Η φωτογραφία έχει μόλις δοθεί στη δημοσιότητα από την αστυνομία. Τους απεικονίζει δεμένους με χειροπέδες, να έχουν παραδοθεί από τη Μιανμάρ στις αρχές της Κίνας και να μπαίνει έτσι ένα τέλος στην Μαφία των τεσσάρων οικογενειών που διοικούν εδώ και χρόνια τη συνοριακή πόλη Laukkaing.

Η Μινγκ Ζενζέν και ο Μινγκ Γουνπίνγκ είναι η εγγονή και ο γιος ενός από τους ισχυρούς μαφιόζους που κάνουν κουμάντο στο Laukkaing τις δύο τελευταίες δεκαετίες.

Περίπου την ίδια στιγμή που η κινεζική αστυνομία έδινε στη δημοσιότητα τη φωτογραφία με τους δύο συλληφθέντες, οι επίσημες στρατιωτικές αρχές στη Μιανμάρ δημοσίευαν μια φωτογραφία από την έρευνα σε ένα βαν, όπου βρέθηκε το πτώμα ενός 69χρονου άνδρα.

Ανήκε στον εκ των μεγάλων κεφαλών της Μαφίας, Μινγκ Χουετσάνγκ, ο οποίος σύμφωνα με την εκδοχή του στρατού, αυτοκτόνησε όταν συνελήφθη. Μια εκδοχή, πάντως, που δεν έχει φανεί ιδιαίτερα πειστική για να βάζει τέλος σε μια ιστορία που ξεκίνησε την περίοδο του πολέμου και μετατράπηκε σε σενάριο περιπέτειας του Χόλιγουντ που τα είχε όλα: Ναρκωτικά, τζόγο, απληστία και μακιαβελικό ανταγωνισμό.

Οι τέσσερις οικογένειες

Ο Μινγκ Χουετσάνγκ ήταν κολλητός του Μπάι Σουοτσένκ, επικεφαλής ενός εκ των τεσσάρων οικογενειών. Υπό τη δική τους «ηγεσία», το φτωχό Laukkaing μετατράπηκε σε μια θορυβώδη πόλη με πολυώροφος πύργους, καζίνο και περιοχές γεμάτες από ιερόδουλες.

Παρότι αρκετά ισχυροί, δεν είχαν τη δυναμική των άλλων τριών οικογενειών της Μαφίας επικεφαλής των οποίων ήταν οι Wei Chaoren, Liu Guoxi και Liu Zhengxiang.

Τα καζίνο του Laukkaing, που αρχικά αναπτύχθηκαν για να εκμεταλλευτούν την κινεζική ζήτηση για τζόγο, που είναι παράνομος στην Κίνα και σε άλλες γειτονικές χώρες, εξελίχθηκαν σε ένα προσοδοφόρο μέτωπο για το ξέπλυμα χρήματος, τη διακίνηση και ειδικότερα για δεκάδες κέντρα απάτης.

Αυτά τα κέντρα απάτης πιστεύεται ότι παγίδευσαν περισσότερους από 100.000 ξένους υπηκόους που «φυλακίστηκαν» και αναγκάστηκαν να εργάζονται για πολλές ώρες καθημερινά, εξαπατώντας θύματα σε όλο τον κόσμο με εξελιγμένες διαδικτυακές απάτες.

Ο Μινγκ Χουετσά είχε τοποθετηθεί από τον Μπάι Σουοτσένκ διευθυντής ενός από τα πλέον διαβόητα κέντρα απάτης που ονομάζεται Crouching Tiger Villa. Διήυθυνε επίσης την τοπική αστυνομική δύναμη, η οποία, ενώ φορούσε την κανονική στολή της εθνικής αστυνομίας της Μιανμάρ, λειτουργούσε ως ιδιωτική πολιτοφυλακή, μία από τις πολλές που επέβαλαν την κυριαρχία των τεσσάρων οικογενειών στο Laukkaing.

