Μετά από μια εκλογική αναμέτρηση το συνηθισμένο είναι να αναλύει κάποιος τα αποτελέσματα και τις επιδόσεις κάθε κόμματος σε σχέση με διάφορα προφίλ των ψηφοφόρων του: το ηλικιακό, το επαγγελματικό, το χωροταξικό (αν ζουν, δηλαδή, σε πόλη ή σε χωριό). Εσχάτως μας προέκυψε και το θρησκευτικό. Σε τέτοιο βαθμό, που να ψάχνουμε στο Google Maps σε όλη την Ελλάδα να εντοπίσουμε πού υπάρχουν μοναστήρια παλαιοημερολογιτών και να συγκρίνουμε αποτελέσματα συγκεκριμένων κομμάτων με τις γύρω περιοχές.

Οι παλαιοημερολογίτες ήλθαν και πάλι στην επιφάνεια. Η ταύτισή τους με συγκεκριμένα κόμματα της δεξιάς, και η πολύπλευρη στήριξή τους από τον ρωσικό παράγοντα, δίνει μια άλλη διάσταση στις εκλογές που έγιναν, αλλά και σ’ αυτές που θα γίνουν. Προέκυψαν κι ερωτήματα, τα οποία δεν είχαν απασχολήσει με τέτοια ένταση την κοινή γνώμη: Ποιοι είναι; Τι πιστεύουν; Πόσοι είναι; Με ποιον τρόπο στηρίζονται; Και, τέλος πάντων, μπορεί η συμπόρευσή τους με συγκεκριμένα κομματικά μορφώματα να τους μετατρέψει σε παίκτες του πολιτικού παιχνιδιού;

Όλα ίδια, αλλά με 13 μέρες διαφορά

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: Είναι οι παλαιοημερολογίτες αίρεση; Τυπικά η απάντηση είναι καταφατική, καθώς το σώμα πιστών που ακολουθεί το παλαιό ημερολόγιο έχει αποκοπεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία και δεν έχει κοινωνία ούτε με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησιες που ακολουθούν το νέο ημερολόγιο, αλλά ούτε και μ’ αυτές που ακολουθούν το παλαιό (π.χ. πατριαρχεία Μόσχας, Σερβίας). Αν εξαιρεθεί αυτή η διαφορά των 13 ημερών, λογίζονται καθ’ όλα Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ακολουθούν το τυπικό και το τελετουργικό της Εκκλησίας της Ελλάδας.

Ο διαχωρισμός τους από το σώμα της Εκκλησίας της Ελλάδας έγινε πριν ακριβώς 99 χρόνια. Το 1923 η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να ακολουθήσει η χώρα το Γρηγοριανό ημερολόγιο αντί του Ιουλιανού, που σημαίνει ότι η ημερομηνία «μεταφέρθηκε» μπροστά κατά 13 ημέρες. Έναν χρόνο αργότερα η Εκκλησία της Ελλάδας αποφάσισε να συμπορευθεί με το νέο ημερολόγιο, προκαλώντας αντιδράσεις σε συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας.

Οι παλαιοημερολογίτες κατηγόρησαν την Εκκλησία της Ελλάδας ότι υιοθέτησε το Γρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίο ακολουθούν οι Ρωμαιοκαθολικοί κι αυτό ήταν ένα βασικό βήμα υποταγής στον «παπισμό». Ακόμα και σήμερα αν τους ρωτήσει κανείς, θα απαντήσουν ότι η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος (843 μ.Χ.) αναθεματίζει όσους αθετούν τις παραδόσεις.

Όσοι κληρικοί και λαϊκοί αποφάσισαν να επιμείνουν στο παλαιό ημερολόγιο ονομάζονται Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (αρχικά Γ.Ο.Χ.). Αυτοί, όμως, δεν λειτουργούν σαν ένα σώμα. Μέσα σ’ αυτόν τον αιώνα της απόσχισης έχουν δημιουργηθεί 12 νέα σχίσματα μεταξύ τους και η κατάσταση παραμένει ρευστή, καθώς εξαρτάται από την προσωπικότητα των κατά τόπους κληρικών ποιον θα ακολουθήσουν και με ποιον τρόπο.

