Το κέντρο της δεν αποτυπώνεται τα μπαρ και τα εστιατόρια των τουριστικών οδηγών, αλλά στα στέκια των ντόπιων, στις γωνίες των «πίσω δρόμων» και στις ιστορίες εκείνων που λατρεύουν να τη μισούν για την τύρβη και τη σκληρότητά της. Η Αθήνα είναι μια τράπουλα που όλο ανακατεύεται μες στις παλάμες μας και μας χαρίζει άσους. Υπό όρους, φυσικά.

Πίσω και πλάι από τα τουριστικά προφανή, υπάρχουν οι δρόμοι στους οποίους χτυπάει στ’ αλήθεια ο παλμός της πόλης.

Εκεί είναι που λάμβαναν χώρα τα παράνομα καραντινοπάρτυ-σε κάτι αποθήκες και ταράτσες της Ομόνοιας ερωτεύτηκε κόσμος και κοσμάκης στα Χρόνια του Κορωνοϊού-, εκεί ανοίγουν μαγαζιά που γίνονται στ’ αλήθεια trends (βλέπε Booze Cooperativa, Ρομάντζο και άλλα), εκεί η Ιστορία περπατά ατάραχη και βέβαιη πως συνεχίζεται.

Η ιστορία αυτής της πόλης είναι ένα μπουκέτο εκατομμυρίων ιστοριών που κρατούν από τις αρχές του προ-προηγούμενου αιώνα.

Το φόντο της αλήθειας της δεν είναι τα παπακαλιατικά σκαλάκια του Γιασεμιού στην Πλάκα, ούτε η σικ Βουκουρεστίου στην οποία συνωστίζονται celebrities παρστάνοντας πως δεν θέλουν να γίνουν αντιληπτοί.

Η Αθήνα, όπως ακριβώς το Παρίσι, η Νέα Υόρκη και η Κωνσταντινούπολη, είναι μια άσχημη και βρώμικη πόλη.

Έλα όμως που μπορεί και είναι συγχρόνως τυπάρα, κουκλάρα, απράμιλλη και ασυναγώνιστη. Σκέψου την Μελίνα Μερκούρη με πρόσωπο Μπριζίτ Μπαρντώ: δεν βγάζει κάνενα νόημα.

Από την πλατεία της Ομόνοιας, στρίβω στου Λουμίδη για να πιάσω Αιόλου, εδώ και δέκα χρόνια. Τα φανάρια στις μεγάλες λεωφόρους αργούν να πρασινίσουν για τους πεζούς και μου επιτρέπουν μικρή επισκόπηση στους «συνδαιτημόνες της ασφάλτου», όπως τους αποκαλώ.

Τουρίστες, φοιτητές, μετανάστες, ζευγαρωμένοι και μοναχικοί. Πίσω από γυαλιά ηλίου βιαστικοί, στα κινητά ή με το βλέμμα κάπου αγκιστρωμένο. Η Αθήνα μάς συμπονά όλους το ίδιο και μας παιδεύει επίσης.

Έχει ιδιαίτερη αδυναμία σε αυτούς που την περπατούν, γι΄αυτό φροντίζει να τους κάνει απρόσμενα δώρα: ένα μικρό τσιγγανάκι με ακορντεόν που κατεβαίνει τα σκαλιά του Δίπορτου κάποιο μεσημέρι, ένας θεογκόμενος με στριφτό να περιμένει υπομονετικά την σειρά του στα σουβλάκια του Λευτέρη του Πολίτη, μια μπουκαμβίλια από κάποιο μπαλκόνι που έκλεψε την χάρη μιας Κυκλάδας.

Η Αιόλου είναι ο αγαπημένος μου δρόμος

Όταν τον περπατώ νιώθω υπέροχη και τυχερή. Πάντα, θα συναντήσω μουσικούς του δρόμου, κυρίως κάτι γνωστές φάτσες ρεμπέτηδων (ιπ)ποτών που αράζουν σε κάτι ξέμπαρκα πεζούλια με τα όργανα και μοιράζουν αβέρτα αθηναϊκή μποεμία. Έπειτα, στα παγκάκια έξω από την εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, ανάβω κι εγώ ένα τσιγάρο, θέλγομαι από τις βιτρίνες και από το Bazaar του Ιανού, μυρίζω ψητό και τηγανιτό από τα φαγάδικα, θέλω και καφέ.

