Το πρόσωπο του Χένρι Κίσινγκερ, μιας από τις σπουδαιότερες μορφές της διεθνούς διπλωματίας τον 20ό αιώνα, έχει αποτυπωθεί με τα μελανότερα χρώματα στην ελληνική ιστορία. Ο Αμερικανός διπλωμάτης και πρώην υπουργός εξωτερικών, ο οποίος εγκατέλειψε τα εγκόσμια το πρωί της 30ης Νοεμβρίου στην προχωρημένη ηλικία των 100 ετών, βαρύνεται στη συλλογική ελληνική συνείδηση για πολλά. Το σπουδαιότερο απ’ όλα, ότι δεν απέτρεψε (παρ’ ότι μπορούσε να το κάνει) την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, η οποία έφερε τη ντε φάκτο διχοτόμηση του νησιού και δημιούργησε μια τεράστια πληγή, η οποία είναι ανοιχτή μέχρι τις μέρες μας.

Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους ανθρώπους που βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης και λαμβάνουν αποφάσεις, ο Κίσινγκερ είχε φανατικούς θαυμαστές και ορκισμένους εχθρούς. Παρ’ ότι υπηρέτησε τη διεθνή διπλωματία μόλις για 8 χρόνια (1969-1977) υπό δύο Αμερικανούς προέδρους (Ρίτσαρντ Νίξον και Χένρι Φορντ), ο Χένρι Κίσινγκερ επηρέασε βαθιά τα πράγματα σε όλη την υφήλιο για δεκαετίες. Ο ίδιος αποκαλούσε τον εαυτό του «ρεαλιστή», αλλά στις αποφάσεις του επέδειξε έναν κυνισμό σε σημείο απανθρωπιάς. Ο ρεαλισμός με τον κυνισμό, άλλωστε, είναι δίδυμα αδέλφια.

Αναλυτικό αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του Χένρι Κίσινγκερ θα χρειαζόταν πολλές χιλιάδες λέξεις. Αξίζει, όμως, να παρατεθούν έστω αποσπασματικές στιγμές και εικόνες από τα όσα έζησε και τα όσα έκανε.

Η μετακόμιση στις ΗΠΑ και ο αμερικανικός στρατός

Γεννημένος στο Φιρθ της Βαυαρίας το 1923, ο Κίσινγκερ έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον από μικρός για το διάβασμα και το ποδόσφαιρο. Αγωνιζόταν μάλιστα στην τοπική ομάδα (η Γκρόιτερ Φιρθ ήταν μεγάλο όνομα του γερμανικού ποδοσφαίρου την εποχή εκείνη) στην εφηβεία του, όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει οικογενειακώς τη χώρα και να μετακομίσει στις ΗΠΑ. Αιτία ήταν, φυσικά, η εβραϊκή καταγωγή του. Ο δάσκαλος πατέρας του έχασε τη δουλειά του, ο ίδιος ο Κίσινγκερ δεν μπορούσε να γραφτεί σε γυμνάσιο για ανώτερες σπουδές και βίωνε σχεδόν καθημερινά ξυλοδαρμούς και ταπεινώσεις από συνομήλικούς του της ναζιστικής νεολαίας.

Στα 15 του μετακόμισε στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ, όπου και αποφάσισε να υπηρετήσει στον αμερικανικό στρατό στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αφού έγινε Αμερικανός πολίτης το 1943, ο Χένρι Κίσινγκερ μεταφέρθηκε στο δυτικό μέτωπο ως απλός στρατιώτης, αλλά διακρίθηκε αμέσως. Παρ’ ότι δεν είχε βαθμό, του ανατέθηκε να διοικήσει μια ολόκληρη πόλη, το Κρέφελντ που βρίσκεται στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, επειδή γνώριζε γερμανικά. Μέσα σε οκτώ ημέρες είχε οργανώσει πολιτική διοίκηση, και οι ανώτεροί του τον έστειλαν πακέτο στην υπηρεσία κατασκοπείας (CIC) του αμερικανικού στρατού. Λίγα χρόνια αργότερα έγινε και δάσκαλος στη σχολή της CIC.

