Υπάρχουν μερικές νύχτες που είναι πιο σκοτεινές από τις άλλες. Πολύ πιο σκοτεινές. Επειδή δεν κυριαρχεί μόνο το μαύρο χρώμα του ουρανού, αλλά και το κόκκινο του αίματος. Στις 18 Σεπτεμβρίου 2013, λίγα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, ακριβώς δέκα χρόνια πριν, ο Παύλος Φύσσας άφηνε την τελευταία του πνοή στο Κερατσίνι, χτυπημένος τρεις φορές από το μαχαίρι του Γιώργου Ρουπακιά.

Από το τραγικό αυτό γεγονός μας χωρίζει πια αρκετό διάστημα. Με βεβαιότητα μπορεί να του δώσει τη μέγιστη σημασία που τελικά απέκτησε. Δεν ήταν ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα βίας, που είχε ξεκινήσει να φτιάχνει η Χρυσή Αυγή την περίοδο που (θεωρούταν ότι) βρέθηκε στην ακμή της σε αποδοχή και εκλογική επιρροή. Έτσι αντιμετωπίστηκε τις πρώτες ημέρες, αν όχι και εβδομάδες. Αποδείχτηκε ότι δεν ήταν έτσι.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν το σημείο μηδέν για την αντίδραση της κοινωνίας, αλλά και η αρχή του τέλους της Χρυσής Αυγής με τη δομή και τα πρόσωπα που είχε τότε. Ο κύκλος του αίματος δεν έκλεισε, αλλά το τσουνάμι που δημιουργήθηκε στα δημοκρατικά αντανακλαστικά της χώρας και η ασύγκριτα γενναία στάση της μάνας του Φύσσα, η οποία μπήκε μπροστά σ’ αυτό τον αγώνα, οδήγησε στη (καθυστερημένη, βέβαια) δίκη και καταδίκη της Χρυσής Αυγής, καθώς την φυλάκιση των μελών της αρχηγικής της ομάδας.

Τι έγινε τότε; Ας ρίξουμε μια ματιά στο χρονικό και τα πρόσωπα, για να μαθαίνουμε και να θυμόμαστε.

Ο τσακωμός που οδήγησε στη δολοφονία

Ο Παύλος Φύσσας από την εφηβεία του, αλλά και μετά το σχολείο, είχε δουλέψει στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος, της πόλης που γεννήθηκε. Αλλά από το 2003 είχε ασχοληθεί ενεργά με τη μουσική. Συνεργάστηκε με γνωστούς χιπ χοπ καλλιτέχνες, όπως τον Δημήτρη Μεντζέλο (Ημισκούμπρια) και τον Λόγο Απειλή. Δεν ενδιαφερόταν, πάντως, να βγάλει λεφτά απ’ αυτό, τα τραγούδια του κυκλοφορούσαν δωρεάν στο διαδίκτυο. Το καλλιτεχνικό του όνομα ήταν «Killah P», που κατά τον ίδιο σήμαινε Δολοφόνος του Παρελθόντος. Είχε κάνει αρκετές ζωντανές εμφανίσεις και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ειδικά στο νεανικό κοινό εξαιτίας των αντισυστημικών του στίχων, που απέπνεαν και την γενικότερη στάση ζωής του. Χωρίς να είναι οργανωμένος σε κάποιο κόμμα ο Παύλος Φύσσας, ούτε και ήθελε να προωθηθεί από κανέναν, ούτε και πουλούσε τις απόψεις του.

Το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013 ο Παύλος Φύσσας μαζί με τη σύντροφό του και φίλους του (συνολικά 8-10 άτομα) πήγαν στην καφετέρια «Κοράλι» στο Κερατσίνι για να παρακολουθήσουν τον αγώνα ποδοσφαίρου του Ολυμπιακού με την Παρί Σεν Ζερμέν για το Τσάμπιονς Λιγκ. Στην ίδια καφετέρια βρισκόταν και παρέα χρυσαυγιτών, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του ματς διαπληκτίστηκαν, όχι για το ποδόσφαιρο, αλλά για τις ιδεολογικές τους αντιπαραθέσεις. Όπως αποδείχτηκε, οι δύο παρέες ήταν γνωστές η μία στην άλλη, το μόνο που έμενε ήταν να ανάψει η σπίθα.