Αλλά η σωστή απόφαση είναι να γυρίσω πίσω, πριν μπλέξω στο Μοναστηράκι, και να διασχίσω την Πλατεία Κοτζιά που οι παλιοί αποκαλούν «πλατεία Δημαρχειου». Ο Κοτζιάς, ως γνωστόν γκρέμισε το Δημοτικό Θέατρο, αλλά κανείς δεν είπε πως η ιστορική μνήμη είναι δίκαιη.

Πάρτυ περιστεριών και μικρών προσφυγόπουλων, ιδίως από την Συρία, κάνουν την πλατεία κινηματογραφική και άχρονη. Τα γύρω κτίρια, σε συνδυασμό με τις τραπ μουσικές των διερχόμενων αυτοκινήτων και τους inluencers που κάνουν photoshooting στις παρυφές της Βαρβάκειου ξεγελούν.

Δεν ξέρεις αν έχεις κάνει ένα ταξίδι πίσω ή μπροστά στον χρόνο-να μια τζούρα αθηναϊκού μαυλίσματος, αυτό το μονίμως ακαθόριστο του χρόνου γύρω από τον τόπο.

https://www.intronews.gr/8097-2-elena-kremlidou-periodiko-nitro-tromos-flirt

Η Αθηνάς μυρίζει αίμα κυριολεκτικά

Χιλιάδες πραμάτειες, παλιακοί υπάλληλοι κι αφεντικά διαλαλούν σφαχτά, ψάρια, ξηροκάρπια, τυριά. Μες στην Αγορά, το Οινομαγειρείο Ήπειρος κρατά γερά τα cult σκήπτρα του και δεν λέει να τ’ αφήσει-μιλάμε για την καλύτερη μαγειρίτσα της πόλης.

Το σουβλατζίδικο Βόλβη που έκανε viral την Βαρβάκειο πριν λίγο καιρό δεν μου λέει τίποτα, σε σχέση με τους Αιγύπτιους φίλους μου που, στο κομμάτι της λαϊκής των οπωροκηπευτικών, πουλούν κι αυτοί τις παλιατζούρες τους, φλερτάρουν και γελούν από τα βάθη της καρδιάς τους.

Τηγάνια, κονκάρδες, βρακιά, αντίκες, παλιοί δίσκοι, κοσμήματα και, κάπου κάπου, κάποιος πραγματικός θησαυρός που κοστολογείται σε ψίχουλα. Ένα ντέφι, ένα ξεκούρδιστο οργανάκι, οι εγκάρδιες χαιρετούρες μας.

Αγγίζω πράγματα νεκρών Αθηναίων, από ερειπωμένα νεοκλασικά σαν αυτά που περιστοιχίζουν τους αθηναϊκούς μου περιπάτους, σαν αυτά που φωτογραφίζουμε αρειμανίως, σαν αυτά που αρχίζουν, εν μέρει, να γίνονται airbnb και να φιλοξενούν την Βαριά μας Βομηχανία, όσο εμείς νοικιάζουμε για αρκετά κατοστάρικα άχαρα διαμερισματάκια στις γειτονιές.

Η ζωή στην Βαρβάκειο είναι πολύχρωμη και συνεχώς λαχανιασμένη. Εκεί στάζει πραγματικός ιδρώτας. Η ανάσα της προσφυγιάς που πρωταγωνίστησε στην αρχική της συγκρότηση παραμένει. Ο Χασάν από το Μπαγκλαντές, ο Έντι ο Αλβανός, η Μαρία από τ’ Αργοστόλι, η Δέσποινα το Ρωσάκι, οι «παρίες» Ρομά με τους ταπεινούς τους πάγκους-κασελάκια εξυπηρετούν με την ίδια θέρμη την πελατεία.