Με το που επέστρεψε στις ΗΠΑ ο Χένρι Κίσινγκερ σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Χάρβαρντ, απ’ όπου αποφοίτησε με «summa cum laude», τον ανώτερο ακαδημαϊκό έπαινο του πανεπιστημίου. Η πτυχιακή του εργασία για την εξωτερική πολιτική ήταν 400 σελίδες και πάνω από 35.000 λέξεις. Συνέχισε τις σπουδές του στο ίδιο πανεπιστήμιο και αποφοίτησε ως δόκτωρ φιλοσοφίας το 1954. Διεκδίκησε διάφορες θέσεις κυβερνητικού συμβούλου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής κι εργάστηκε στο ινστιτούτο Ροκφέλερ, πλην όμως ήθελε πολύ να ανακατευτεί με την πολιτική.

Για τρεις εκλογικές περιόδους ο Χένρι Κίσινγκερ ήταν σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Νέλσον Ροκφέλερ, ο οποίος διεκδίκησε το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις εκλογές (1960, 1964, 1968) και σε όλες απέτυχε. Παρ’ ότι είχε χαρακτηρίσει τον Ρίτσαρντ Νίξον ως «επικίνδυνο» και «κάκιστη επιλογή για την προεδρία», δεν δίστασε όταν συναντήθηκαν από κοντά να τον κολακέψει και να του υποσχεθεί ότι θα τον βοηθήσει στην εκλογή του. Ο Νίξον όχι μόνο δεν τον ξέχασε, αλλά από το 1969 που ανέλαβε πρόεδρος τον διόρισε Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας. Το 1973 ο επόμενος πρόεδρος Τζέραλντ Φορντ τον αναβάθμισε σε υπουργό Εξωτερικών.

Χένρι Κίσινγκερ: Οι κρίσιμες αποφάσεις

Σ’ αυτή την οκταετία o Χένρι Κίσινγκερ πραγματικά έλυνε και έδενε στην εξωτερική πολιτική όλης της υφηλίου. Ανάμεσα στις κομβικές του αποφάσεις ήταν:

