Οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί, που διαφωνούν σε τόσα πολλά, μοιράζονται ένα κοινό δίλημμα για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024 και αυτό δεν είναι άλλο από τον Ντόναλντ Τραμπ. Το ένα κόμμα εξακολουθεί να αγαπά τον τέως Πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά τον φοβάται ως υποψήφιό του. Το άλλο κόμμα φοβάται την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο αξίωμα, αλλά μπορεί να καλωσορίσει την εκ νέου υποψηφιότητά του.

Παρ’ όλο που πάνω από τη μισή χώρα λέει ότι θέλει να ξεπεράσει τον Τραμπ, είναι ευνόητο πως η πολιτική σκηνή των ΗΠΑ δεν μπορεί να ξεφύγει από την επιρροή του κατά την προεκλογική εκστρατεία με φόντο το 2024, σύμφωνα με το «The Αtlantic».

Ο δημοφιλής Τραμπ για τους Ρεπουμπλικάνους

Το πρόβλημα για τους Ρεπουμπλικάνους είναι σαφές. Ο Ντόναλντ Τραμπ παραμένει δημοφιλής σε σημαντικά στοιχεία της βάσης του κόμματος. Μάλιστα, σε αρκετές βασικές αναμετρήσεις του κόμματος, ο Ντόναλντ Τραμπ υποστήριξε συγκεκριμένους υποψήφιους, αλλά όταν εκείνοι δοκιμάστηκαν κατά τις ενδιάμεσες εκλογές, που έγιναν το περασμένο φθινόπωρο, πολλοί από αυτούς έχασαν και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σημείωσε μια αναιμική εμφάνιση παρότι φαινόταν έτοιμο να κυριαρχήσει.

Πλέον, οι Ρεπουμπλικανοί αντιμετωπίζουν μία ακόμα προεδρική υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ και παρά το γεγονός ότι κατηγορήθηκε για υποκίνηση εξέγερσης και υποβλήθηκε σε πολλαπλές ποινικές έρευνες, ο τέως Αμερικανός Πρόεδρος διατηρεί τη φαινομενικά ακλόνητη υποστήριξη περίπου του ενός τρίτου του ρεπουμπλικανικού εκλογικού σώματος. Σε ένα πολυπληθές πεδίο προκριματικών εκλογών, αυτό μπορεί να του είναι αρκετό για να διασφαλίσει το τρίτο συνεχόμενο χρίσμα του.

Απεναντίας, αρκετά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων ελπίζουν – τουλάχιστον σιωπηλά – ότι ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ΝτεΣάντις, θα τους βοηθήσει να απαλλαγούν από τη συνήθεια του Ντόναλντ Τράμπ. Παρ’ όλα αυτά, τα συγκεκριμένα στελέχη των Ρεπουμπλικανών είναι μετρημένα όταν τοποθετούνται δημόσια, καθώς σκέπτονται τους αρκετούς πολιτικούς που έχουν διασταυρωθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ στο παρελθόν, με την καριέρα τους να ολοκληρώνεται άδοξα.

Ο «ευπρόσδεκτος» Τραμπ για τους Δημοκρατικούς

Πάντως, ο νυν Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει λόγους να θεωρεί τον Ντόναλντ Τραμπ ως «σωσίβιο». Η προοπτική μίας ρεβάνς με τον τέως ένοικο του Λευκού Οίκου, κάνει τον 80χρονο Αμερικανό Πρόεδρο να θεωρεί ότι μπορεί να τον νικήσει ξανά, μετά τις εκλογές του 2020.

Ο Τζο Μπάιντεν έχει – τουλάχιστον θεωρητικά – έτοιμο το αφήγημά του για τις προεδρικές εκλογές του 2024, αφού ανέλαβε μία χώρα και μία οικονομία που μαστιζόταν από μια πανδημία, ο ίδιος επέτυχε ανάπτυξη-ρεκόρ με βάση τους αριθμό, σε συνδυασμό με το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα.

Ακόμα, ο Αμερικανός Πρόεδρος που προέρχεται από τους Δημοκρατικούς, παρά το έντονα διχασμένο Κογκρέσο, πέτυχε μία σειρά σημαντικών νομοθετικών επιτευγμάτων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την ανοικοδόμηση των υποδομών της χώρας, τη στήριξη της προηγμένης μεταποίησης της Αμερικής έναντι της Κίνας και την επιτάχυνση της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια. Μάλιστα, ο ίδιος θα υποστηρίξει ότι η ενορχήστρωση της συμμαχικής απάντησης στη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία απέσπασε επαίνους.

Το προβάδισμα του Τραμπ στις δημοσκοπήσεις

Αν και τα δύο κόμματα μπορεί – κατά βάθος – να απεύχονται την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, σε περίπου ενάμιση χρόνο από σήμερα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το ακριβώς αντίθετο.

Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με δημοσκόπηση που ήρθε στο φως της δημοσιότητας την Παρασκευή (17/02) από τη Rasmussen, Εάν η επιλογή ήταν μεταξύ των δύο ανδρών, το 32% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα υποστήριζε τον κυβερνήτη της Φλόριντα, ενώ το 45% δήλωσε ότι θα ψήφιζε τον Ντόναλντ Τραμπ.

Πάντως, μέχρι στιγμής, ο Ντόναλντ Τραμπ και η άλλoτε Αμερικανίδα πρέσβειρα στα Ηνωμένα Έθνη, Νίκι Χέιλι, είναι οι μόνοι που έχουν ανακοινώσει επίσημα την υποψηφιότητά τους για τις προκριματικές εκλογές του 2024.

Φωτογραφία κειμένου: Shutterstock