Κάποτε, λέει, κάτι Χριστούγεννα, ο Νικόλας ο Άσιμος πήρε την κομπανία του και βάραγαν ντέφια και νταούλια μες στην Αγορά. Μια φορά, νόμισα πως άκουσα τον αντίλαλο αυτής της μουσικής στιγμής, σαν κάπου να είχε πάει για να τρυπώσει και τα κατάφερε τελικά.

«Αγαπάω κι αδιαφορώ», τελικά.

Είναι όμως κι η οδός Ευρυπίδου

Στο Μπαχάρ συναντιούνται οι boomers με τους Gen Z και ανταλλάσσουν συμβουλές μαγειρικής. «Εμείς παιδάκι μου ήμασταν vegan από την Κατοχή», λέει μια καλοβαλμένη κυρία που ήρθε βόλτα από το Παγκράτι για τα μπαχαρικά της. Ένα κορίτσι με πράσινα μαλλιά και μωβ κολάν της χαμογελάει.

Εκεί, στην Ευρυπίδου βρίσκεται και ένα μέρος της κατακερματισμένης αθηναϊκής China Town. Το πλαστικό, το κιτς, το αριστοκρατικό, το παλιό και το καινούργιο σφιχταγκαλιάζονται. Σε κάποιους αυτά τα κράματα προκαλούν αποστροφή, εγώ δεν καταφέρνω να ζήσω μακριά τους, από τα 18 μου χρόνια που άφησα δια παντός τις επαρχίες των νοτίων προαστίων στην τακτοποιημένη τους ησυχία.

Λιγουρεύομαι λίγο παστουρμά από τα Καραμανλίδικα του Φάνη, αλλά χώνομαι γρήγορα στου Ψυρρή. Δεν μου λείπει τώρα το Dos Gardenias, στο οποίο έχω ζήσει και συνεχίζω να ζω επικές στιγμές με χορευτικές φιέστες στους δρόμους και άπειρες μαργαρίτες, ούτε ο Ατλαντικός απέναντι στο Polis Hammam, ούτε καν οι κοκτεϊλάρες του Luv n Roll και τα πειράγματά μου με τον Γιώργο.

https://www.intronews.gr/7986-2-elena-tsagrinou-catwoman-koritsaki-nitro

Μία είναι η οδός: η Παλλάδος με τ’ όνομα.

Αγοράζω ένα ψάθινο καλάθι από το λατρεμένο μαγαζί του Πασιαλή για να βάλω μέσα μια μονστέρα και να την φωτογραφίσω για το Instagram, χαζεύω το Juan Rodriguez (ένα από τα καλύτερα μπαρ ολόκληρης της πόλης), λέω ένα γεια στον Χρήστο από το Black Rose Tattoo-τα είχαμε πιει παρέα ένα καλοκαιρινό βράδυ στο Dude με την Ειρήνη.

Μου την ψιλοσπάνε κάτι φασέικα μαγαζιά με κουμπιά, patterns και διακοσμητικά-μου φαίνονται ακριβά και ψευτογυαλισμένα κόντρα στην αυθεντική αθηνίλα που οσμίζομαι. Υπάρχει μια λατέρνα στην είσοδο του Ψυρρή από Αισχύλου. Δεν την έχω ακούσει να παίζει ποτέ, την έχουν παρκαρισμένη, σαν γερασμένο άλογο και μελαγχολώ.

Στο μεταξύ, όλο και καμιά γάτα θα ξετρυπώσει από κάπου, όλο και κάποιο καινούργιο γκραφιτάκι θα κάνει την εμφάνισή του.

Ευτυχώς που τσίμπησα μια αλμυρή τάρτα από την Marika και χόρτασα. Από το Overall της Πραξιτέλους που έφαγα πρόσφατα δεν έμεινα ικανοποιημένη όσο την πρώτη φορά: παγωμένο το κρουασάν σπανάκι τους.

Η αθηναϊκή ραστώνη διακόπτεται από κάποιο τηλεφώνημα. Πάντα κάποιο τηλεφώνημα.

