Για να γίνει ένα ποδοσφαιρικό θαύμα, γιατί τέτοιο ήταν αυτό που έγινε το 2004 στο Euro της Πορτογαλίας όσο κι αν προσπάθησαν αρκετοί να το εκλογικεύσουν μετά, απαιτείται να ενωθούν όλες οι τελίτσες που σχηματίζουν το σπάνιο προφίλ αυτού που λέμε «σπουδαίο». Και να υπάρχει μια βάση εκκίνησης. Αυτό, για μας, για την Εθνική Ελλάδας, ήταν ο Ότο Ρεχάγκελ.

Ετών 85 από σήμερα (9/8). Αλλά «αιώνιος» γι’ αυτό που μας πρόσφερε, γι’ αυτό που μας χάρισε. «Τα μεγάλα τουρνουά αναπνέουν από τις μεγάλες εκπλήξεις» είχε πει κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του έπους της Πορτογαλίας. Η φωνή της λογικής, η βορειοευρωπαϊκή εξισορρόπηση του μεσογειακού (ελληνικού) ενθουσιασμού.

Τα ετερώνυμα έλκονται – καλά μας τα ‘μαθαν στο σχολείο

Αν το δούμε ψυχρά, αν προσπαθήσουμε να το προσεγγίσουμε αποστασιοποιημένα, δεν ταιριάζαμε. Ο Γερμανός κόουτς ουδεμία σχέση είχε με την ελληνική ποδοσφαιρική σκέψη. Αλλά στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία δια της αντίθεσης προέκυψε μια μαγική σύνθεση.  

Θα ήταν λάθος να πούμε πως οι διεθνείς έπαιζαν και για τον προπονητή. Βασικά αν ακούσεις πώς μιλάνε ακόμα και σήμερα για τον άλλοτε κόουτς τους, δεν θα εντοπίσεις ζεστασιά στη φωνή τους, ούτε θα νιώσεις κάποιου είδους αγάπη να ξεχειλίζει. Θα εισπράξεις όμως, γνήσια και ανόθευτα, το σεβασμό και την εκτίμηση που έχουν απεριόριστα προς τον άνθρωπο που τους καθοδήγησε σωστά και βήμα βήμα προς τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας τους.

Επειδή συμμάζεψε κάτι που μέχρι την άφιξή του ήταν σκορποχώρι. Επειδή δημοσίως ήταν πάντα ασπίδα γι’ αυτούς. Επειδή δεκάρα δεν έδωσε ποτέ γι’ αυτό που λέμε πιέσεις και ισορροπίες – δεν ‘πα να του λέγανε ό,τι θέλανε παράγοντες και παρατρεχάμενοι, αυτός (θα) έκανε το δικό του.

Ναι, είχε τα «σκαλώματα» του. Υπήρξαν, αναπόφευκτα, στιγμές έντασης. Μια που είχε σηκώσει πολύ σκόνη τις μέρες της Πορτογαλίας ήταν ένα θερμό επεισόδιο που είχε με τον Μιχάλη Καψή στο ημίχρονο του αγώνα με τη Γαλλία.

Ήταν μία από τις λίγες φορές που ο Ότο Ρεχάγκελ υπήρξε άδικος. Λάθη έκανε, όλοι κάνουν, συγχωρούνται. Αλλά εκείνη τη φάση τον κατέβαλε το άγχος των περιστάσεων και δεν φέρθηκε σωστά. Οι διεθνείς δεν του το κράτησαν, αλλά δεν το ξέχασαν κιόλας. Και είναι φανερό, αν δούμε τις εικόνες από τα μυριάδες καρέ της εποχής, πως ο Γερμανός δεν ήταν ένα με την ομάδα στη διάρκεια των πανηγυρισμών.

Ρεχάγκελ

Ας είναι. Το είπαμε, το ξαναλέμε. Δεν ήταν ανάγκη να είναι φίλοι. Ήταν ανάγκη να συνεργαστούν ο καθείς στο τοπ του από πλευράς δυνατότητων. Κι αυτό συνέβη, και γι’ αυτό το σηκώσαμε το «τιμημένο».

