Ο πρώην πρόεδρος, Ζαΐρ Μπολσονάρου και υψηλόβαθμοι αξιωματικοί του στρατού συναντήθηκαν με θέμα συζήτησης μια στρατιωτική επέμβαση για την ανατροπή του αποτελέσματος μετά τις προεδρικές εκλογές του 2022 στη Βραζιλία, σύμφωνα με κάποιον εκ των στενών συνεργατών του.

Μετά την ήττα του ακροδεξιού πολιτικού, ανέφεραν σήμερα η εφημερίδα «O Globo» και η ειδησεογραφική ιστοσελίδα UOL, πέρυσι, όπως αποκαλύπτει ο Μάουρο Σιντ στην αστυνομία, ο Μπολσονάρου κάλεσε διοικητές των ενόπλων δυνάμεων σχετικά με ένα σχέδιο διατάγματος για την ανατροπή του αποτελέσματος των εκλογών ο ίδιος ο Μπολσονάρου.

Ο πρώην προσωπικός βοηθός του Μπολσονάρου, συμφώνησε αυτόν τον μήνα να συνεργαστεί με την ομοσπονδιακή αστυνομία, η οποία διεξάγει έρευνα για τον πρώην πρόεδρο για πιθανά εγκλήματα, από υπεξαίρεση έως υποκίνηση ταραχών τον περασμένο Ιανουάριο στην πρωτεύουσα Μπραζίλια.

Δικηγόροι των Σιντ και Μπολσονάρου δεν απάντησαν αμέσως στα αιτήματα για σχόλιο σχετικά με τα δημοσιεύματα. Η ομοσπονδιακή αστυνομία τόνισε ότι δεν σχολιάζει έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Ο δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αλεσάντρε ντε Μοράες ενέκρινε νωρίτερα αυτόν τον μήνα μια συμφωνία συνεργασίας του Σιντ με την αστυνομία. Με βάση τη συμφωνία αυτή, ο πρώην βοηθός του Μπολσονάρου αφέθηκε ελεύθερος από τη φυλακή, όπου βρισκόταν από τον Μάιο όταν συνελήφθη στο πλαίσιο έρευνας για τη φερόμενη πλαστογραφία των πιστοποιητικών εμβολιασμού του Μπολσονάρου για την Covid-19.

Ο Μπολσονάρου, πρόεδρος από το 2019 έως το 2022, ουδέποτε αναγνώρισε την εκλογική του ήττα από τον κεντροαριστερό Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα στις προεδρικές εκλογές του Οκτωβρίου 2022. Την 8η Ιανουαρίου 2023, μία εβδομάδα αφότου ανέλαβε την εξουσία ο Λούλα, οπαδοί του ακροδεξιού πολιτικού εισέβαλαν στα κτίρια της προεδρίας, του Κογκρέσου και του Ανώτατου Δικαστηρίου στην Μπραζίλια προκαλώντας μεγάλες υλικές ζημιές, καταστρέφοντας μεταξύ άλλων έργα τέχνης ανυπολόγιστης αξίας.

Ο Μπολσονάρου κατηγορείται για υποκίνηση ενός κινήματος αρνητών του εκλογικού αποτελέσματος, που κορυφώθηκε με την εισβολή στις 8 Ιανουαρίου.

Το ομοσπονδιακό εκλογοδικείο του έχει ήδη απαγορεύσει να διεκδικήσει αξιώματα μέχρι το 2030.