Ο διάσημος και πολυβραβευμένος ηθοποιός Ντάνιελ Ντέι Λιούις αποσύρθηκε από την υποκριτική το 2017 και ζει μια ζωή μακρία από τα φώτα της δημοσιότητας.

Η εμφάνιση όμως του διάσημου ηθοποιού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, όχι μόνο λόγω της χρόνιας απουσίας του αλλά και λόγω του ιδιαίτερα αλλαγμένου του look.

Ο πρωταγωνιστής του «Lincoln» έμοιαζε αγνώριστος καθώς είχε μακριά ατημέλητα μαλλιά, ενώ φορούσε μια μπλε φόρμα, ένα μαύρο καπέλο φορτηγατζή και ασορτί αθλητικά παπούτσια και μιλούσε σε ένα κινητό τηλέφωνο με κουμπιά.

Συγκεκριμένα, την Παρασκευή, ο 66χρονος βγήκε ξανά, αυτή τη φορά για μια βόλτα σε μια περιοχή του Μανχάταν κρατώντας από το χέρι τη σύζυγό του, Ρεμπέκα Μίλλερ.

Ο Ντέι Λιούις συνδύασε μια κίτρινη φόρμα με μια μαύρη ζακέτα με κουκούλα, ένα ριγέ πουκάμισο και ένα καπέλο.

Ο Βρετανός ηθοποιός, γνωστός για τις εξαιρετικές ερμηνείες του, δεν έχει κυκλοφορήσει ταινία από τότε που ανακοίνωσε ότι διακόπτει από την υποκριτική τον Ιούνιο του 2017, μετά την κυκλοφορία της τελευταίας του ταινίας «Phantom Thread».

«Δεν το έχω καταλάβει», είχε δηλώσει στο περιοδικό W πέντε μήνες αργότερα. «Πρέπει να πιστέψω στην αξία αυτού που κάνω. Η δουλειά μπορεί να φαίνεται ζωτικής σημασίας. Ακόμα και ακαταμάχητη. Και αν το κοινό το πιστεύει, αυτό θα πρέπει να είναι αρκετό για μένα. Αλλά, τελευταία, δεν είναι».

Ο βραβευμένος με τρία Όσκαρ ηθοποιός διευκρίνισε ότι ένιωσε ότι «ήθελε να βάλει ένα όριο».

Η καριέρα του Ντάνιελ Ντέι Λιούις

ντεκα χρόνια μετά το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, ο Ντέι Λιούις συνέχισε την καριέρα του με έναν μικρό ρόλο στην ταινία Γκάντι (Gandhi, 1982). Το 1984, είχε έναν δεύτερο ρόλο στην ταινία Η ανταρσία του Μπάουντι (The Bounty, 1984), μετά την οποία μπήκε στον θεατρικό θίασο Royal Shakespeare Company, όπου έπαιξε τον Ρωμαίο στο Ρωμαίος και Ιουλιέτα.

Το 1985 έπαιξε στην ταινία Ωραίο μου πλυντήριο (My Beautiful Laundrette, 1985) του Στίβεν Φρίαρς. Κέρδισε την προσοχή του κοινού όταν η ταινία κυκλοφόρησε ταυτόχρονα με το Δωμάτιο με θέα (Room with a View, 1986), καθώς σε κάθε ταινία έπαιζε δυο εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες.

Το 1987, ο Ντέι Λιούις ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Φίλιπ Κάουφμαν Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι (The Unbearable Lightness of Being 1988) (βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μίλαν Κούντερα), με συμπρωταγωνίστριες τη Λένα Ολίν και τη Ζυλιέτ Μπινός. Στη διάρκεια των γυρισμάτων που κράτησαν οκτώ μήνες έμαθε τσέχικα και αρνήθηκε για πρώτη φορά να αποδυθεί το ρόλο του στα διαλείμματα των γυρισμάτων.

Ο Ντέι Λιούις εφάρμοσε πλήρως την προσωπική του μέθοδο υποκριτικής το 1989 στην ταινία του Τζιμ Σέρινταν Το αριστερό μου πόδι (My Left Foot), που κέρδισε πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.

Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις επέστρεψε στη σκηνή για να συνεργαστεί με τον Ρίτσαρντ Έιρ, παίζοντας τον Άμλετ στο Royal National Theatre του Λονδίνου, αλλά κατέρρευσε στη μέση μιας σκηνής όπου το φάντασμα του πατέρα του Άμλετ πρωτοεμφανίζεται στο γιο του. Άρχισε να κλαίει ανεξέλεγκτα και αρνήθηκε να επιστρέψει στη σκηνή, οπότε ο αντικαταστάτης του αναγκάστηκε να ολοκληρώσει το έργο. Διαδόθηκε η φήμη ότι ο Ντέι Λιούις είχε δει το φάντασμα του πατέρα του, αν και επίσημα το περιστατικό αποδόθηκε σε υπερκόπωση. Σε βρετανική τηλεοπτική εκπομπή στο ITV ο ίδιος επιβεβαίωσε τη φήμη. Δεν εμφανίστηκε ξανά στη σκηνή έκτοτε.

Έντεκα χρόνια μετά το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, ο Ντέι Λιούις συνέχισε την καριέρα του με έναν μικρό ρόλο στην ταινία Γκάντι (Gandhi, 1982). Το 1984, είχε έναν δεύτερο ρόλο στην ταινία Η ανταρσία του Μπάουντι (The Bounty, 1984), μετά την οποία μπήκε στον θεατρικό θίασο Royal Shakespeare Company, όπου έπαιξε τον Ρωμαίο στο Ρωμαίος και Ιουλιέτα.