Τα πρότερα best of του ξεχωριστού χερ Ότο Ρεχάγκελ

Ο Ότο Ρεχάγκελ άλλωστε, μόνο άμαθος δεν ήταν στις υπερβάσεις. Δικό του είναι και ένα από τα μεγαλύτερα WTF του γερμανικού ποδοσφαίρου. Πήρε την Καϊζερσλάουτερν από τη Β’ Κατηγορία και στη σεζόν της επιστροφής στην Bundesliga (1997-98) την έστεψε πρωταθλήτρια Γερμανίας. Δίχως το Euro 2004 αυτό θα ήταν το μεγαλύτερο των έργων του. Κι ας είχε 2 πρωταθλήματα, 2 Κύπελλα και ένα Κύπελλο Κυπελλούχων στα 14 χρόνια (1981-95) που έκατσε στον πάγκο της Βέρντερ Βρέμης.

Και το «θαύμα Λάουτερν» συνέβη αφού είχε προηγηθεί μια αποτυχημένη θητεία στην Μπάγερν Μονάχου. Σε ένα κλαμπ μεγαθήριο, δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί, να προτάξει στοιχεία που θα τον έκαναν ξεχωριστό. Αλλά έμελλε να πάρει μια μεγαλειώδη ρεβάνς από όσους τον λοιδορήσαν τότε.

Θα γινόταν πολλαπλάσια καλύτερο μετά, στην Εθνική Ελλάδας. Ο μέγιστος θρίαμβος. Μόνο να φανταστούμε τι υπερηφάνεια θα ένιωσε όταν αμέσως μετά το 2004 συζητήθηκε σοβαρά το ενδεχόμενο να αναλάβει ομοσπονδιακός τεχνικός της Γερμανίας.

Η Bild χαρακτηριστικά είχε βγει με τον εξής τίτλο: «Ρέχακλες (σ.σ. προσωνύμιο που συνδύαζε το Ρεχάγκελ με το Hercules/ Ηρακλή) , η Γερμανία σε χρειάζεται!». Για δες. Ο «περίεργος», ο «ξεπερασμένος», ο «λίγος» όπως τον έλεγαν ΜΜΕ και φίλαθλοι, είχε προσπεράσει την κριτική και τη χλεύη με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Διάρκεια, πειθαρχία, συνέπεια, όλα με το δικό του τρόπο

Στη «γαλανόλευκη» έμεινε ως το 2010, σε 106 αγώνες είχε απολογισμό 52 νίκες, 22 ισοπαλίες, 32 ήττες. Του πιστώνεται (και) πως όλο αυτό το διάστημα κράτησε την ομάδα σε υψηλότατο επίπεδο. Από μεγάλα τουρνουά, απουσιάσαμε μόνο από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006 (στη Γερμανία, τον πείραξε πολύ που δεν μπόρεσε να είναι παρών στα μέρη του). Στο Euro 2008, στο Μουντιάλ του 2010, ήμασταν εκεί, ήμασταν υπολογίσιμοι.

Ρεχάγκελ

Ποτέ δεν γίναμε «αχτύπητοι», θα ήταν ουτοπία και μόνο ως σκέψη. Ωστόσο κανείς δεν ήθελε να παίζει μαζί μας επί ημερών του «Βασιλιά Όθωνα». Βγάζαμε το λάδι στους «μεγάλους», κάναμε σχεδόν πάντα αυτό που έπρεπε στα ματς που ήταν στα μέτρα μας. Είχαμε διάρκεια, είχαμε πειθαρχία, ξέραμε τι θέλαμε και πού πάμε. Είχαμε βέβαια και καλούς παίκτες – απ’ αυτό ξεκινάνε όλοι.

Με αμυντικό-συντηρητικό στιλ παιχνιδιού; Αναμφίβολα και μόνιμος ψόγος. Όχι πάντως επειδή του άρεσε. Αλλά επειδή έκρινε πως με βάση το υλικό που διαχειριζόταν αυτή ήταν η μόνη επιλογή. Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε.

Συζητήσιμο αν θα μπορούσε να είχε ανανεώσει περισσότερο την ομάδα στην πάροδο των ετών κι αν αυτή τη στασιμότητα τη βρήκαμε μετά μπροστά μας όταν σταμάτησαν οι «παλιοί». Όμως έτσι λειτουργούσε.

