Ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, μιας κάποιας ηλικίας, πάτησε με μανία το κόκκινο κουμπάκι στο τηλεκοντρόλ κι αμέσως έπεσε σκοτάδι στο δωμάτιο. Δευτερόλεπτα πριν είχαν ανακοινωθεί τα τελικά αποτελέσματα στον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών για την ανάδειξη προέδρου και είχε πιστοποιηθεί ότι ο Στέφανος Κασσελάκης είχε σαφές προβάδισμα ενόψει του δεύτερου γύρου.

«Θα τρίζουν τα κόκκαλα του Κύρκου», μονολόγησε. Κι έψαξε στη βιβλιοθήκη του να βρει τους στίχους του εμβληματικού ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη, ενός από τα τοτέμ της ελληνικής Αριστεράς: «Το θέμα είναι, τώρα τι λες».

Τι να πει κι αυτός… Το περίμενε, το αισθανόταν ότι θα είχε κάποιο ρεύμα ο Κασσελάκης. Αλλά όχι και να σαρώσει.

Κάπως έτσι αισθάνονται από το πρωί της Δευτέρας οι ιδεολόγοι της Αριστεράς, κυρίως οι παλαιότεροι σε ηλικία, που αισθάνονται τον ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο ως συνέχεια του ΚΚΕ Εσωτερικού, με Μπάμπη Δρακόπουλο και Λεωνίδα Κύρκο, με Μιχάλη Παπαγιαννάκη και Αλέκο Αλαβάνο, ακόμα και με Μαρία Δαμανάκη.

Λίγο πριν κλείσει το φως κι αγκαλιάσει το μαξιλάρι, ο ψηφοφόρος (που πριν μερικές ώρες είχε ψηφίσει Αχτσιόγλου και ο Κασσελάκης του είναι τουλάχιστον αντιπαθής) αναρωτήθηκε: «Τόσοι ρε παιδί μου είμαστε στην Αριστερά, δεν υπάρχει ένας άνθρωπος λαμπερός μέσα από το κόμμα, να το πάρει και να το πάει πάλι ψηλά»;

Ύστερα γύρισε πλευρό. Σε λίγο κοιμόταν. Ο Κασσελάκης δεν βρισκόταν στα όνειρά του. Ευτυχώς.

Πολιτικοί όροι περασμένων δεκαετιών

Κάπως έτσι αντιμετωπίζεται ο Κασσελάκης απ’ όσους δεν τον ψήφισαν την Κυριακή. Ως κάτι άλλο. Ως… μη-ΣΥΡΙΖΑ. Και αξιολογεί το προβάδισμά του και τη διαφαινόμενη νίκη του όχι ως σημείο των καιρών, αλλά ως κρίση στην ταυτότητα και τις αξίες της Αριστεράς. Την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα που έχει τις ιστορικές και ιδεολογικές του βάσεις στην ανανεωτική Αριστερά, οφείλει όχι μόνο να σέβεται, αλλά και να τιμά.

Πόσο άκαιρο συμπέρασμα! Πόσο αναχρονιστικό! Και πόσο εκτός πραγματικότητας, για κάποιους που θέλουν να συμβαδίζουν με τον καιρό τους!

Η θεοποίηση των προσώπων (ή, έστω, η τοποθέτησή τους σε ψηλά βάθρα) προφανώς δεν συμβαίνει μόνο στην Αριστερά. Ο Κασσελάκης, σ’ αυτούς που δεν τον ψηφίζουν και τον θεωρούν αλεξιπτωτιστή, κρίνεται με πολιτικούς όρους περασμένων δεκαετιών. Τότε που ο ιδανικός πρόεδρος ενός τέτοιου σχηματισμούθα μπορούσε να σου μιλάει ώρες ολόκληρες για τη διάσπαση του ’68, την διαφορά μεταξύ ανανεωτικής και κομουνιστικής Αριστεράς, την ευρω-κομουνιστική κουλτούρα κι άλλα τέτοια.

Γιατί δεν επιχειρούμε και το αντίθετο; Πώς θα υποδεχόταν π.χ. η σημερινή κοινωνία (όχι μόνο της Αριστεράς, αλλά γενικότερα) τον Κύρκο, τον Παπαγιαννάκη, την Δαμανάκη, τον Αλαβάνο; Θα τους έδινε το κόμμα; Θα τους θεωρούσε άξιους για εν δυνάμει πρωθυπουργούς;

Θα μπορούσε ένας άνθρωπος με τη μορφή του Λεωνίδα Κύρκου να γίνει σήμερα αρχηγός κόμματος, μάλιστα της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Ή θα τον ρήμαζαν οι σκωπτικές μυλόπετρες του ίντερνετ, που θα σχολίαζαν τα γυαλιά του, την τσιριχτή του φωνή και περισσότερο από τις ομιλίες του θα κυκλοφορούσαν βίντεο που θα τον έδειχναν να παίζει φυσαρμόνικα ή να σφυρίζει;

Θα μπορούσε μια γυναίκα πολιτικός όπως η Μαρία Δαμανάκη να ξεφύγει από τις συμπληγάδες του κουτσομπολιού; Τι θα μπορούσε να αντιπαρατάξει στα δημοσιεύματα «Δαμανάκη-Κιμούλης: Ρομαντικό δείπνο στο φως των κεριών για το λαμπερό ζευγάρι» ή «η Μαρία Δαμανάκη αγοράζει μολύβια και τετράδια για τα τρίδυμα»;

