Αν έπρεπε να εξηγήσουμε τι σημαίνει σύγχρονη ελληνική κουζίνα, αυτό το πιάτο, αυτός ο μεζές, θα ήταν η εξήγηση χωρίς λέξεις. Όπως μια εικόνα ισοδυναμεί με 1000 λέξεις, έτσι και αυτό το πιάτο, μια μπουκιά, ισοδυναμεί με όλα όσα πρέπει να ξέρεις για το νέο μονοπάτι που έχει χαραχθεί στην εστίαση για την ελληνική κουζίνα. Οι κροκέτες παντώς είδους είναι μια μεγάλη τάση, στο παρελθόν έχουμε δει τις μουσακοκροκέτες, που είναι το πιο must, προσφάτως όμως γεύτηκα στο εστιατόριο Σεράμικο μια εξίσου υπέροχη εκδοχή, τις κροκέτες κόκορα. Και όχι μόνο, αλλά και τα καλύτερα φασολάκια που έχω φάει, χωρίς να περιέχουν σάλτσα και πατάτες. Μια εκδοχή μακριά από την παραδοσιακή, μα συναρπαστική.
Ένα «νέο-γαστροστέκι- με-έμφαση-στο-sharing»; Μία «επικαιροποιημένη εκδοχή του… παλιού μεζεδοπωλείου»; Το Σεράμικο στον Κεραμεικό είναι όλα αυτά, αλλά και ταυτόχρονα κάτι πολύ πιο «μαγειρεμένο»: είναι σαν την εγκάρδια πρόσκληση «έλα να φάμε μαζί» μιας πληθωρικής Σαλονικιάς μαγείρισσας που κατέβηκε στην Αθήνα και μαγειρεύει με τη φρεσκάδα του Βαρδάρη, τις μνήμες της Σμύρνης, τις μυρωδιές της γιαγιάς και τις τεχνικές έμπειρου σεφ. Όσο για το νέο του μενού; Μια πεντανόστιμη μπουκιά τού «εδώ και τώρα» της ελληνικής κουζίνας.
Ως Αθηναίος Βενιαμίν της οικογένειας του θρυλικού Σέμπρικου στη Θεσσαλονίκη, το Σεράμικο ήρθε για να δημιουργήσει τον δικό του χαμό και τη δική του ανεξάρτητη ιστορία στον αριθμό 109 της Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στρατηγικά τοποθετημένο στον Κεραμεικό, σε μια γειτονιά, όπου ακόμα ανασαίνουν δυνατά έννοιες όπως «ανθρώπινη επαφή», «νοιάξιμο» και «παρέα», εκεί που οι τοίχοι έχουν κρατήσει σαν φυλαχτό την πέτρα του παλιού αθηναϊκού λατομείου και το μωσαϊκό στο πάτωμα δεν είναι απλώς διακοσμητικό μοτίβο, αλλά περήφανο souvenir ενός πολύτιμου ελληνικότατου παρελθόντος, εκεί ακριβώς το Σεράμικο σε προσκαλεί να μοιραστείς τη φιλοσοφία του: το ότι δηλαδή ένα πιάτο φαγητό, όπως ακριβώς και οι ιστορίες, όπως ακριβώς και η ζωή, αποκτά ουσία, νόημα και απολαμβάνεται περισσότερο όταν το μοιράζεσαι.

Το Σεράμικο δεν «φτιάχτηκε». Ζυμώθηκε. Πρώτα στα τραπέζια του Σέμπρικου στην περιοχή των Δικαστηρίων στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια στα σπίτια της Ντόχα, όπου η συνιδιοκτήτριά του Σάντρα Αγοροπούλου αναζητούσε -με τη βοήθεια του αδερφού της Ηλία, ιδιοκτήτη του Σέρμπικου- το επόμενό της βήμα, καθώς ονειρεύονταν την μετά Covid επιστροφή της οικογένειάς της στην Ελλάδα.
Η αισθητική του, που φέρει κι αυτή την υπογραφή του, επίσης, Θεσσαλονικιού Σάββα Λεσπουρίδη, θυμίζει κάτι ανάμεσα σε αριστοκρατικό καφενείο του περασμένου αιώνα και σε μοντέρνο bistro. Η πέτρα που έχει παραμείνει ατόφια στους τοίχους από τότε που ο χώρος αποτελούσε μέρος παλιού λατομείου της περιοχής, το παλιό μωσαϊκό, το ανεπιτήδευτο ξύλο, οι κεραμικές λεπτομέρειες της Κατερίνας Λατούφη και η λακωνική διακόσμηση δημιουργούν μία ατμόσφαιρα καθαρή, διαυγή που δεν φωνάζει, αλλά σου κλείνει το μάτι, ψιθυρίζοντάς σου «καλώς ήρθες», «χαλάρωσε» ή και «κάτσε λίγο ακόμα».
Και μετά περνάς στο μενού. Για να καταλάβεις ότι εδώ αισθητική και γεύση μιλούν την ίδια γλώσσα…
Ο βόρειος δεσμός της γεύσης