Αυτό που καταγράφηκε αργότερα, από τις μαρτυρίες και τα στοιχεία, ήταν ότι η παρέα των χρυσαυγιτών που βρέθηκε στην καφετέρια κάλεσε ενισχύσεις, ώστε να επιτεθεί στην παρέα του Φύσσα. Ο Γιάννης Άγγος, μέλος της δεύτερης παρέας και υπεύθυνος ασφάλειας της Τοπικής Οργάνωσης Νίκαιας της Χρυσής Αυγής, κάλεσε τον ανώτερό του, υπεύθυνο πολιτικής δράσης, Γιάννη Καζαντζόγλου, κι αυτός με τη σειρά του τον πυρηνάρχη της περιοχής Γιώργο Πατέλη.

Με το που τελείωσε το ματς, κατά τις 23:30, ο Πατέλης έστειλε μέσω υπολογιστή σε κινητά τηλέφωνα μελών της ΧΑ γραπτό μήνυμα, που τους καλούσε να συγκεντρωθούν στα γραφεία της τοπικής οργάνωσης. Αποδείχτηκε, επίσης, ότι ο Πατέλης επικοινώνησε επτά φορές τηλεφωνικά μέσα σε 20 λεπτά με τον «περιφερειάρχη» της οργάνωσης στον Πειραιά και βουλευτή Γιάννη Λαγό. Στην ομιλία του σε όσους συγκεντρώθηκαν αμέσως ο Πατέλης είπε ότι αν πάρει έγκριση θα συγκροτηθεί ομάδα χρυσαυγιτών που θα «καθαρίσει το πανηγύρι» στην περιοχή της Παναγίτσας, όπου βρισκόταν και ο Παύλος Φύσσας.

Ξεψύχησε στο δρόμο ο Παύλος Φύσσας

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα σχεδόν 50 άτομα οπλισμένα κυρίως με ρόπαλα συγκεντρώθηκαν κοντά στην καφετέρια και βάδισαν προς τα εκεί. Οι αστυνομικοί που ενημερώθηκαν και κατευθύνθηκαν προς τα εκεί νόμιζαν ότι είχαν να κάνουν με τσακωμό μεταξύ οπαδών αντίπαλων ποδοσφαιρικών ομάδων. Βρέθηκαν μπροστά σε συμπλοκές περίπου 30 ατόμων που είχαν περικυκλώσει την καφετέρια και κυνηγούσαν την παρέα, μέλος της οποίας ήταν και ο Παύλος Φύσσας.

Ο επικεφαλής της ΔΙΑΣ ενημέρωσε λίγο πριν τα μεσάνυχτα ότι η συμπλοκή δεν έχει ποδοσφαιρικά κίνητρα και ότι οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να «κατευνάσουν τα πνεύματα». Όταν οι αστυνομικοί έφτασαν στην οδό Παναγή Τσαλδάρη, το τραγικό συμβάν είχε γίνει ήδη. Ο Παύλος Φύσσας ήταν αιμόφυρτος, χτυπημένος τρεις φορές από το μαχαίρι του Ρουπακιά.

Όσο είχε ακόμα τις αισθήσεις του, ο Παύλος Φύσσας υπέδειξε τον δράστη, ο οποίος συνελήφθη αμέσως. Το μαχαίρι το’ χε πετάξει κοντά στο αυτοκίνητό του, αλλά βρέθηκε γρήγορα. Όπως αποδείχτηκε, ο Γιώργος Ρουπακιάς δεν ήταν μέλος της παρέας στην καφετέρια, αλλά είχε ειδοποιηθεί από το κεντρικό μήνυμα της Χρυσής Αυγής και είχε μεταβεί στο σημείο με το μαχαίρι. Στο κινητό του τηλέφωνο, άλλωστε, βρέθηκε το μήνυμα του Πατέλη. Αργότερα φάνηκε ότι επικοινώνησε με τον Ρουπακιά ο Πατέλης τρεις φορές, ενώ προηγουμένως είχε συνομιλήσει τηλεφωνικά με τον Λαγό, αλλά και τον ίδιο τον γραμματέα της Χρυσής Αυγής Νίκο Μιχαλολιάκο. Ο Παύλος Φύσσας άφησε την τελευταία του πνοή λίγα λεπτά μετά το χτύπημα και πριν προλάβει να δεχτεί ιατρική βοήθεια.