Για τον Παπαγιαννάκη και τον Αλαβάνο βρέθηκαν πολλοί, ακόμα και στην περίοδο που δεν κυριαρχούσαν τα ΜΚΔ, να τους προσάψουν ότι εκφράζουν την «αριστερή ιδεολογία με δεξιά τσέπη», λόγω των παχυλών τους αποζημιώσεων από τη μακρά τους θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο και την ούτως ή άλλως μεγάλη περιουσία που διαθέτει ο Αλαβάνος στην Τήνο;

Αλήθεια, πόσοι από τους 146.000 που ψήφισαν στις εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν ότι ο Κύρκος βρισκόταν στο διπλανό κελί μελλοθανάτων με τον Μανώλη Γλέζο; Πόσοι ότι η Δαμανάκη ήταν εκφωνήτρια στον ραδιοσταθμό της εξέγερσης του Πολυτεχνείου; Πόσοι ότι ο Αλαβάνος έχει βραβευτεί για την μελέτη του στην πολιτική περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Πόσοι ότι ο Παπαγιαννάκης για να αφιερωθεί στην πολιτική άφησε λαμπρή καριέρα καθηγητή σε πανεπιστήμιο του Παρισιού;

Ας το πάμε κι αλλού. Πόσοι από τους 146.000 που ψήφισαν στις εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να διαχωρίσουν στο μυαλό τους τι είναι κεντροαριστερά, τι είναι σοσιαλδημοκρατία και τι ευρω-αριστερά;

Ρητορικές οι ερωτήσεις, φυσικά. Ας μην απαντήσουμε «κανείς» και υπερβάλλουμε. Με το «ελάχιστοι» καλυπτόμαστε;

Ας κάνουμε και μια ακόμα, πιο επίκαιρη: Με ποια κριτήρια ψήφισαν αυτοί που ψήφισαν προχθές; Πόσοι απ’ αυτούς έβαλαν κάτω βιογραφικά, διάβασαν συνεντεύξεις, παρακολούθησαν την όποια προεκλογική εκστρατεία έκανε ο Κασσελάκης, η Αχτσιόγλου, ο Τσακαλώτος, ο Παππάς;

Από μια κοινωνία ρηχή, που δεν ασχολείται με την ιστορία, και πολύ περισσότερο με την ιδεολογία, πώς περιμένει κανείς να ψηφίσει; Πώς ψηφίζουν οι Έλληνες όχι μόνο τα τελευταία χρόνια, αλλά κυρίως τα τελευταία χρόνια; Με το πρόσωπο και το φαίνεσθαι.

Κασσελάκης: Ζουμερός χυμός στο μπλέντερ

Ε, λοιπόν, απολύτως λογικό ήταν να σαρώσει ο Στέφανος Κασσελάκης. Την πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων θέλει να εκπροσωπήσει. Αυτούς που έχουν κάνει σημαία τους το τσιτάτο «η αριστερά και η δεξιά είναι παρωχημένες έννοιες», γι’ αυτό δεν μπορούν να τις διαχωρίσουν στο κεφάλι τους. Και θεωρούν ότι η πολιτική δεν είναι πίστη σε συγκεκριμένες θέσεις και στάση ζωής όταν έρχονται τα δύσκολα, αλλά ένας ζουμερός χυμός με διάφορα υλικά στο μπλέντερ: Πολύ χαμόγελο, μια δόση προοδευτική ιδέα, πατρίδα που πάει με όλα, λίγη αυστηρότητα και ελεγχόμενη κλάψα και μανία καταδίωξης και αντισυστημισμός.

Κι αν κάποιος αναρωτηθεί, πώς μπορεί ο Κασσελάκης να εκπροσωπήσει ένα κόμμα, όχι ένα τυχαίο κόμμα, αλλά το δεύτερο μεγαλύτερο της χώρας, κάποιος που ένα μήνα πριν δεν ήξερε πού βρίσκονται τα γραφεία του κόμματος, η απάντηση είναι έτοιμη: «Θα μάθει».

Κι αν γίνει και άλλη ερώτηση, αν κι εφ’ όσον ο Κασσελάκης αφού «μάθει» τον επιλέξει ο κυρίαρχος λαός να κυβερνήσει τη χώρα, πώς θα τα καταφέρει αν δεν έχει την παραμικρή εμπειρία, όχι σε υπουργείο, αλλά ούτε καν σε σκιώδεις αρμοδιότητες, επίσης η απάντηση είναι έτοιμη: «Γιατί, ο Τσίπρας πώς κυβέρνησε 4,5 χρόνια, είχε εμπειρία»;

Ο Κασσελάκης παίζει με τους όρους της εποχής. Μιας εποχής που θα θεωρούσε τον Κύρκο γραφικό, την Δαμανάκη περσόνα των σόσιαλ και τον Παπαγιαννάκη έναν πλούσιο θείο που τα κονόμησε και θέλει τώρα να έλθει από το Ευρωκοινοβούλιο να μας κυβερνήσει.

Κακό δεν είναι να πηγαίνουν μπροστά οι κοινωνίες, ούτε να εκμεταλλεύονται οι πολιτικοί τους σύγχρονους τρόπους προώθησης των ιδεών τους, ούτε φυσικά να μιλάνε απλή γλώσσα και όχι ξύλινη. Αρκεί να ξέρουν τι λένε. Και να μην μένουν στην επικοινωνία και στο λαμπερό χαμόγελο.