Τον περασμένο Σεπτέμβριο, καθώς η Κίνα αύξησε την πίεση σε όλες τις ομάδες που διαχειρίζονται κέντρα απάτης για να τα κλείσουν και να παραδώσουν όσους εργάζονταν εκεί, η οικογένεια Μινγκ αντιστάθηκε. Λογικό αν αναλογιστεί κάποιος ότι τα καζίνο κάθε οικογένειας επεξεργάζονταν πολλά δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο και αποτελούσαν μια πολύ προσοδοφόρα επιχείρηση για να εγκαταλειφθεί σε μια νύχτα.

Οι οικογένειες είχαν επίσης στενούς δεσμούς με τον στρατό της Μιανμάρ και οι Μινγκς μπορεί να πίστευαν ότι προστατεύονταν, ακόμη και από τις απαιτήσεις της Κίνας, η οποία είχε από καιρό ισχυρή επιρροή στη συγκεκριμένη συνοριακή περιοχή.

Τα ξημερώματα της 20ης Οκτωβρίου, μια ομάδα απατεώνων μεταφέρθηκε από την Crouching Tiger Villa, πιθανώς εν αναμονή μιας κίνησης κατά του κέντρου απάτης από την κινεζική αστυνομία.

Ένας αριθμός εργαζομένων, που αναφέρεται ότι ήταν μεταξύ 50 και 100, προσπάθησαν να διαφύγουν και οι φρουροί του κέντρου απάτης άνοιξαν πυρ σκοτώνοντας αρκετούς. Αυτό που ακούστηκε έντονα σαν φήμη και δεν άργησε να εξαπλωθεί είναι ότι μεταξύ των νεκρών υπήρχαν μυστικοί Κινέζοι αστυνομικοί.

Η βασική αυτή «λεπτομέρεια» οδήγησε σε μια αυστηρή επιστολή από το γραφείο της τοπικής κυβέρνησης στη γειτονική κινεζική επαρχία – και την έκδοση εντάλματος σύλληψης από την κινεζική αστυνομία για τέσσερα μέλη της οικογένειας Μινγκ.

Η εξόφθαλμη απροθυμία ή αδυναμία της Χούντας που κυβερνά τη Μιανμάρ να βρει λύση ήταν αυτή που ενθάρρυνε τρεις στρατούς ανταρτών που αυτοαποκαλούνται Συμμαχία Αδελφότητας να εξαπολύσουν επιθέσεις κατά του στρατού στα τέλη του Οκτώβρη. Κι είναι σημαντικό να σταθεί κανείς στην αντίδραση του Πεκίνου, γιατί μιλάμε για μια χώρα που στο παρελθόν ζητούσε πάντα αυτοσυγκράτηση προκειμένου να διατηρήσει την ειρήνη στα σύνορά της. Η ανάγκη όμως να ξεριζώσει τις καλά χρηματοδοτούμενες και καλά εξοπλισμένες οικογένειες στο Laukkaing φαίνεται πως είχε αλλάξει τις προτεραιότητές της.

Όπως διατείνονται οι αντάρτες, στόχος τους είναι να εξαλείψουν τα κέντρα απάτης και να υποστηρίξουν την ευρύτερη εκστρατεία της αντιπολίτευσης για την ανατροπή του στρατιωτικού καθεστώτος που κατέλαβε την εξουσία στη Μιανμάρ το 2021.

Αλλά στο Laukkaing η σύγκρουση μοιάζει περισσότερο με ανταπόδοση, σε μια βεντέτα που πηγαίνει πίσω στις μέρες του Ψυχρού Πολέμου.

Οι νονοί του Laukkaing

Οι τέσσερις οικογένειες οφείλουν τον έλεγχο του Laukkaing στον Min Aung Hlaing, τον στρατιωτικό διοικητή που ηγήθηκε του πραξικοπήματος του 2021 και εξακολουθεί να ηγείται της χούντας

Πίσω στο 2009, ο Min Aung Hlaing ήταν πρωτοπαλίκαρο μιας στρατιωτικής επιχείρησης για να εκδιώξει τον τότε κυρίαρχο πολέμαρχο στο Laukkaing, Peng Jiasheng.

