Η «γενιά μπούμερανγκ», όπως αποκαλείται, αποτελεί, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 24% των νέων μεταξύ 18 και 34 ετών, οι οποίοι δεν έχουν καταφέρει ακόμα να αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία. Όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία, πρόκειται για ένα συχνό φαινόμενο τα τελευταία χρόνια το οποίο παρατηρείται περισσότερο στη μεσοαστική τάξη.

Όλο και περισσότεροι νέοι επιλέγουν να παραμείνουν ή να επιστρέψουν στο πατρικό τους αναζητώντας στήριξη από τους γονείς τους. Η οικονομική κρίση τους έπληξε, η ανεργία και οι χαμηλοί μισθοί δεν τους επιτρέπουν να ορθοποδήσουν καθώς το κόστος ζωής είναι αρκετά υψηλό, με αποτέλεσμα να μην έχουν άλλη λύση. Σε αυτή την κατάσταση συνέβαλε και η πανδημία.

Η πανδημία χτύπησε τη «γενιά μπούμερανγκ»

Ήταν αρχές Μαρτίου του 2020 όταν η Sheridan Block είχε μείνει για ένα χρόνο στη Μασσαλία, ως εθελόντρια αγγλικών σε πρόσφυγες. Ταξίδεψε στο Τζάκσονβιλ της Φλόριντα, για να περάσει χρόνο με τον τον παππού και τη γιαγιά της. Ο παππούς της ανάρρωνε από προβλήματα υγείας την εποχή εκείνη. Το πλάνο της ήταν να μείνει για μερικούς μήνες, προκειμένου να βοηθήσει στη φροντίδα τους.

Παράλληλα, είχε σκοπό να εξοικονομήσει χρήματα, ώστε να εξοφλήσει ορισμένα χρέη, πριν επιστρέψει ξανά στο εξωτερικό. Χτύπησε όμως η πανδημία και τα σχέδια άλλαξαν.

Ως αντάλλαγμα για να ζήσει χωρίς ενοίκιο, βοηθούσε τον παππού και τη γιαγιά της, έκανε θελήματα, μαγείρευε και έκανε δουλειές στο σπίτι. Τελικά, κατέληξε να μένει σχεδόν δύο χρόνια εκεί. «Μπόρεσα να εξοικονομήσω αρκετά χρήματα για να ξεπληρώσω όλα αυτά τα χρέη που είχα, να χρηματοδοτήσω ένα αυτοκίνητο και τελικά να φύγω», εξηγεί. Ήταν ωφέλιμο οικονομικά, λέει, αλλά και καλό να είσαι κοντά στην οικογένεια.

Η Sheridan ανήκει στην «γενιά μπούμερανγκ», δηλαδή τα ενήλικα παιδιά που επιστρέφουν στα σπίτια των γονιών ή των παππούδων τους, αφού φύγουν. Αυτή η ομάδα ενηλίκων αυξάνεται – και όχι μόνο λόγω της πανδημίας. Τον Ιούλιο του 2020, το 52% των ενηλίκων στις ΗΠΑ έμενε με τον έναν ή και τους δύο γονείς του, σύμφωνα με ανάλυση του Ερευνητικού Κέντρου Pew – το υψηλότερο ποσοστό που έχουν δει οι Ηνωμένες Πολιτείες από το τέλος της Μεγάλης Ύφεσης, το 1940.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το ποσοστό των ανύπαντρων, χωρίς παιδιά ηλικίας 20 έως 34 ετών που ζουν με τους γονείς τους αυξήθηκε κατά 55% μεταξύ 2008 και 2017, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Loughborough.

Όταν μετακόμισε με τον παππού και τη γιαγιά της, η Sheridan αντιλήφθηκε ότι δεν ήταν η μόνη. «Διαπίστωσα ότι πολλοί φίλοι, ακόμα και κάποια ραντεβού που βγήκα, ήταν κάπως στην ίδια φάση με εμένα», λέει. «Είχα γνωρίσει έναν άντρα, που μετακόμισε από το Σαν Φρανσίσκ, και γύρισε πίσω να μείνει με τη μαμά του στο Τζάκσονβιλ. Αυτό είναι απλώς μια πραγματικότητα τώρα, να κάνεις ό,τι πρέπει για να εξοικονομήσεις χρήματα».

Ειδικά στους δυτικούς πολιτισμούς, το να φύγεις από το σπίτι θεωρείται παραδοσιακά ένα κρίσιμο βήμα για να γίνεις ανεξάρτητος ενήλικας. Καθώς όμως το φαινόμενο αρχίζει να παρατηρείται έντονα, ενδέχεται να αλλάξει και η αντίληψη για το πώς είναι τα στάδια της ανεξαρτησίας των ενηλίκων.