Το 1985 έπαιξε στην ταινία Ωραίο μου πλυντήριο (My Beautiful Laundrette, 1985) του Στίβεν Φρίαρς. Κέρδισε την προσοχή του κοινού όταν η ταινία κυκλοφόρησε ταυτόχρονα με το Δωμάτιο με θέα (Room with a View, 1986), καθώς σε κάθε ταινία έπαιζε δυο εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες.

Το 1987, ο Ντέι Λιούις ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Φίλιπ Κάουφμαν Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι (The Unbearable Lightness of Being 1988) (βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μίλαν Κούντερα), με συμπρωταγωνίστριες τη Λένα Ολίν και τη Ζυλιέτ Μπινός. Στη διάρκεια των γυρισμάτων που κράτησαν οκτώ μήνες έμαθε τσέχικα και αρνήθηκε για πρώτη φορά να αποδυθεί το ρόλο του στα διαλείμματα των γυρισμάτων.

Ο Ντέι Λιούις εφάρμοσε πλήρως την προσωπική του μέθοδο υποκριτικής το 1989 στην ταινία του Τζιμ Σέρινταν Το αριστερό μου πόδι (My Left Foot), που κέρδισε πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.

Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις επέστρεψε στη σκηνή για να συνεργαστεί με τον Ρίτσαρντ Έιρ, παίζοντας τον Άμλετ στο Royal National Theatre του Λονδίνου, αλλά κατέρρευσε στη μέση μιας σκηνής όπου το φάντασμα του πατέρα του Άμλετ πρωτοεμφανίζεται στο γιο του.

Άρχισε να κλαίει ανεξέλεγκτα και αρνήθηκε να επιστρέψει στη σκηνή, οπότε ο αντικαταστάτης του αναγκάστηκε να ολοκληρώσει το έργο. Διαδόθηκε η φήμη ότι ο Ντέι Λιούις είχε δει το φάντασμα του πατέρα του, αν και επίσημα το περιστατικό αποδόθηκε σε υπερκόπωση. Σε βρετανική τηλεοπτική εκπομπή στο ITV ο ίδιος επιβεβαίωσε τη φήμη. Δεν εμφανίστηκε ξανά στη σκηνή έκτοτε.

Το 1992, τρία χρόνια μετά το Όσκαρ, πρωταγωνίστησε στην ταινία Ο τελευταίος των Μοϊκανών (The Last of the Mohicans). Συνεργάστηκε και πάλι με τον Τζιμ Σέρινταν στην ταινία Εις το όνομα του πατρός (In the Name of the Father. 1993). Έχασε πολλά κιλά για το ρόλο, διατήρησε τη βορειοϊρλανδική του προφορά σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων, και πέρασε μεγάλα χρονικά διαστήματα σε ένα κελί. Επίσης επέβαλε στο προσωπικό της ταινίας να του πετάει κρύο νερό και να τον βρίζει.

Το 1996, πρωταγωνίστησε δίπλα στη Γουϊνόνα Ράιντερ στην ταινία Οι μάγισσες του Σάλεμ (The Crucible) βασισμένη ομώνυμο στο θεατρικό έργο Άρθουρ Μίλλερ. Ακολούθησε η ταινία του Τζιμ Σέρινταν και πάλι, Ο μποξέρ (The Boxer, 1997), μετά την οποία ο Ντέι Λιούις σχεδόν αποσύρθηκε από την υποκριτική και επέστρεψε στην παλιά του αγάπη, την ξυλουργική. Μετακόμισε στη Φλωρεντία της Ιταλίας, όπου γοητεύτηκε από την τέχνη των τσαγκάρηδων.

Πέντε χρόνια μετά την τελευταία του ταινία, ο Ντέι Λιούις επέστρεψε με τις Συμμορίες της Νέας Υόρκης (Gangs of New York, 2002), μια ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε (με τον οποίο είχε συνεργαστεί και στην ταινία Τα χρόνια της αθωότητας (The Age of Innocence, 1993)). Μετά τις Συμμορίες της Νέας Υόρκης, η σύζυγός του, σκηνοθέτιδα Ρεμπέκα Μίλλερ (κόρη του θεατρικού συγγραφέα Άρθουρ Μίλλερ), του έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Μπαλάντα για δύο: Τζακ και Ρόουζ (The Ballad of Jack and Rose, 2005).

Το 2007, ο Ντέι Λιούις εμφανίστηκε στην ταινία του Πολ Τόμας Άντερσον Θα χυθεί αίμα (There Will Be Blood). Κέρδισε το βραβείο BAFTA, Χρυσή Σφαίρα και Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου (2008) για τον ρόλο του στην ταινία.

Το 2012, ο ηθοποιός υποδύθηκε τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Αβραάμ Λίνκολν στην ταινία Λίνκολν (Lincoln) του Στίβεν Σπίλμπεργκ, όπου εμφανίστηκε στο πλευρό του Τόμι Λι Τζόουνς και της Σάλι Φιλντ σε μια ερμηνεία που του χάρισε για άλλη μια φορά την εύνοια των κριτικών καθώς και το τρίτο του Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας σε Δράμα, Βραβείο BAFTA και Βραβείο SAG. Με την τρίτη του νίκη στα Όσκαρ έγινε ο μοναδικός άνδρας ηθοποιός με τρία Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.