Θα μπω κατευθείαν στο ψητό. Το Poor Things είναι μια ταινία που ψάχνεις εναγωνίως να βρεις τον καταλληλότερο χαρακτηρισμό για να αποδώσεις το μεγαλείο της, αλλά σου έρχονται μόνο κλισεδιές. Η καλύτερη ταινία της χρονιάς. Η καλύτερη ταινία του Λάνθιμου. Η ταινία με την καλύτερη ερμηνεία της Έμμα Στόου. Η ταινία με την καλύτερη γυναικεία ερμηνεία της χρονιάς και με τρεις τρομερές ανδρικές ερμηνείες, προεξαρχούσης αυτής του Μαρκ Ράφαλο.

Όλα ισχύουν και δεν ισχύουν ταυτόχρονα, με την έννοια πως υπάρχει πάντα ο αντίλογος που θα σου πει για το Oppenheimer ή κάποια άλλη ταινία. Μέχρι που, στην προσπάθεια μου να αποτινάξω τα τετριμμένα, ορμώμενος από μια περιγραφή που είδα στο Instagram στο Cinefaki, κατέληξα σε αυτό που grosso modo σκεφτόμουν αρκετά από τη στιγμή που είδα την ταινία (χθες έγινε η επίσημη πρεμιέρα της στην Ελλάδα στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση και στις αίθουσες θα βγει από την Feelgood την 1η Ιανουαρίου): το Poor Things είναι η λανθιμική εκδοχή της Barbie.

Αιρετική, αυθάδης, χυδαία, σουρεαλιστική, πεσιμιστική, ηθικά στρεβλή ώστε να είναι πιο ηθική, κυνική και ταυτόχρονα ρομαντική. Κι όλα αυτά καλύπτονται από τη μεγάλη σκιά που είναι το πρωτόγονα παιδικό ή το παιδικά πρωτόγονο.

Ο λόγος αφορά στο στόρι, το οποίο πηγάζει από ένα βιβλίο και έχει γίνει ένα αριστουργηματικό σενάριο από τον Τόνι ΜακΝαμάρα, στο οποίο κεντρικό ρόλο έχει η Μπέλα Μπάξτερ (Στόουν), ένα υβρίδριο αναστημένου ανθρώπου.

Η πλοκή του Poor Things

Η Μπέλα, είναι το προϊόν της μίξης του σώματος μιας ενήλικης γυναίκας και του εγκεφάλου του νεογέννητου μωρού της. Ο καθηγητής Γκόντγουιν Μπάξτερ (Νταφόε) βρήκε το πτώμα της στον Τάμεση και το μάζεψε και έκανε τον δικό του, θηλυκό, Φρανκενστάιν.

Η Μπέλα είναι μια 35άρα με εγκέφαλο μωρού κι αυτό σημαίνει πως δεν υπόκειται σε κοινωνικούς κανόνες. Άρα, μπορεί να μιλήσει ωμά, να κάνει πάνω της τα τσίσα της, να μιλάει χωρίς σύνταξη και με ελλειπτικές προτάσεις, να γίνεται όσο πιο χυδαία και αυθάδης γίνεται, χωρίς να έχει το ελαφρυντικό της παιδικής εμφάνισης και το πλεονέκτημα της γλύκας του μικρού παιδιού.

Poor Things

Παρόλα αυτά, ο Μπάξτερ και ο Μαξ Μακάντλς (Ραμί Γιούσεφ), ο άντρας που παίρνει στο πλάι του για να καταγράφει την πρόοδο της Μπέλα καθώς προχωρά στην ενήλικη αντίληψη και στη διαμόρφωση μιας νέας ενήλικης συνείδησης, την αντιμετωπίζουν σαν ένα μικρό παιδί.

Μέχρι που η Μπέλα ανακαλύπτει την αυτοϊκανοποίηση και έχει τρελές ερωτικές ορέξεις. Ο Μακάντλς δε θέλει να την εκμεταλλευτεί, εν τούτοις όμως λογοδίνονται. Μόνο που εμφανίζεται ένας συμβολαιογράφος, ο Ντάνκαν Γουέντερμπερν (Ράφαλο) και δεν έχει ίχνος τσίπας, οπότε με μεγάλη άνεση χουφτώνει τη Μπέλα στο αιδοίο της, το κάνει παιχνιδιάρικα, την γοητεύει και της τάζει να πάνε ταξίδι στην Ευρώπη ξεκινώντας από τη Λισαβόνα.

Η Μπέλα, ούσα πια σε φάση που θέλει να βγαίνει έξω στον κόσμο, πείθει τον Γκόντγουιν να την αφήσει και ταξιδεύει με τον Ντάνκαν στη νότια Ευρώπη, πρώτα μένοντας στη Λισαβόνα και μετά σε ένα κρουαζιερόπλοιο. Και όλη της η καθημερινότητα είναι φαγητό και σεξ. Μέχρι που ένας κυνικός άντρας τη συστήνει στην ανισότητα και την αδικία του κόσμου και μια γριά τη μυεί στη φιλοσοφία.

Στο Κάιρο, η Μπέλα βλέπει από την προνομιούχα θέση των πλουσίων τους φτωχούς και άρρωστους στην κάτω πλευρά της πόλης και σοκάρεται. Και αυτό την οδηγεί σε μια ρήξη με την εξάρτησή της από το πέος του Ντάνκαν κι από τα λεφτά του και σε μια αυτονόμηση.