Με το που έβρισκε κορμό, με το που κατέληγε ποιοι του κάνουν, δύσκολα έβαζε άλλους μέσα στο «σπίτι» του. Ήταν άδικο για αρκετούς που έβλεπαν να μην καλούνται ή να μην παίζουν, ήταν ένα κόστος που πήγαινε «πακέτο» με τον Ότο Ρεχάγκελ. Αυτός ήταν ως κόουτς, έτσι σκεφτόταν και δρούσε.

Η τακτική δεν ήταν το φόρτε του, ούτε η προπόνηση. Η προσέγγιση, ήταν. Τα κατάλληλα λόγια που θα εμπνεύσουν, θα κινητοποιήσουν τον παίκτη. Όχι μόνο για την μπάλα. Για οτιδήποτε έκρινε πως θα βελτίωνε την κατάσταση, ατομικά και συλλογικά.

Με το που έφυγε από τα μέρη μας, έκανε μια προσπάθεια επιστροφής στην Bundesliga. Δεν τα πήγε καθόλου καλά με τη Χέρτα Βερολίνου. Ανέλαβε μεσούσης της σεζόν, χωρίς να μπορέσει εν τέλει να την οδηγήσει στη σωτηρία (2012).

Κάπου εκεί κατάλαβε πως δεν είχε την ενέργεια και τη διάθεση να συνεχίσει σε μια δουλειά που δεν μπορείς να κάνεις αν δεν είσαι στο 100% όλη την ώρα. Αποσύρθηκε από το ποδόσφαιρο. Έχοντας ζήσει κάθε στιγμή ως το μεδούλι προηγουμένως. Πρώτα ως παίκτης (ένας αμυντικός που δεν ήθελες να πέσεις πάνω του, σκληρός και πεισματάρης όσο λίγοι) και απείρως περισσότερο μετά, ως προπονητής.

Μια εξαίρεση, φωτεινή όσο και στενάχωρο

Το ότι η χρυσή ευκαιρία του 2004 πέρασε εντελώς αναξιοποίητη από το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν χωρά αμφιβολία. Μάλλον χειρότεροι γίναμε με τα χρόνια. Παραδομένοι σε ένα κύκλο παρακμής που δηλητηριάζει κάθε έκφανση του σπορ και οδηγεί σε τραγωδίες όπως αυτή με τον 29χρονο Μιχάλη στη Νέα Φιλαδέλφεια, γεμίζοντάς όλους μας με βασανιστικά ερωτήματα.

Υπό μια έννοια, δεν τα καταφέραμε επειδή δεν αφήσαμε κι άλλους «Ρεχάγκελ» να μπουν στο ποδόσφαιρο μας και να το αναμορφώσουν. Επειδή δεν τους δώσαμε χώρο να αναπνεύσουν, να μας πάρουν από το χέρι και να μας δείξουν το δρόμο το σωστό. Να μας μονιάσουν, γιατί τέτοιοι είμαστε, έτοιμοι να αρπαχτούμε ο ένας με τον άλλον.

Ξεχνάμε συχνά όταν μιλάμε για τον Γερμανό προπονητή πως το πρώτο του ματς στον πάγκο της Εθνικής συνδυάστηκε με συντριβή. Ένα εφιαλτικό 5-1 στη Φινλανδία, το Σεπτέμβριο του 2001. «Μία από τα ίδια», «Τι θέλει εδώ ο άσχετος» κι ένα σωρό άλλα, διόλου ευγενικά, γράφτηκαν και ειπώθηκαν τότε. Έλα όμως που η καλή ημέρα δεν φαίνεται πάντα από το πρωί.

Ρεχάγκελ

Αυτό το ματς, το χρησιμοποίησε ως οδηγό για όλα όσα έπρεπε να διορθωθούν σε πρόσωπα και πράγματα. Στην ουσία, στον καιρό του, η «Γαλανόλευκη» ήταν ένας οργανισμός που μπόρεσε να λειτουργήσει ανεξάρτητα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και να αφήσει στην άκρη αγκυλώσεις και τυχόν τοξικότητες.

Μέχρι αποδείξεως του εναντίου, ο Ρεχάγκελ θα παραμείνει μια φωτεινή εξαίρεση για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Μαζί, για πάντα, ο άνθρωπος που μας χάρισε μια από τις πιο μαγικές δευτερεύουσες στιγμές της ζωής μας, την οποία όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα θυμόμαστε με νοσταλγία και χαρά. Χαίρε, ω χαίρε, βασιλιά Ότο!

Photo Credits: Eurokinissi