Ο Κωστής Χατζηδάκης, τοποθετήθηκε σε σχέση με το ζήτημα των συντάξεων των δικαστών, σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση επαναλαμβάνει ότι σέβεται τη Δικαιοσύνη. Σέβεται όμως και τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών την περασμένη δεκαετία, αλλά και την ανάγκη η χώρα να προχωρήσει με σταθερότητα μπροστά, μακριά από νέες οικονομικές περιπέτειες».

Ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, μετά τις σχετικές αντιδράσεις, προχώρησε σε δήλωση μετά την ανακοίνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως προς τις πρόσφατες αποφάσεις 1030, 1031 και 1032/2023, για τις συντάξεις των δικαστών, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση θα αναλάβει χωρίς καθυστέρηση σχετική νομοθετική πρωτοβουλία.

Βασικός άξονας της, η προστασία του ασφαλιστικού συστήματος από νέα ελλείμματα, των οποίων θύματα θα ήταν τελικά οι φορολογούμενοι και οι υπόλοιποι συνταξιούχοι.

Ελεγκτικό Συνέδριο: Διευκρινίσεις για τις αποφάσεις που αφορούν στις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών

Νωρίτερα την Παρασκευή, διευκρινίσεις σχετικά με τις αποφάσεις που αφορούν στις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών και τον θόρυβο που προκλήθηκε έδωσε στη δημοσιότητα το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Με δελτίο Τύπου το ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο ξεκαθαρίζει ότι οι τρεις δικαστικές αποφάσεις της μείζονος ολομέλειας (1330/2023, 1331/2023 και 1332/2023) είναι πιλοτικές, δηλαδή «επιλύονται ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχουν συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων και όχι διαφορές που αφορούν ειδικώς τον συγκεκριμένο διάδικο» και ουσιαστικά επιλύουν ζητήματα που έχουν να κάνουν με την εκτέλεση των αποφάσεων 255/2021 και 2/2022 του Μισθοδικείου.

Με τον τρόπο αυτό, ανοίγει ο δρόμος και για άλλους συνταξιούχους δικαστικούς είτε έχουν προσφύγει είτε προτίθενται να προσφύγουν, να διεκδικήσουν την επαναφορά των αποδοχών τους στα επίπεδα προ του 2012. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι κατατεθειμένες προσφυγές υπολογίζονται περίπου στις 450.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο σημειώνει ότι με τις αποφάσεις του Μισθοδικείου κρίθηκε ότι «η υπαγωγή για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών στη νομοθεσία περί ΕΦΚΑ είναι αντισυνταγματική λόγω του υπερβολικά χαμηλού ποσοστού αναπλήρωσης που προκύπτει και ότι, μετά τη θέση εκποδών ως αντισυνταγματικής της εν λόγω νομοθεσίας, εφαρμόζεται για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών η προϊσχύσασα νομοθεσία».

Το ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο εξηγεί ότι σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, είναι υποχρεωμένο κατά το Σύνταγμα να σέβεται τις αποφάσεις του Μισθοδικείου και επαναλαμβάνει ότι η σιωπηρή άρνηση της διοίκησης να προβεί στον επανακανονισμό των συντάξεων είναι «μη νόμιμη και ακυρωτέα».

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη».

Η πρώτη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου

Προχθές πάντως, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε κατά πλειοψηφία (28-3) απόφαση, σύμφωνα με την οποία οι συντάξεις των δικαστικών λειτουργών πρέπει να επανέλθουν στα επίπεδα προ του 2012.

Σύμφωνα με την απόφαση είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της Διοίκησης-Πολιτείας για επανακανονισμό της σύνταξης του πρώην προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νίκου Αγγελάρα, που είχε προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο, διότι όφειλε η Διοίκηση-Πολιτεία να υπολογίσει τη σύνταξή του μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες από το Μισθοδικείο ως αντισυνταγματικές σχετικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.

Δηλαδή, εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) είναι οι προϊσχύσασες διατάξεις του «νόμου Κατρούγκαλου» (νόμος 4387/2016).