Γιατί επιστρέφουν στο πατρικό τους οι νέοι;

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που οι νέοι επιστρέφουν στο πατρικό τους, όπως λέει η Joanne Hipplewith, οικογενειακή ψυχολόγος και κλινική επόπτρια στο Ινστιτούτο Οικογενειακής Θεραπείας στο Λονδίνο. Ο πρωταρχικός λόγος είναι το υψηλό κόστος ζωής στις μεγάλες πόλεις, πόσω μάλλον όταν και τα πανεπιστημιακά δίδακτρα είναι βαρβάτα στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.

«Υπάρχει μια τάση να μένεις περισσότερο στο πατρικό, γιατί όλα είναι τόσο ακριβά», λέει η Hipplewith. Αυτό σημαίνει πως υπάρχει οικονομική στήριξη από την οικογένεια, μέχρις ότου να ολοκληρώσουν κάποιοι τις σπουδές τους ή να ξεκινήσουν την καριέρα τους.

Η πανδημία πρόσθεσε κάποιους λόγους ακόμα. Όπως το γεγονός ότι πολλοί σχεδίαζαν να φύγουν για το κολέγιο, αλλά τα lockdown δεν το επέτρεψαν. Ή όπως αντίστοιχα για δουλειά.

Για πολλούς, η φάση αυτή είναι προσωρινή. Αλλά μπορεί να διαρκέσει πολλούς μήνες μέχρι να εδραιωθούν στην καριέρα τους, χωρίς ταυτόχρονα να ανησυχούν για υψηλά ενοίκια, δίδακτρα και φοιτητικό χρέος. Αυτό βέβαια έχει και τις συνέπειες του…

Κι αυτό γιατί όσο περισσότερο καθυστερούν να προχωρήσουν, τόσο μεγαλύτερο είναι και το άγχος. Εκτός από το feeling της απογοήτευσης που αργούν να μετακομίσουν, πολλοί είναι εκείνοι που βιώνουν την καθυστέρηση και σε άλλα πράγματα τούτης της ζωής.

Η Abetz λέει ότι τα άτομα 20 και 30 ετών που ζουν με τους γονείς τους παντρεύονται αργότερα και καθυστερούν να κάνουν παιδιά, κάτι που μπορεί να τους κάνει να νιώθουν ότι είναι ακόμα πιο «πίσω».«Περίμενα κάτι πολύ διαφορετικό από την ενηλικίωση», προσθέτει η Block.

Στα 30 της, λέει, κάποτε είχε σκεφτεί ότι θα είχε μια επιτυχημένη καριέρα, θα είχε ένα σπίτι, θα παντρευόταν και θα έκανε οικογένεια, μαζί με ένα σταθερό πρόγραμμα αποταμίευσης και συνταξιοδότησης. «Δυστυχώς, αυτό δεν συνέβη», λέει. Κατά καιρούς, η συμβίωση με τους παππούδες της την έκανε να νιώθει «σαν αποτυχημένη που δεν έκλεισε αυτά τα όνειρα της ενηλικίωσης».

Τα οφέλη του να μένεις στο πατρικό

Όπως λένε οι ειδικοί, από αυτή την κατάσταση υπάρχουν οφέλη. Διότι όσοι μένουν στο πατρικό για καιρό, βρίσκουν καλύτερη δουλειά για εκείνους, αντί να κάνουν μια που δεν την θέλουν μόνο και μόνο για να πληρώνουν τους λογαριασμούς.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτό σήμαινε επίσης ότι ορισμένοι μπόρεσαν να επιλέξουν θέσεις εργασίας με χαμηλότερους παράγοντες κινδύνου, αν και αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση.

Η«γενιά μπούμερανγκ» έχει επίσης την ευκαιρία να ενισχύσει τη σχέση με τους γονείς και να δημιουργήσει δεσμούς με νέους φίλους.«Στους γονείς μερικές φορές αρέσει να έχουν παιδιά στο σπίτι για λίγο», λέει ο Abetz. «Θεωρούν ότι ως μια ιδιαίτερη στιγμή που δεν θα είχαν αναγκαστικά περάσει».

H Abetz και H Hipplewith πιστεύουν ότι αυτό δεν είναι απλώς μια τάση που προκαλείται από την πανδημία και προβλέπουν ότι θα συνεχίσει όσο το κόστος ζωής συνεχίζει να αυξάνεται.

Με πληροφορίες από BBC