Ο Τζόκο Βιντόντο δεν είναι πολύ γνωστός σ’ εμάς. Ο 7ος στη σειρά πρόεδρος της Ινδονησίας μπορεί να υπερηφανευτεί για πολλά που έκανε στη ζωή του κι αυτό είναι αυταπόδεικτο. Ένας ταπεινός ξυλουργός από μια μικρή πόλη της Ιάβας να γίνεται σε λίγα χρόνια πρόεδρος του τέταρτου μεγαλύτερου (πληθυσμιακά) κράτους στον κόσμο, δεν το λες και μικρό πράγμα. Αν μπορούσατε, όμως, να ρωτήσετε τον 61χρονο πρόεδρο τι το κάνει πιο υπερήφανο απ’ όλα τα επιτεύγματά του, θα σας μιλούσε για το μέλλον, όχι για το παρελθόν.

Το όραμα του αρχηγού «Τζόκοβι», όπως έχει επικρατήσει να αποκαλούν χαϊδευτικά τον πρόεδρό τους οι Ινδονήσιοι, είναι διπλό. Το πρώτο σκέλος είναι να αποσυμφορήσει την πρωτεύουσα Τζακάρτα, μια προβληματική γεωγραφικά περιοχή που δεν μπορεί να αντέξει τον υπερπληθυσμό και βυθίζεται γοργά, με ρυθμό σχεδόν 30 εκ. το χρόνο! Η λύση που βρήκε είναι ακόμα πιο φιλόδοξη: Να χτίσει μια νέα πρωτεύουσα, σε άλλο νησί, σχεδόν 800 μίλια μακριά από την Τζακάρτα, και να είναι αυτή η πρώτη πραγματικά «πράσινη» πρωτεύουσα του πλανήτη.

Και το όνομα αυτής: Νουσαντάρα. Αρχιπέλαγος, δηλαδή, στα ινδονησιακά. Πόσο πιο ταιριαστό όνομα για ένα κράτος που εκτείνεται σε 17.000 (!) νησιά και σε δύο ωκεανούς, Ινδικό και Ειρηνικό.

Από το επιπλάδικο στο προεδρικό μέγαρο

Αν κάτι χαρακτήριζε τον Βιντόντο από τα μικρά του χρόνια, αυτό ήταν η αποτελεσματικότητα. Η πρώτη του επαγγελματική απασχόληση, στη μακρινή επαρχία Ατσέχ στη βόρεια Σουμάτρα, είχε σχέση με φυτείες, γι’ αυτό απέκτησε γνώσεις μηχανικής δασοκομίας. Αργότερα επέστρεψε στην γενέτειρά του, την πόλη Σόλο της κεντρικής Ιάβας, για να ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση, ένα μικρό εργοστάσιο επίπλων. Δεν έμαθε μόνο να σκαλίζει το ξύλο, αλλά απέκτησε τη φήμη του έντιμου επαγγελματία, που δεν καθυστερεί και πάντα βρίσκει λύση.

Αυτό ήταν και που τον ώθησε να ασχοληθεί με την πολιτική, αν και η ταπεινή καταγωγή του δεν του άφηνε πολλά περιθώρια. Στην Ινδονησία όσοι ασχολούνται με την πολιτική είναι είτε γόνοι πολύ ισχυρών οικονομικά οικογενειών, είτε πρώην (και νυν…) στρατιωτικοί. Ο Βιντόντο ξέφυγε από τον κανόνα: Τον εξέλεξαν με εντυπωσιακό ποσοστό δήμαρχο του Σόλο το 2005 κι έμεινε εκεί ως το 2012. Τα επόμενα δύο χρόνια έγινε κυβερνήτης της μητροπολιτικής περιοχής της πρωτεύουσας Τζακάρτα. Και το 2014 εισήλθε με πάταγο στην κεντρική πολιτική σκηνή: Έγινε πρόεδρος της χώρας, ο πρώτος μη στρατιωτικός ή προερχόμενος από την οικονομική ελίτ.

Τζακάρτα: Η πρωτεύουσα της Ινδονησίας βυθίζεται

Στα δύο χρόνια που βρέθηκε στην ηγεσία της προβληματικής Τζακάρτα, ο Βιντόντο βρήκε την ευκαιρία όχι μόνο να εκτιμήσει το πρόβλημα στο σύνολό του, αλλά και να προσπαθήσει να το λύσει. Βρήκε μια πρωτεύουσα σε κακό χάλι. Κι αυτό διότι η ανάπτυξη της Τζακάρτα δεν έγινε με μέθοδο και σχέδιο, αλλά εντελώς άναρχα.

