Το καλλιτεχνικό κριτήριο δεν μπορεί και, ευτυχώς, δε θα γίνει ποτέ αντικειμενικό. Το τι θεωρεί κανείς καλό ή καλύτερο από κάτι άλλο και πιο άξιο για να πάρει ένα Όσκαρ, είναι κάτι που ποικίλλει. Αυτό δε σημαίνει πως δε χρειάζεται να καταθέτουμε την άποψή μας για να γίνεται συζήτηση και να βλέπουμε την οπτική των άλλων και τα κριτήρια με τα οποία εκτιμούν μια ταινία ως καλή ή καλύτερη. Ειδάλλως δε θα είχε και νόημα να υπάρχουμε σε οργανωμένες κοινωνίες. Εκφράζουμε τις απόψεις μας για να ακούσουμε το διαφορετικό και να συνομιλήσουμε.

Η απονομή των Όσκαρ το ξημέρωμα της 11ης Μαρτίου, είναι μια απονομή που φαίνεται να κύλησε ομαλά, να προκάλεσε όσο το δυνατόν λιγότερες αντιδράσεις ως προς το ποιος πήρε ή όχι το βραβείο. Κι ο καθένας από εμάς, ανάλογα με το πόσο ασχολείται με το σινεμά και τα βραβεία, αποδέχεται ή αρνείται να αποδεχτεί ότι πήρε βραβείο το Χ άτομο αντί ενός άλλου Ψ ατόμου.

Πραγματικά, δεν πιστεύω ότι θα βρει κανείς πολλές κατηγορίες για να πει πως ο νικητής είναι άδικα ο νικητής. Κι εγώ δηλαδή ξεκίνησα αυτό το κείμενο πιστεύοντας πως θα έχω 4-5 περιπτώσεις, αλλά στην πράξη έχω μόνο δύο και αφορούν και οι δύο τα Όσκαρ ανδρικής ερμηνείας. Πάλι, το τονίζω, με βάση τα δικά μου κριτήρια και τον τρόπο που εγώ βλέπω την τέχνη.

Ούτως ή άλλως, πάντα οι διαφωνίες είναι πιο έντονες στα βραβεία ερμηνείας, στη Σκηνοθεσία, στην Καλύτερη Ταινία, άντε και στα σενάρια. Πριν καταθέσω τι πιστεύω πως θα ήταν πιο δίκαιο στο Ά και Β’ Ανδρικό, να πω ότι και στο Καλύτερο Τραγούδι θεωρώ πως άξιζε να κερδίσει ο Ράιαν Γκόσλινγκ με τον Μαρκ Ρόνσον, αλλά δεν είμαι και τόσο σθεναρός ως προς αυτό, ειδικά μετά τη φανταστική ερμηνεία της Μπίλι Άιλις στη διάρκεια της απονομής. Επιχειρηματολογία υπέρ και κατά μπορεί να υπάρξει και στα δύο Όσκαρ Σεναρίου.

Όσκαρ 2024: Οι 2 αδικίες της απονομής και αυτοί που το άξιζαν περισσότερο
(Photo credits: Jeff Kravitz/FilmMagic)

Φτάνουμε λοιπόν στα δύο «επίδικα» Όσκαρ, αφού πω πρώτα πως βλέπω πάντα τις απονομές με τη λογική πως θέλω όλες οι ταινίες να πάρουν κάτι και να επιβραβευτούν και με πιάνει άγχος για όλους τους υποψήφιους (μακάρι να ήταν εφικτό π.χ. να πάρει ένα Όσκαρ το Maestro σε οποιαδήποτε κατηγορία γιατί έκανε πολύ καλή δουλειά ο Κούπερ, απλώς όχι τέτοια που η ταινία να είναι στις 6-7 καλύτερες της απονομής).

Στο Ά Ανδρικό ήταν όλοι τους φανταστικοί. Κι ο Κούπερ κι ο Κόλμαν Ντομίνγκο, λιγότερο απ’ όλους ο Τζόφρι Ράιτ, οπότε πολύ ορθά η αναμέτρηση έκλινε προς Μέρφι και Τζιαμάτι. Όπως γράψαμε κι εδώ, ο Κίλιαν Μέρφι είχε μια σπουδαία ερμηνεία ως τμήμα μιας υπερπαραγωγής, μιας σπουδαίας ταινίας σε κάθε της κομμάτι. Κι αυτό ανέβασε αρκετά ψηλά την ερμηνεία του, όπως το ίδιο συνέβη και με την ερμηνεία του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ και της Έμιλι Μπλαντ που ήταν υποψήφια για Β’ Γυναικείο.

Ο Πολ Τζιαμάτι από την άλλη, είχε μια ερμηνεία που ήταν ένα τσικ καλύτερη, αλλά σε μια λιγότερο εντυπωσιακή ταινία που είχε πολύ δυνατό σενάριο και πολύ υψηλού επιπέδου ερμηνείες. Το The Holdovers ήταν character building από την αρχή, ήταν υποκριτική εξ ορισμού. Το Oppenheimer το διέθετε αυτό σε χαμηλότερη κλίμακα. Ο Τζιαμάτι θα ήταν πιο δίκαιο να πάρει το Όσκαρ. Ίσως να «κάηκε» επειδή είναι Αμερικάνος κι όχι Ιρλανδός ή κάτι τέτοιο. Δίνει έναν ωραίο τόνο το «ο πρώτος Ιρλανδός που παίρνει το Όσκαρ Ά Ανδρικού», όπως συνέβη με τον Μέρφι.