  • Η αμερικανο-κινεζική προσέγγιση, κάτι αδιανόητο ως τότε. Ο Χένρι Κίσινγκερ όχι μόνο ταξίδεψε στην Κίνα (αν και δεν υπήρχαν διπλωματικές σχέσεις μεταξύ τους), αλλά πρωτοστάτησε στο λεγόμενο détente (ύφεση), την αποκατάσταση των σχέσεων, χωρίς παράλληλα να εγκαταλείπει την Ταϊβάν. Οπαδός της φόρμουλας των δύο κινεζικών κρατών στον ΟΗΕ, όταν είδε ότι αυτό δεν γίνεται, προχώρησε στην λεγόμενη «αλλαγή», δηλαδή την ένταξη της Λαϊκής Δημοκρατίας στον ΟΗΕ ως νόμιμης κινεζικής κυβέρνησης. Γι’ αυτό και η Κίνα ήταν η πρώτη επίσημη κυβέρνηση που εξέδωσε συλλυπητήρια ανακοίνωση για τον χαμό του.
  • Το τέλος του πολέμου στο Βιετνάμ. Μια κατάσταση που είχε στοιχίσει πολύ στις ΗΠΑ οικονομικά, αλλά κυρίως κοινωνικά, κι έμοιαζε τόσο μπερδεμένη που δεν φαινόταν οδός διαφυγής. Ο Χένρι Κίσινγκερ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει σε συνέντευξή του τον πόλεμο «ανώφελο» το 1973 και πρωτοστάτησε στην υπογραφή της Συνθήκης του Παρισιού, στην ουσία την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από την περιοχή. Γι’ αυτή την απόφαση κέρδισε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 1973.
  • Απόσχιση του Μπαγκλαντές. Τεράστια κρίση στην ινδική υποήπειρο, με το ανατολικό μέρος του Πακιστάν να ανακηρύσσει ανεξαρτησία ως Μπαγκλαντές το 1971. Οι ΗΠΑ ήταν σταθεροί σύμμαχοι του Πακιστάν και του τότε δικτάτορα Γιαχία Χαν, όμως ο Χένρι Κίσινγκερ δεν αποτόλμησε μια επέμβαση στην περιοχή για να τον στηρίξει να διατηρήσει τη χώρα ενωμένη. Αρκετά χρόνια αργότερα διέρρευσαν και πολλά άσχημα σχόλια που έκανε για την τότε πρωθυπουργό της Ινδίας Ίντιρα Γκάντι (την αποκαλούσε «σκύλα» στις προσωπικές συνομιλίες του με τον Νίξον) και τους Ινδούς γενικότερα (τους αποκαλούσε «μπάσταρδους»), για τα οποία εξέφρασε τη λύπη του.
  • Επαναπροσέγγιση με την ΕΣΣΔ. Ήταν από τους πρωτεργάτες της συμφωνίας SALT I (Strategic Arms Limitation Talks) για τον περιορισμό των συμβατικών όπλων στην Ευρώπη, ένα σημαντικό βήμα ηρεμίας με τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ μετά την σοβιετική επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία το 1968.
  • Ο Αραβο-ισραηλινός πόλεμος του Γιομ Κιπούρ (1973). Μια σύρραξη που απείλησε την παγκόσμια ειρήνη, πλην όμως ο Χένρι Κίσινγκερ αποφάσισε να τραβήξει τα λουριά τόσο στο Ισραήλ, όσο και στην Αίγυπτο την κρίσιμη στιγμή, ώστε να μην εμπλακούν οι Σοβιετικοί.
  • Τουρκική εισβολή στην Κύπρο (1974). Ο ίδιος ο Χένρι Κίσινγκερ έχει παραδεχτεί ότι είχε πληροφόρηση για την απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου από την ελληνική χούντα και δεν απέτρεψε το καθεστώς Ιωαννίδη από το να το πραγματοποιήσει. Αυτή του η στάση ερμηνεύτηκε (όχι άδικα) από την ελληνική πλευρά ως αποδοχή του καθεστώτος και ένα κλείσιμο του ματιού στην Τουρκία να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία και να εισβάλει. Παρ’ ότι ο Κίσινγκερ είπε μερικά χρόνια μετά ότι κατά τη γνώμη του το κυπριακό «λύθηκε» το 1974 με την εισβολή και κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού από την Τουρκία, αργότερα φάνηκε να υπαναχωρεί και να παραδέχεται ότι δεν χειρίστηκε σωστά την υπόθεση.
  • Διάφορα πραξικοπήματα και στήριξη ανελεύθερων καθεστώτων στη Λατινική Αμερική. Το «πράσινο φως» που έδωσαν οι ΗΠΑ στον Αουγκούστο Πινοσέτ να ανατρέψει τον εκλεγμένο πρόεδρο Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή ή στον στρατηγό Βιντέλα να ανατρέψει την εκλεγμένη Ισαμπέλ Περόν στην Αργεντινή είναι μερικές μόνο από τις «παρεμβάσεις» του σε μια περιοχή όπου, ούτως ή άλλως, οι ΗΠΑ ήταν εξαιρετικά ενεργές εκείνη την περίοδο.

Πέρα απ’ όλα αυτά, ο Χένρι Κίσινγκερ υπήρξε μια ιδιαίτερα αντιδημοφιλής φιγούρα στην Ελλάδα και λόγω μιας δήλωσης που ποτέ δεν έκανε. Σύμφωνα με ένα δημοσίευμα του περιοδικού  «Νέμεσις» το 1997 (αναδημοσίευση ενός άρθρου της Turkish Daily News) ο Κίσινγκερ κατά τη διάρκεια μιας βράβευσής του σε ξενοδοχείο της Ουάσιγκτον το 1994 είχε πει από μικροφώνου ότι «ο λαός των Ελλήνων είναι αναρχικός και δύσκολος να τιθασευτεί» και θα πρέπει «να πλήξουμε τη γλώσσα του, τη θρησκεία του, και τα ιστορικά του αποθέματα».

Όλη αυτή η ιστορία διαψεύστηκε κατηγορηματικά από τον ίδιο τον Χένρι Κίσινγκερ και εγγράφως. Τόνισε ότι ουδέποτε είχε βραβευτεί εκείνη την περίοδο, ούτε και φυσικά έκανε τέτοια δήλωση. Παρά τις εκτεταμένες έρευνες που έγιναν (και από ελληνικές εφημερίδες της εποχής), πράγματι δεν υπήρξαν αποδείξεις ούτε για παρουσία του σε κάποια βράβευση, ούτε φυσικά και για τη δήλωση. Φυσικά αυτό δεν απέτρεψε όποιον ήθελε να την αναπαράγει να το κάνει. Συχνά-πυκνά η δήλωση αυτή εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια ως αυθεντική και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

*Φωτογραφία: GettyImages