Μια περιοχή στην έκταση της Νέας Υόρκης φιλοξενεί σήμερα περισσότερα από 30 εκατομμύρια ανθρώπους, στοιβαγμένους ο ένας πάνω στον άλλο. Το 1945, όταν η Ινδονησία άρχισε τον απελευθερωτικό της αγώνα κατά της Ολλανδίας, η πόλη μετά βίας ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο πληθυσμού και είχε άλλο όνομα, Μπατάβια.

Η συγκέντρωση των κατοίκων στην πρωτεύουσα έγινε με ασύλληπτους ρυθμούς. Σπίτια χτίστηκαν εκεί που δεν έπρεπε, έργα για την παροχή νερού και την αποχέτευση έγιναν εκεί που δεν έπρεπε. Η συνέπεια ήταν, όλη η βαλτώδης έκταση γύρω από την Τζακάρτα (απ’ όπου προήλθε, κατόπιν εξεπεργασίας, όλο το πόσιμο νερό για τις ανάγκες της) να αποξηρανθεί τάχιστα. Σταδιακά το σαθρό έδαφος υποχωρούσε. Έφτασε σε τέτοιο σημείο, που πλέον όλο το κεντρικό κομμάτι της Τζακάρτα να βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Μια πόλη που βυθίζεται, μολύνεται από τα εκατομμύρια των αυτοκινήτων, βρωμάει από τα λύματα. Γενικώς είναι ό,τι πιο ανθυγιεινό να ζεις εκεί.

Μια πρωτεύουσα από την αρχή για την Ινδονησία

Ο Βιντόντο το πάλεψε για δύο χρόνια. Χρηματοδότησε την δημιουργία φραγμάτων, τα οποία συγκρατούν το θαλασσινό νερό για να μην εισβάλλει στην πόλη (κάτι που γίνεται και στην παλιά αποικιακή δύναμη, την Ολλανδία). Έφτιαξε τις συγκοινωνίες, παροτρύνοντας τον κόσμο να αφήσει τα αυτοκίνητά του. Δούλεψε σκληρά. Και εν πολλοίς διαφήμισε τον εαυτό του, ώστε να εκλεγεί πρόεδρος.

Όταν μετακόμισε, όμως, στο προεδρικό μέγαρο, είχε καταλάβει πια ότι το παιχνίδι με τη Τζακάρτα ήταν χαμένο. Τότε αποφάσισε κάτι πρωτοποριακό, αν και όχι πρωτόγνωρο: Να ξεκινήσει μια νέα πρωτεύουσα, από το μηδέν. Όχι κοντά στην παλιά, ούτε καν πάνω στην Ιάβα, το μεγαλύτερο πληθυσμιακά από τα ινδονησιακά νησιά, αλλά στο Βόρνεο, το τέταρτο μεγαλύτερο νησί του κόσμου, του οποίου η Ινδονησία κατέχει το μεγαλύτερο κομμάτι.

Σε μια εντελώς παρθένα περιοχή, στην επαρχία του Ανατολικού Καλιμαντάν (έτσι λέγεται το Βόρνεο στην τοπική γλώσσα) μπήκαν οι βάσεις για τη δημιουργία της Νουσαντάρα. Για τα σχέδια υποβλήθηκαν περισσότερες από 300 προτάσεις, οι περισσότερες από διεθνώς καταξιωμένους αρχιτέκτονες, όμως ο Βιντόντο προτίμησε έναν ντόπιο, τον Σιμπαρανί Σοφιάν. Υπάρχει λογική πίσω απ’ αυτό και δεν είναι απλά σωβινισμός: Ο ντόπιος γνωρίζει πολύ καλύτερα την αισθητική που χρειάζεται να έχει η νέα πρωτεύουσα και μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα τα προβλήματα.

Τα σπάνια φυτά και οι φύλαρχοι

Η Νουσαντάρα, η νέα πρωτεύουσα, είναι ακόμα στα χαρτιά. Ο Βιντόντο επισκέπτεται συχνά την περιοχή, ώστε να εποπτεύσει προσωπικά τι γίνεται και τι σχεδιάζεται να γίνει. Τον ενδιαφέρει πολύ να σβήσει όποιες τις φωνές διαμαρτυρίας με στοιχεία κι όχι με τη βία, όπως θα έκανε ένας προκάτοχός του. Με την προηγούμενη πείρα του στη δασοκομία εγγυήθηκε ότι ούτε ένα σπάνιο είδος φυτού ή δέντρου (από τα 15.000 που υπάρχουν στο Βόρνεο) δεν θα επηρεαστεί από το χτίσιμο και τη λειτουργία της νέας πρωτεύουσας.

