τα απέστειλε.

Αυτό που έκανε, με ακόμα μεγαλύτερο θράσος, ήταν να στείλει στην M&T Bank, τράπεζα που δανείζει στο ξενοδοχείο, ζητώντας να μπουν όλοι οι λογαριασμοί του ξενοδοχείο στο όνομά του. Τέλος, πήγε στο εστιατόριο Tick Tock που νοικιάζει χώρο στο ξενοδοχείο και ζήτησε τα ενοίκια να καταβάλλονται στο δωμάτιο 2565.

Για να μην τα πολυλογούμε, πέρασαν 5 χρόνια μέχρι τον περασμένο Ιούλιο, και ο Μπαρέτο είχε περάσει 5 χρόνια δωρεάν διαμονής με τον σύντροφό του, έλεγε παντού πως είναι ο ιδιοκτήτης και, επειδή δεν είχε εργασία, περνούσε όλες τις ώρες της ημέρας ψάχνοντας πώς να θωρακίσει την θέση του. Μάλιστα, έφτασε κάποια στιγμή στο σημείο να έχει ανακαλύψει ότι είναι απόγονος του Χριστόφορου Κολόμβου, οπότε οριακά δεν υποστήριξε ότι είναι ιδιοκτήτης όλης της Αμερικής.

Ταυτόχρονα, έψαχνε στοιχεία που να δείχνουν πως η Εκκλησία της Ένωσης έστελνε ποσά στη Βόρεια Κορέα, εχθρό των ΗΠΑ, ώστε να άρουν τη δικαιοδοσία της στο ξενοδοχείο.

«Είναι ο Μίκι Μπαρέτο εναντίον της Βορείου Κορέας», είχε πει.

Παρόλο που το ξενοδοχείο, επιθυμώντας να λήξει το ζήτημα, του είχε κάνει προσφορές για να υπενοικιάσει το δωμάτιο, ο Μπαρέτο είχε αρνηθεί με πρόσχημα την ανησυχία του για τη σχέση με τη Βόρεια Κορέα και δεν πλήρωσε ποτέ τίποτα.

Τον Φεβρουάριο, ο Μπαρέτο συνελήφθη με 14 κατηγορίες απάτης να τον βαραίνουν και κινδυνεύει με ποινή φυλάκισης αρκετών ετών.

Όλα τα παραπάνω μοιάζουν με σενάριο που έβγαλε ένας τρελός από το κεφάλι του. Κι η αλήθεια είναι πως τον Μπαρέτο τον συνοδεύει μια φήμη και μια μανία καταδίωξης και ναρκισσισμός. Ο ίδιος έστειλε, λέει, μήνυμα στον Λευκό Οίκο μετά τη σύλληψή του, λες και ο Λευκός Οίκος θα κάτσει να ασχοληθεί μαζί του.

Ιστορία νεοϋορκέζικης τρέλας ή όχι, είναι μια περίπτωση που σε κάνει να σκέφτεσαι ότι καλό είναι να υπάρχει πού και πού κι ένας Δον Κιχώτης με τον Σάντσο Πάντσα του!