Ο Πενγκ ήταν μέρος μιας γενιάς πολέμαρχων στην Πολιτεία Σαν που εμφανίστηκαν στο χάος των χρόνων μετά την ανεξαρτησία στη Μιανμάρ, όταν η εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης δεν επεκτεινόταν στις περισσότερες παραμεθόριες περιοχές.

Απελπιστικά φτωχή, απομακρυσμένη και άγονη, η μόνη πραγματική οικονομία της Πολιτείας Σαν ήταν η καλλιέργεια οπίου. Έγινε ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο και χρηματοδότησε τις διάφορες ομάδες ανταρτών.

Ο Πενγκ ξεκίνησε ως διοικητής στο υποστηριζόμενο από την Κίνα Κομμουνιστικό Κόμμα Βιρμανίας, αλλά έκανε ανταρσία το 1989 καθώς η κινεζική υποστήριξη σταμάτησε, διασπώντας το Κομμουνιστικό Κόμμα Βιρμανίας σε πολλές ένοπλες ομάδες ανταρτών.

Αυτή ήταν μια εποχή που η στρατιωτική κυβέρνηση της Μιανμάρ ένιωθε ευάλωτη. Είχε μόλις συντρίψει μια λαϊκή εξέγερση το 1988 με μεγάλη βιαιότητα – την εξέγερση κατά την οποία η Aung San Suu Kyi πρωτοεμφανίστηκε ως ηγέτης της αντιπολίτευσης.

Ανησυχώντας για μια πιθανή συμμαχία μεταξύ των καθιερωμένων εθνοτικών ανταρτικών ομάδων και του κινήματος της αντιπολίτευσης, οι στρατηγοί κινήθηκαν γρήγορα για να συνάψουν ειρήνη με τους εξεγερμένους, δίνοντάς τους το ελεύθερο να διοικούν τα φέουδα τους όπως ήθελαν.

Ο Peng άρχισε να αναπτύσσει το Laukkaing ως κόμβο τυχερών παιχνιδιών αφού δέχθηκε πίεση να περικόψει την επιχείρηση ναρκωτικών που χρηματοδοτούσε τη λειτουργία του.

Αλλά όταν το 2009 απέρριψε το αίτημα του στρατού να μετατρέψει τις δυνάμεις του σε δύναμη συνοριοφυλάκων, ο Min Aung Hlaing έπεισε τον Μπάι Σουοτσένγκ, υποδιοικητή του Peng εκείνη την εποχή, να επαναστατήσει εναντίον του.

Ο Πενγκ εκδιώχθηκε στην Κίνα. Στα καζίνο οι τοίχοι είχαν τρύπες από σφαίρες, μετά τη μάχη που δόθηκε. Ο Μπάι και οι άλλες τρεις οικογένειες ανέλαβαν την οικονομία του καζίνο.

Έχοντας στενούς δεσμούς με τον στρατό, ανέπτυξαν εκτεταμένα επιχειρηματικά δίκτυα στη Μιανμάρ, με μερίδια σε εξόρυξη, ενέργεια, υποδομές και καζίνο σε άλλες χώρες όπως η Καμπότζη. Δημιούργησαν δεσμούς με δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος στο Μακάο και τη νοτιοανατολική Κίνα.

Το Laukkaing πήρε τον χαρακτήρα μιας πόλης με άνθιση της Άγριας Δύσης, όπου τα πάντα μπορούν να αγοραστούν και να πουληθούν. Υπήρχαν περιστασιακές μάχες μεταξύ αντίπαλων κέντρων απάτης και ισχυροί άνθρωποι κρατούσαν λιοντάρια και τίγρεις ως κατοικίδια.