«Η φιλοσοφία της κουζίνας μας είναι το ίδιο το μαγείρεμα» αναφέρει αντί συστάσεων ο σεφ του εστιατορίου Γιώργος Μποϊδάνης, Βορειοελλαδίτης ων. «Είναι να πάρουμε μια ωραία πρώτη ύλη, να τη μαγειρέψουμε σωστά, να τη μαγειρέψουμε νόστιμα. Είμαστε οπαδοί των καθαρών, γεμάτων γεύσεων, των μπαχαρικών και των μυρωδικών που ξυπνάνε αναμνήσεις».
Στο Σεράμικο, τα πιάτα δεν ψάχνουν να εντυπωσιάσουν. Θέλουν να συγκινήσουν. Να σε κάνουν να σκεφτείς αυθόρμητα και με απλά ελληνικά «Α, ρε μάνα, τι μου ’φτιαχνες…», αλλά σε μια ανανεωμένη, πιο πονηρή εκδοχή.

Εδώ θα σερβιριστείς μνήμες βγαλμένες από τις αυλές και τα τσουκάλια των γιαγιάδων της Μικράς Ασίας, από τα τηγάνια μιας γεμάτης φροντίδας Σαλονικιάς μάνας που γι’ αυτήν το «σε ταΐζω» είναι το πιο δυνατό της «σ’ αγαπώ». Με fine dining background, αλλά με τα πόδια του βαθιά ριζωμένα στη γη και στη ρίγανη, ο Γιώργος Μποϊδάνης ποντάρει στις ελληνικές πρώτες ύλες, στις μικρασιατικές καταβολές του, στην εποχικότητα, την φρεσκάδα των υλικών αλλά και στις… δημοσκοπήσεις των πελατών και ετοιμάζει ένα μενού που καταλήγει να εξελιχθεί στο comfort food που δεν ήξερες ότι χρειάζεσαι.

Ειδικά για το ολοκαίνουργο μενού με το οποίο υποδέχεται τη νέα καλοκαιρινή σεζόν, δίπλα στα best seller πιάτα, όπως το συκώτι με τα μανιτάρια ή τα χόρτα με τον καβουρμά, έχει προσθέσει επιλογές όπως η ντοματοσαλάτα Καλύμνου ή η ταλιάτα μαύρου χοίρου με πουρέ ρεβιθιού και σωτέ λαχανικά. Όσο για τα γλυκά, δίπλα στη σταθερή αξία του Αρμενοβίλ ,προστίθενται πόντοι από πειρασμούς, όπως η σοκολάτα με παγωτό ανθόγαλα, χώμα κακάο και σάλτσα καραμέλας.

Ομοίως η λίστα κρασιών που έχει επιμεληθεί η Έλλη Τεντζεράκη διαθέτει αποκλειστικά ελληνικές ετικέτες με τους μικρούς παραγωγούς να δημιουργούν μεγάλες στιγμές, όπως το ροζέ του Δουλουφάκη από την Κρήτη, που σε απενοχοποιεί από την πρώτη γουλιά, αφού σε πείθει ότι για να απολαύσεις ένα κρασί δεν χρειάζεται να ξέρεις από τανίνες. Αλλά μόνο να τσουγγρίζεις το ποτήρι και να λες «στην υγειά μας». Γιατί και εδώ το κρασί είναι μελετημένο όπως και το φαγητό: για να περνάει από χέρι σε χέρι και από γέλιο σε γέλιο.
Με λίγα λόγια, το Σεράμικο δεν ήρθε για να πει την ιστορία μας. Ήρθε να τη μαγειρέψει. Και να τη μοιραστεί μαζί μας και με την παρέα μας. Μπουκιά τη μπουκιά. Με λίγο μυρωδικό παραπάνω. Κι ένα ποτήρι κρασί που δεν τελειώνει ποτέ, γιατί κάπου θα βρεθεί κάποιος να σου το ξαναγεμίσει.

📍Μεγάλου Αλεξάνδρου 109-111, Κεραμεικός
Λειτουργία: Καθημερινές: 18:00 – 00:00
Σαββατοκύριακα: 14:00 – 00:00
Κρατήσεις: 21 0342 1080