Οι άνθρωποι είναι ένα άλλο ζήτημα. Η περιοχή είναι αραιοκατοικημένη από διάφορες ιθαγενείς φυλές, που συνολικά ονομάζονται Νταγιάκ. Ο Βιντόντο επιχείρησε να δει τους φύλαρχους προσωπικά, τους θέλει μαζί του σε κάθε εξόρμηση στην περιοχή. Για κάποιους η νέα πρωτεύουσα όντως σημαίνει ότι θα αναγκαστούν να φύγουν από την πατροπαράδοτη γη τους. Όμως αυτή η αλλαγή πρόκειται να ανεβάσει στα ύψη το επίπεδο ζωής τους.

Τα σχέδια της Νουσαντάρα είναι το πιο φιλόδοξο «πράσινο» πρότζεκτ που έχει εκπονηθεί ποτέ. Σύμφωνα μ’ αυτά που εξαγγέλλει ο Βιντόντο, τα βασικά υλικά με τα οποία θα κατασκευαστούν όλα τα κτίρια θα είναι το ξύλο και το γυαλί. Το 85% των μετακινήσεων θα γίνεται με δημόσια μέσα μεταφοράς (ηλεκτρικά κατά κύριο λόγο) και το «επίσημο» μέσο μετακίνησης ακόμα και των μεγάλων κυβερνητικών στελεχών θα είναι το ποδήλατο! Η ενέργεια θα παρέχεται κατά 80% από ανανεώσιμες πηγές, κυρίως ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά. Ο στόχος είναι μέσα στην επόμενη δεκαετία η Νουσαντάρα να είναι μια πόλη που θα λειτουργεί με τους γρήγορους ρυθμούς μιας σύγχρονης πρωτεύουσας, αλλά θα αφήνει μηδενικό αποτύπωμα στο περιβάλλον.

Πρώτα βήματα το 2024

Πότε θα γίνουν όλα αυτά; Σύμφωνα με τις προεδρικές εξαγγελίες, η πόλη θα είναι έτοιμη να φιλοξενήσει τις πρώτες κυβερνητικές υπηρεσίες το 2024. Ο Βιντόντο δεσμεύτηκε ότι θα είναι από τους πρώτους που θα μετακομίσει εκεί, ώστε να ζήσει όσο το δυνατόν περισσότερο αυτό που έφτιαξε. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2030 όλη η κυβερνητική υποδομή θα έχει μεταφερθεί από τη Τζακάρτα.

Και με την παλιά πρωτεύουσα τι θα γίνει; Προφανώς ο στόχος δεν είναι να εγκαταλειφθεί στη μοίρα της όταν απομακρυνθούν τα κυβερνητικά φώτα από πάνω της. Η εκτίμηση, όμως, των ειδικών είναι ότι ο πληθυσμός της Τζακάρτα θα μειωθεί μέσα στην επόμενη δεκαετία κατά τουλάχιστον 30%. Τα 30 εκατομμύρια θα γίνουν 20. Και πάλι θα είναι πολλοί, όμως η κατάσταση θα είναι πιο εύκολα διαχειρίσημη. Τα φράγματα θα συνεχιστούν, υπάρχει και σχέδιο δημιουργίας ενός ακτινωτού φράγματος από τσιμέντο, το οποίο θα προστατεύσει την περιοχή από τις πλημμύρες.

Ο Βιντόντο βιάζεται. Είναι λογικό. Το 2024 λήγει και η δεύτερη θητεία του στον προεδρικό θώκο της Ινδονησίας και, σύμφωνα με το Σύνταγμα, δεν μπορεί να διεκδικήσει τρίτη. Οι νομικοί σύμβουλοι που ψάχνουν να βρουν παραθυράκια παράτασης της θητείας του μέχρι να ολοκληρωθεί τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της Νουσαντάρα δεν είναι σίγουροι αν αυτό δεν θα αντιμετωπιστεί ως προσπάθεια επιβολής δικτατορίας. Γι’ αυτό και ο Βιντόντο θέλει να έχει βάλει γερά θεμέλια μέσα στον επόμενο χρόνο, πριν αφήσει τη δουλειά για τον επόμενο. Το σίγουρο είναι ότι τα έργα θα τρέξουν.

Ούτως ή άλλως, ο Βιντόντο έχει κι ένα… επώνυμο να υπερασπιστεί. Βιντόντο στη γλώσσα των κατοίκων της Ιάβας σημαίνει «υγιής»! Του έδωσαν τέτοιο όνομα οι γονείς του για καλή τύχη, επειδή όταν ήταν μικρός αρρώσταινε συχνά…

** Με πληροφορίες από ΝΥ Times.