Δεν αναγνωρίζουν τους παλαιοημερολογίτες

Έχει σημασία να τονίσουμε πως, παρ’ ότι οι Γ.Ο.Χ. ακολουθούν το ίδιο ημερολόγιο με τα πατριαρχεία Ρωσίας, Ιεροσολύμων, καθώς και με το Άγιο Όρος, δεν αναγνωρίζονται επισήμως απ’ αυτούς. Τα συγκεκριμένα πατριαρχεία, αλλά και η μοναστική πολιτεία στη χερσόνησο του Άθω, διατηρούν πλήρη κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη, ενώ οι παλαιοημερολογίτες θεωρούν τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη ως τον μεγαλύτερό τους αντίπαλο.

Πόσοι είναι οι παλαιοημερολογίτες στην Ελλάδα; Να, μια ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί ακριβώς. Κι αυτό διότι οι Γ.Ο.Χ. καταγράφονται σε όλες τις απογραφές και οπουδήποτε ζητηθεί το θρήσκευμά τους ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Ανάλογα από την πλευρά που το βλέπει κανείς, αν θέλει δηλαδή να μεγιστοποιήσει ή να ελαχιστοποιήσει την παρουσία τους, ο αριθμός τους κυμαίνεται από 30.000 ως και 1 εκατομμύριο! Πολύ μεγάλη διαφορά.

Η αλήθεια βρίσκεται, όπως πάντα, κάπου ανάμεσα. Αλλά πού; Από την αρχή, πάντως, της απόσχισης των παλαιοημερολογιτών υπήρξαν διχογνωμίες για τον αριθμό και την επιρροή τους, ειδικά σε συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας όπου υπήρξαν προσχωρήσεις από μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδας (νότια Εύβοια, Μεγαρίδα, δυτική Θεσσαλονίκη κτλ.).

Τα πρώτα στοιχεία επί χούντας

Η πρώτη προσπάθεια λεπτομερούς καταγραφής των παλαιοημερολογιτών έγινε από το απριλιανό χουντικό καθεστώς! Κι αυτό επειδή ο τότε «Β’ αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως» Πατίλης είχε «διαβεβαιώσει» τον «πρωθυπουργόν» Γεώργιο Παπαδόπουλο ότι οι παλαιοημερολογίτες «υπερβαίνουν το εκατομμύριον». Με εγκύκλιο προς τους νομάρχες και τη «συνεργασία» των κατά τόπους στρατιωτικών και αστυνομικών αρχών επιχειρήθηκε μια λεπτομερής καταγραφή, ανά νομαρχία, των λαϊκών, κληρικών, μοναχών, ναών και μονών ανά την Ελλάδα.

Η έρευνα, που ολοκληρώθηκε σε λίγους μήνες, έφερε συγκεκριμένα αποτελέσματα: 222 κληρικοί, 269 ναοί, 43 μονές, 504 μοναχοί και μοναχές και 57.229 λαϊκοί που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο.

Την ίδια περίοδο έγινε και έρευνα από την Εκκλησία της Ελλάδας, κατά παραγγελία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Αυτή έδειξε σχεδόν τον ίδιο αριθμό ναών και κληρικών (με τον αστερίσκο ότι συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας π.χ. Κρήτη, Δωδεκάνησα δεν ανήκουν στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Ελλάδας), αλλά σχεδόν τους μισούς λαϊκούς (30.110).

Όλα αυτά πριν μισό αιώνα και βάλε. Από τότε δεν έγινε κάποια προσπάθεια να αποτυπωθεί αριθμητικά ο όγκος των παλαιοημερολογιτών. Στην επίσημη ιστοσελίδα της «Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ελλάδος» υπάρχουν κάποια αριθμητικά στοιχεία που έχουν να κάνουν με την διοίκηση – χωρισμό σε εκκλησιαστικές επαρχίες. Εκτός από την αρχιεπισκοπή Αθηνών, αναφέρονται 13 άλλες μητροπόλεις στον ελλαδικό χώρο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνονται εκεί, στη δικαιοδοσία τους υπάγονται συνολικά 237 ιεροί ναοί και παρεκκλήσια και 110 μονές.

Οι διαφορές στους ναούς, όπου εκκλησιάζονται οι λαϊκοί παλαιοημερολογίτες, δεν είναι μεγάλες με τα «επίσημα» στοιχεία του 1969, κι αυτό οδηγεί τη σκέψη ότι ο συνολικός αριθμός των πιστών ούτε έχει μειωθεί δραματικά, ούτε όμως και έχει αυξηθεί.