Poor Things

Έτσι, καταλήγει στη Γαλλία ως πόρνη, αλλά πόρνη φιλοσοφημένη, με θεωρητικές αναζητήσεις και με μια προσπάθεια να αλλάξει τη θέση της γυναίκας.

Αν αφαιρούσα από την παραπάνω περιγραφή μερικές περιοχές και ελάχιστες λεπτομέρειες, θα μπορούσε να είναι ένα honest review για τη Barbie της Γκέργουικ αντί για το Poor Things.

Αναμφίβολα, ο Λάνθιμος δεν είχε κάτι τέτοιο στο νου του με το Poor Things, ούτε σημαίνει πως ισχύει επειδή το λέω εγώ. Απλώς, θεωρώ, για το θεατή είναι ίσως ένα λεκτικό σχήμα που του επιτρέπει να πιαστεί από κάπου σε αυτή την ιστορία, σε αυτή την υπέροχη ταινία, κυρίως για να διαχειριστεί την απίστευτη ελευθερία, τον πρωτογονισμό και την αποδοχή του χυδαίου.

Poor Things, μια ταινία αφθονίας σινεμά και τέχνης

Η Στόουν καταργεί οποιαδήποτε αγκύλωση μπορεί να είχε ως ηθοποιός, είναι πλήρως απελευθερωμένη στο Poor Things, ο Λάνθιμος της το προσέφερε αυτό με την οπτική του, και τη βλέπουμε να βυθίζεται στα αρχέγονα ένστικτα, στο ένστικτο του σώματος και μιας μνήμης καταχωνιασμένης που ο μόνος τρόπος για να εμφανιστεί μπροστά είναι αυτός ακριβώς: να εμπλέξει κανείς έναν μωρουδίσιο εγκέφαλο σε ένα ενήλικο σώμα που διατηρεί μνήμες από την προηγούμενη, την φυσιολογική του κατάσταση.

Η σκηνή του χορού της με τον Ράφαλο, είναι η απόλυτη σκηνή στο Poor Things, με την οποία μπορείς να πεις στον θεατή ότι κοιτάζει δύο σπουδαίες ερμηνείες. Κι αν για τη Στόουν το περίμενα, αφού η σύμπλευσή της με τον Λάνθιμο της προσφέρει μπόλικο υλικό για να εξερευνήσει τον εαυτό της και να δει τα πράγματα από οπτικές που δεν τις είχε αγγίξει ως το 2019, για τον Ράφαλο είναι μεγάλη η έκπληξη.

Όχι μόνο προσαρμόστηκε άψογα στη βρετανική προφορά, όχι μόνο ενσωμάτωσε τα δύο βασικότερα στοιχεία του ρόλου του, δηλαδή πρώτα την ασυδοσία και τον ιμπεριαλισμό του «γκόμενου» και μετά την παράκρουση του ερωτευμένου που πάντοτε θεωρούσε ότι έχει το πάνω χέρι στις ερωτικές σχέσεις, αλλά μπόρεσε να αποδώσει κι αυτός τον πριμιτιβισμό που μεταδίδει η Μπέλα στους ανθρώπους που τη συναναστρέφονται. Γιατί, όταν παίζεις με παιδιά, όσο ενήλικας κι αν είσαι, πιο πολύ θα γίνεις παιδί, παρά το παιδί ενήλικας.

Ο Γουίλεμ Νταφόε είναι ο άνθρωπος-σινεμά. Ό,τι και να του αναθέσεις, θα το φέρει εις πέρας με τέτοιον τρόπο που ο θεατής θα αναγκαστεί να πείσει το μέσα του ότι παρακολουθεί το κορυφαίο ηθοποιό όλων των εποχών. Ακόμα κι αν δεν είναι, σε πείθει γι’ αυτό.

Το Poor Things είναι ένα παραμύθι σεξουαλικής-πνευματικής επανάστασης, κατάργησης κοινωνικών στερεοτύπων, είναι κάτι που πολλές λέξεις το περιγράφουν, αλλά καμία λέξη δεν μπορεί τελικά να το περιγράψει.

Βλέπεις την υπέροχη κινηματογράφιση, τα χρώματα στην εικόνα, τις λήψεις, τη δουλειά στα σκηνικά (η παραγωγή έχτισε σε στούντιο στη Βουδαπέστη μια Λισαβόνα), βλέπεις τις ερμηνείες και κατανοείς την διαδικασία του κάθε ηθοποιού, κατανοείς το σενάριο, μα όλα αυτά να τα αποδώσεις δε μπορείς. Αρκείσαι στον τίτλο που είναι το αντίθετο της πραγματικότητας της ταινίας: rich things στο Poor Things.

Πληθώρα στοιχείων στην ωραιότερη μορφή τους που συναντήθηκαν και έφτιαξαν το Poor Things, μια ταινία που δεν βλέπω πώς δε θα πάρει τουλάχιστον 3 Όσκαρ.

ΥΓ. Για να καταλάβει κανείς τι είναι το Poor Things, χρειάζεται να δει και το πώς εξηγεί ο Λάνθιμος και το καστ την προσέγγισή τους σε συγκεκριμένες σκηνές, όπως στον χορό ή σε άλλες σκηνές.

* Η ταινία θα κάνει πρεμιέρα στις αίθουσες την 1η Ιανουαρίου σε διανομή της Feelgood