Δεν είναι και για χόρταση αυτή η πόλη. Δυνατές ρουφηξιές θέλει, από αυτές που καίνε την γλώσσα. Έχει τόσα μυστικά που μας μένουν κρυμμένα, λες για να μας καψουρέψουν κι άλλο με την πόλη αυτή.

https://www.intronews.gr/7845-2-konstantinos-argiros-nitro-periodiko-flert

Τα κρυμμένα χαρτιά της Αθήνας

Είναι το σπίτι του Παλαμά στην Πλάκα και η μπουάτ Απανεμιά με τον ιδιόρρυθμο ιδιοκτήτη της που παίζει σκάκι στο υπόγειο, είναι τα υπόγεια της Γκεστάπο δίπλα στο σινεμά Άστυ στην Κοραή, είναι ο Ηριδανός ποταμός που κυλάει ακόμα στα αρχαία του Κεραμεικού και οι σφαίρες από τα Δεκεμβριανά που έμειναν παράσημα πάνω στο νεοκλασικό Μυλέρου και Κεραμεικού γωνία.

Είναι η κρυφή στοά της οδού Ρόμβης που εκβάλλει Ερμού, είναι οι σχεδόν αόρατες είσοδοι από τα χαμηλά, με κάτι πόρτες που δεν τις πιάνει το μάτι σου, στις ταράτσες για παρέες και ερωτευμένους κάτι βράδια καλοκαιριού με κιθάρες και ηχεία και μπίρες, είναι όλα εκείνα τα λιλιπούτεια μαγαζιά που ανοίγουν οι φίλοι μας, οι πρώην μας, οι ξένοι που γίνονται τελικά η καθημερινή μας καλημέρα.

Και πουλούν από κουλούρια και μπάρες δημητριακών, μέχρι ευεξία, second hand ρουχαλάκια, premum γατοτροφές και υπηρεσίες ομορφιάς. Στις γωνίες του κέντρου, στις εισόδους των στενών στου Ψυρρή και στο Θησείο, χιλιάδες αδέσποτα βιβλία και δίσκοι και νομίσματα και πορσελάνες φυλούν τις θερμοπύλες του πολιτισμού και της μόρφωσης  που δεν χρειάζεται Ιδρύματα και Μέγαρα και εκατομμύρια για να υπάρξει.

Στην Αθήνα οι γειτονιές συγχωνεύονται μαγικά. Η Ναυαρίνου με το ραβδάκι της κάνει τα Εξάρχεια Κολωνάκι και τούμπαλιν, ενώ πέριξ του Συντάγματος μια στροφή σε βγάζει στην Μητρόπολη και μια άλλη σε προσγειώνει στην πλατεία Καρύτση. Ο Κεραμεικός, το Θησείο, το Μεταξουργείο, το Γκάζι και τα κακόφημα στενά γύρω από την Πειραιώς ανακατεύονται αν περπατήσεις εκεί για ώρα, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με την Κυψέλη, τα Πατήσια και τον Άγιο Παντελεήμονα.

Τα all time classic στέκια είναι που οριοθετούν τις περιοχές μας: το Galaxy, το Au Revoir, ο Ιπποπόταμος, το Ποδήλατο. Λέμε πάμε εκεί, όχι πάμε στην τάδε περιοχή. Μες στην χούφτα μας η πόλη, μας ανήκει, μια τράπουλα που ανακατεύουμε συνεχώς και που μας χαρίζει άφθονους άσους, αν είμαστε έξυπνοι.

Είμαστε κομμάτι της Αθήνας, μας ρεύεται και μας αναπνέει. Στον επόμενο τόνο, η ιστορία της θα αναφέρει και το δικό μας όνομα, αρκεί να την εμπιστευθούμε απολύτως και να την αγαπήσουμε όπως της αξίζει.

Θέλει σόλα γερή η Αθήνα και μπουκαλάκι με νερό και κανά ψιλό για τους επίμονους μικροπωλητές, θέλει τρέλα και θράσος και αγάπη σαν της Φτερούς που πάει κι αυτή, χάθηκε πια από την Αγίου Μάρκου…

* Βρες το οδοιπορικό στην Αθήνα στο τεύχος του Nitro που κυκλοφορεί στα περίπτερα

** Εικαστικά: Πέγκυ & Ντιάνα Δαδάκη