Στήριξη, ηθική και άλλη

Η στήριξη που έχουν οι συγκεκριμένοι κληρικοί και οι μονές από αυτό που συνήθως αποκαλούμε «ρωσικό παράγοντα» στην Ελλάδα υπάρχει, αλλά δύσκολα αποδεικνύεται. Παρ’ ό,τι, όπως ήδη αναφέρθηκε, δεν υπάρχει επίσημη αναγνώριση, η συμπάθεια είναι δεδομένη και προφανώς αυτό μεταφράζεται σε… κάτι παραπάνω. Οι όποιες σχέσεις οικονομικής στήριξης δεν ανακοινώνονται, ωστόσο οι «αγαθές» σχέσεις μεταξύ συγκεκριμένων κληρικών και συγκεκριμένων μονών του Αγίου Όρους είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς, αρκεί κανείς να παρακολουθήσει το πρόγραμμα επισκέψεών τους, καθώς και τα κηρύγματά τους.

Τι ψηφίζουν αυτοί οι άνθρωποι; Μπορεί η θρησκευτική τους αντίληψη να τους οδηγήσει σε συγκεκριμένες κομματικές επιλογές, μάλιστα σε τέτοιο σημείο, ώστε να λειτουργούν ως συμπαγής ομάδα;

Καμμένος, Βελόπουλος και ΝΙΚΗ

Η στήριξη που παρείχαν οι παλαιοημερολογίτες στον Πάνο Καμμένο και τους Ανεξάρτητους Έλληνες δεν ήταν μικρή, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια του κόμματος. Ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος των ΑΝΕΛ και υπουργός Άμυνας δηλώνει παλαιοημερολογίτης και τακτικός επισκέπτης της Μονής Εσφιγμένου στο Άγιο Όρος. Στην πορεία, βέβαια, δεν στήριξε τις διεκδικήσεις τους (ειδικά στο θέμα του ΑΜΚΑ, τον οποίο πολλοί παλαιοημερολογίτες δεν επιθυμούν να αποκτήσουν).

Κάπου εκεί εμφανίστηκε ο Κυριάκος Βελόπουλος, ο οποίος εκτός των άλλων είχε (και ακόμα έχει) ακραιφνώς φιλορωσικές απόψεις, άρα κάλυπτε και άλλα ζητήματα, περισσότερο ιδεολογικά. Ο Βελόπουλος έχει επανειλημμένως φωτογραφηθεί σε ιερούς ναούς παλαιοημερολογιτών ή μαζί με τους ιεράρχες τους. Στα κατά τόπους γραφεία δε του κόμματος (σε περιοχές με σημαντικό αριθμό λαϊκών παλαιοημερολογιτών) έχουν τελεσθεί «αγιασμοί» από ιεράρχες, που έχουν αυτοανακηρυχθεί «μητροπολίτες».

Προς το παρόν, οι σχέσεις αυτές δεν φαίνεται να έχουν διαρραγεί. Η «Ελληνική Λύση» στο δήμο Ασπροπύργου, όπου παραδοσιακά συναντάμε πολλούς παλαιοημερολογίτες, έφτασε το 12,30%. Αξιοπρόσεκτα ποσοστά είχε και στο δήμο Νάουσας Ημαθίας (στη δημοτική ενότητα Ανθεμίων είχε 10,94%) και στη νότια Εύβοια.

Η παρουσία του κόμματος Νίκη στο πολιτικό σκηνικό μπορεί να αμφισβητήσει αυτή την σχέση, που όπως αποδεικνύεται από τα αποτελέσματα τείνει να χαρακτηριστεί προνομιακή; Γνώστες των εκκλησιαστικών θεμάτων αναφέρουν ότι η ηγεσία του κόμματος Νίκη έχει περισσότερο πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα, προσπαθώντας να αντλήσει κοινό και οπαδούς και από τον χώρο των παλαιοημερολογιτών, αλλά και από αυτόν των παρεκκλησιαστικών οργανώσεων και της νυν διοίκησης της εκκλησίας. Οι σχέσεις, όπως φαίνεται, καλλιεργούνται εξ αποστάσεως, κυρίως μέσω των ιερών μονών του Αγίου Όρους, οι οποίες και επηρεάζουν ειδικά μερικούς παλαιοημερολογίτες ιεράρχες.