Το αντίκτυπο της δολοφονίας στην κοινωνία φούντωσε αργότερα, όχι τις πρώτες ημέρες. Ο πρώτος πολιτικός φορέας που εξέδωσε ανακοίνωση για τον χαμό του Φύσσα ήταν η ακροαριστερή ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αργότερα το ΚΚΕ και μετά όλα τα κόμματα της βουλής καταδίκασαν τη δολοφονία, ανάμεσά τους και η Χρυσή Αυγή, η οποία στην πρώτη της αντίδραση αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση.

Την επόμενη της δολοφονίας, όμως, έγιναν μεγάλες συγκεντρώσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας, με τη μεγαλύτερη απ’ όλες να γίνεται στο Κερατσίνι, στον τόπο που σκοτώθηκε ο Παύλος Φύσσας. Ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έκανε τηλεοπτικό διάγγελμα, στο οποίο συνέστησε ηρεμία και υποσχέθηκε να εμποδίσει «τους επιγόνους των ναζί να  δηλητηριάζουν την κοινωνική ζωή και να εγκληματούν».

Επεισόδια και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σημειώθηκαν και στην κηδεία του Φύσσα στις 19 Σεπτεμβρίου. Παρά τις εκτιμήσεις, όμως, ότι το γεγονός θα περνούσε και θα ξεχνιόταν, ο κόσμος δεν το άφησε να ξεχαστεί. Ο Ρουπακιάς κρίθηκε προφυλακιστέος στις 21 Σεπτεμβρίου και μεταφέρθηκε αρχικά στον Κορυδαλλό και μετά στις φυλακές Μαλανδρίνου. Τις επόμενες ημέρες η αστυνομία άρχισε να κάνει έρευνες σε γραφεία της Χρυσής Αυγής. Αφού υπήρχαν πια ατράνταχτα στοιχεία που συνέδεαν ηγετικά στελέχη της οργάνωσης με τη δολοφονία, άρχισε να κινείται η υπόθεση και στον τομέα της δικαιοσύνης.

Η απόφαση που άργησε 5,5 χρόνια

Η συνέχεια είναι, λίγο-πολύ, γνωστή. Τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης, καθώς και όσοι αποδείχτηκε ότι είχαν λάβει μέρος στην καταδρομική επιχείρηση που οδήγησε στη δολοφονία Φύσσα, παραπέμφθηκαν σε δίκη. Προηγουμένως, για να μην υπάρχει κανένα θολό σημείο, ο γραμματέας της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος είχε αναλάβει εξ ονόματος της οργάνωσης την «πολιτική ευθύνη» για την δολοφονία. Δεν βρήκε, όμως, πουθενά ποινική ευθύνη για το ότι ο Παύλος Φύσσας εγκατέλειψε τα εγκόσμια μ’ αυτόν τον φρικτό τρόπο.

Η δίκη έγινε με πολλές αναβολές για αιτίες που θα χαρακτηρίζονταν γελοίες αν δεν είχαμε να κάνουμε με μια δολοφονία (π.χ. δεν βρισκόταν αίθουσα «κατάλληλη» για να φιλοξενήσει τις συνεδριάσεις) και τελικά ολοκληρώθηκε 5,5 χρόνια μετά. Στις 7 Οκτωβρίου 2020 το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων έκρινε ένοχο τον Ρουπακιά, αλλά και την Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση.

Το όνομα Παύλος Φύσσας εξελίχθηκε σε σύμβολο κατά του ναζιστο-φασισμού. Με πραγματική πίκρα πρέπει να επισημανθεί ότι η επιρροή του ως θύμα μιας στυγερής δολοφονίας με ιδεολογικά κίνητρα είναι απείρως μεγαλύτερη απ’ αυτή που απόλαυσε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Έπρεπε ένας νέος άνθρωπος να πάει στο χώμα για να κινηθούν οι διαδικασίες ξηλώματος της Χρυσής Αυγής. Άσχετα αν συμφωνεί κανείς ή διαφωνεί με τις ιδέες του ή το πόσο εκτιμά τις καλλιτεχνικές του επιδόσεις.

Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Νίκαιας-Ρέντη, η οδός που δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας από το 2015 φέρει το όνομά του.