Όσκαρ 2024: Οι 2 αδικίες της απονομής και αυτοί που το άξιζαν περισσότερο
(Photo credits: Jeff Kravitz/FilmMagic)

Στο Β’ Ανδρικό θεωρώ πως έπαιξε τρομερά μεγάλο ρόλο το στόρι του κάθε ηθοποιού, το background. Από τους 5 υποψήφιους, ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ είχε το συνολικό πακέτο, αν και σε επίπεδο ρόλου, ερμηνείας του ρόλου, ήταν μισό σκαλοπάτι πιο πίσω σε σχέση με τον Μαρκ Ράφαλο. Και σε σχέση πάντοτε με την υποκριτική φτιαξιά του καθενός. Ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ είναι γεννημένος για να τραβάει πάνω του τα φώτα, για να πρωταγωνιστεί. Ακόμα και στο Oppenheimer πέτυχε να κάνει τον ρόλο του ισότιμο του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ. Ο Μαρκ Ράφαλο ήταν πάντα ο δευτεραγωνιστής, αυτός που ζούσε στη σκιά. Στα χρόνια των Avengers ήταν ο 5ος τη τάξη Εκδικητής.

Και στο υποκριτικό του παρελθόν, ο Ράφαλο δεν έχει αυτό το «ουάου». Ο Ντάουνι το έχει. Διήνυσε δηλαδή μια πολύ μεγαλύτερη απόσταση για να συναντηθεί με τον χαρακτήρα ο Ράφαλο. Άλλη προφορά, κόντρα χαρακτηριστικά, εξωπραγματική ιστορία, καμία βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να πατήσει. Είχε πολύ ένστικτο και ανακάλυψη μέρα τη μέρα ο ρόλος του Ντάνκαν Γουέντερμπερν στο Poor Things. Δεν είχε κάτι αντίστοιχο ο ρόλος του Στράους στο Oppenheimer.

Όσκαρ
(Photo credits: Jeff Kravitz/FilmMagic)

Θα ήταν μια πολύ πιο δίκαιη τετράδα στα Όσκαρ ερμηνείας το ΝταΒάιν Τζόι Ράντολφ, Μαρκ Ράφαλο, Πολ Τζιαμάτι, Έμμα Στόουν, στα δικά μου μάτια.

Τι με ξενέρωσε στην μετάδοση των Όσκαρ

Συνολικά, η απονομή στο εν Ελλάδι κοινό δεν άφησε μεγάλο αποτύπωμα και σε αυτό δεν ευθύνεται η ίδια η απονομή, αλλά η μετάδοση της Cosmote TV. Δεν θυμάμαι να μου έχει κάνει τόσο αλγεινή εντύπωση τα προηγούμενα χρόνια και όντως δε μου είχε κάνει, γιατί υπήρχε διαφορετική προσέγγιση. Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, ο καλύτερος για μένα στην Ελλάδα στα κινηματογραφικά, και η Ιωσηφίνα Γριβέα, δε μας επέτρεψαν να απολαύσουμε τίποτα απ’ όσα έλεγαν στα Όσκαρ, σαν να μην ακούσαμε τον εναρκτήριο μονόλογο του Τζίμι Κίμελ, προσωπικά με ξενέρωσαν αρκετά. Ένιωθα σα να μη βλέπω Όσκαρ.

Ήταν δε αρκετές οι στιγμές που υπερφλυαρούσαν, που έλεγαν κάτι το παραπάνω, λες και παρουσίαζαν αυτοί τα βραβεία και όχι ο Τζίμι Κίμελ. Ξέρω πως στις επαναλήψεις της απονομής στην Cosmote υπάρχει και η επιλογή να τη δούμε χωρίς ελληνική μετάδοση, με υπότιτλους. Θα έπρεπε να υπάρχει επιλογή να τη δούμε χωρίς σχολιασμό και στο live, κι ας μην υπήρχε δυνατότητα για υπότιτλους. Ήταν πραγματικά κακή η σχολιαστική παρέμβαση, δεν μπόρεσα να απολαύσω καθόλου τους ευχαριστήριους λόγους των ηθοποιών και κανένα από τα fun acts που είχε η βραδιά.

Ο Τζίμι Κίμελ που για μένα είναι ο ιδανικός να παρουσιάζει κάθε χρόνο τα Όσκαρ, φέτος μου φάνηκε λιγότερο αστείος και σχετικά μέτριος. Κι αυτό δε συνέβη γιατί ήταν, αλλά γιατί ο ελληνικός σχολιασμός «κατέστρεψε» το vibe. Το επιβεβαίωσα βλέποντας την απονομή χωρίς σχολιασμό και είχα άλλη εντελώς αίσθηση. Κι αυτό που γράφω δεν είναι η άποψη ενός παράξενου, το διασταύρωσα με αρκετό κόσμο.

Ζούμε σε μια εποχή που η πλειοψηφία του κοινού που έχει Cosmote TV είναι φουλ εξοικειωμένη με τον αμερικάνικο λόγο. Θα έπρεπε να είναι στο κυρίως κανάλι η απονομή χωρίς σχολιασμό και για όποιον δεν μπορεί να κάνει keep up, να υπάρχει σχολιασμός σε άλλο κανάλι. Κι ο λόγος που αυτό έκανε φέτος τόσο έντονα αρνητική εντύπωση, είναι ότι μέχρι πέρσι στον σχολιασμό ήταν ο Λουκάς Κατσίκας και η Ιωσηφίνα Γριβέα και ο Κουτσογιαννόπουλος ήταν στο στούντιο με έναν καλεσμένο και έκαναν σχολιασμό στα διαλείμματα. Ως πέρσι δηλαδή, η παρέμβαση για να γίνεται η μετάφραση, ήταν πιο φειδωλή.