Αλλά μεγάλο μέρος του εξεγερμένου στρατού του Πενγκ, το MNDAA, παρέμεινε πιστό σε αυτόν. Το 2015 προσπάθησε, και απέτυχε, να ξαναπάρει τον έλεγχο του Laukkaing από τις τέσσερις οικογένειες.

Το MNDAA σχημάτισε τότε μια συμμαχία με άλλες ένοπλες ομάδες. Όταν ο Πενγκ πέθανε πέρυσι σε ηλικία 91 ετών, του έγινε μια πολυτελής κηδεία αντάξια ενός δον της μαφίας, στην οποία παρευρέθηκαν οι περισσότεροι ηγέτες των ανταρτών και πολέμαρχων στην περιοχή.

Ακόμη και ο Min Aung Hlaing έστειλε έναν ανώτερο στρατιωτικό διοικητή να αποτίσει τα σέβη του στον παλιό του αντίπαλο. Τα παιδιά του Peng ανέλαβαν τη διοίκηση του MNDAA, περιμένοντας την ευκαιρία να εκδιώξουν τον Bai, ένα μισητό πρόσωπο στα μάτια τους.

Με τα στρατεύματα της MNDAA να ελέγχουν τώρα το κύριο συνοριακό πέρασμα και όλους τους δρόμους προς το Laukkaing, είναι πλέον έτοιμοι να ανακτήσουν την πρωτεύουσα του καζίνο, το μηχανοστάσιο του “scamdemic”, όπως έχει ονομαστεί από τον ΟΗΕ.

Το τι κάνουν μόνο να εικάσει μπορεί ένας ουδέτερος παρατηρητής, αλλά έχοντας υποσχεθεί στην Κίνα να τερματίσουν τις απάτες, θα πρέπει να βρουν έναν άλλο τρόπο να χρηματοδοτήσουν την εξέγερσή τους.

Ο εκπεφρασμένος στόχος τους να βοηθήσουν στην ανατροπή της στρατιωτικής χούντας χαιρετίστηκε από το ευρύτερο αντιπολιτευτικό κίνημα.

Τον τελευταίο μήνα, εκατομμύρια στη Μιανμάρ ενθουσιάστηκαν από τις θριαμβευτικές σκηνές των ανταρτών που παρελαύνουν με αιχμάλωτους στρατιώτες και εξοπλισμό, την ίδια στιγμή που στο Laukkaing διαδραματίζεται το… δράμα του τέλους της μαφίας.

Μετά από σχεδόν τρία χρόνια βίαιης στρατιωτικής δικτατορίας, η χούντα φαίνεται ευάλωτη και οι άνθρωποι μπορούν να τολμήσουν να ονειρεύονται ότι μπορεί να πέσει.

Όμως, δεδομένης της ιστορίας των αλλαγών πίστης σε αυτή την παράνομη περιοχή, οι δηλωμένοι στόχοι του MNDAA πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή.

Το πού βρίσκεται ο Bai Suocheng είναι άγνωστο. Δεν είναι επίσης σαφές πού βρίσκονται δύο από τους άλλους πολέμαρχους – ο Wei Chaoren και ο Liu Zhengxiang – αυτή τη στιγμή. Ο τέταρτος, ο Liu Guoxi, πέθανε το 2020.

Αλλά πολλά μέλη των οικογενειών τους βρίσκονται τώρα υπό κράτηση στην Κίνα. Κάποιοι έχουν κάνει δηλώσεις μετάνοιας. Χιλιάδες από όσους εργάζονται στα κέντρα απάτης έχουν ήδη παραδοθεί στην κινεζική αστυνομία και γίνεται προσπάθεια να βγουν ασφαλείς εκατοντάδες ακόμη, που παραμένουν παγιδευμένοι στο Laukkaing.

Η απάτη στη βορειοανατολική Μιανμάρ μπορεί τώρα να έχει τελειώσει, αν και δεν αποκλείεται απλώς να περιμένει να μετεγκατασταθεί σε μια άλλη παράνομη γωνιά του πλανήτη.