Μάλλον θα αργήσει η μέρα που κάποιος δημοσιογράφος θα καταφέρει να αντισταθεί στον πειρασμό να κάνει τον παραλληλισμό-κλισέ «Μπόνι και Κλάιντ» στην, σπάνια είναι η αλήθεια, περίπτωση που πρέπει να μιλήσει για ένα ζεύγος που κάνει μαζί παρανομίες. Σε κάθε περίπτωση, ο Ίλια «Ο Ολλανδός» Λιχτενστάιν και η Χέδερ «Razzlekhan» Μόργκαν σίγουρα δεν είναι το μέσο ανδρόγυνο εκεί έξω. Κάθε άλλο…

Υπό μια έννοια, η ιστορία τους είναι ταμάμ με τους καιρούς μας. Τεχνολογική, σπιντάτη, δαιδαλώδης. Και βεβαίως, φουλ ιντριγκαδόρικη. Τσάμπα νομίζετε το Netflix ετοιμάζει σειρά για πάρτη τους;

Ξετυλίγοντας το τι έγινε, θα πρέπει να μεταφερθούμε νοερά στον Αύγουστο του 2016, όταν άγνωστοι κατάφεραν να βρουν ατέλεια στον κωδικό της πλατφόρμας ψηφιακών συναλλαγών Bitfinex κλέβοντας έτσι 119.754 Bitcoin που τότε μεταφράζονταν σε 72 εκατ. δολάρια.

Προϊόντος του χρόνου, η αξία τους 4πλασιάστηκε, φτάνοντας έτσι να κοστίζουν 8,3 δισεκατομμύρια δολάρια και μετατρέποντας την κλοπή αυτή τη μεγαλύτερη στην ιστορία των ΗΠΑ (μετά το κραχ του 2022, η αξία αυτή μειώθηκε κατά 2,5 δισ. – ναι για τόσο ρευστή αγορά πρόκειται, με συνεχή ανέβα-κατέβα).

Όποιοι το είχαν κάνει, ήταν σαν να είχαν κλέψει μια Ferrari και καθώς προσπαθούσαν να την κρύψουν στο γκαράζ τους, αυτή μετατράπηκε σε ένα τεράστιο ιδιωτικό τζετ καλυμμένο εν πολλοίς από χρυσάφι, διαμάντια και άλλα πολύτιμα πετρώματα. Πώς στα κομμάτια κρύβεις ένα τέτοιο πλούτο;

Η άνοδος των κρυπτο-νομισμάτων έφερε μια νέα εποχή εγκλήματος, πολύ διαφορετική από όσα ήταν γνωστά μέχρι πρότινος. Στο λεγόμενο dark web υπάρχουν διάφορα site μέσω των οποίων μπορεί κάποιος (που ξέρει) να αγοράσει ναρκωτικά, όπλα, επίσημα έγγραφα, μέλη σώματος, ακόμα και ουράνιο.

Μπορεί επίσης να «παραγγείλει» μια δολοφονία και άλλα τέτοια «ωραία». Κι όλα αυτά χρησιμοποιώντας Bitcoin ως νόμισμα. Χάκερ βάζουν στόχο μεγάλους Οργανισμούς και εταιρίες, εκβιάζοντάς τους να πληρώσουν για να μην τους καταστρέψουν τα συστήματα. Και τα «λύτρα» που ζητούν είναι, πάντα, σε Bitcoin.

Ήταν πολύ μεγάλη «δουλειά» το χακάρισμα αυτό του 2016. Το Bitfinex είναι ένα από τα μεγαλύτερα ανταλλακτήρια στον κόσμο για αγορά και πώληση κρυπτονομισμάτων και οι χάκερ κατάφεραν να πάρουν το μισό του απόθεμα σε κάτι λιγότερο από 4 ώρες.

Το AlphaBay έδωσε τις πληροφορίες – Και η έκπληξη ήταν τεράστια

Ένα χρόνο μετά την κλοπή, καμία ύποπτη κίνηση δεν είχε γίνει. Τα λεφτά έμειναν «ακούνητα», αυγάτιζαν δια της αδράνειας λόγω της ιλιγγιώδους ανόδου της αξίας των crypto.

Στις αρχές του 2017, μια εταιρία ασφάλειας λογισμικού παρατήρησε πως κάποιος ξέπλενε μέρος των κλεμμένων Bitcoin μέσω μιας dark-net αγοράς που ονομάζεται AlphaBay και ήταν τότε ένας από τους μεγαλύτερους πωλητές φαιντανύλης και ηρωίνης στον κόσμο.

Οι αρχές παρακολούθησαν από μακριά καθώς δημιουργήθηκε ένα «κατάστημα» στον ιστότοπο AlphaBay και στη συνέχεια είδαν πως μέσω αυτού επεξεργαζόταν εκατοντάδες «πωλήσεις». Όλα αυτά προτού το κατάστημα «κλείσει» όσο γρήγορα άνοιξε και τα έσοδα διοχετευθούν σε μυστικά πορτοφόλια crypto.

Το ξέπλυμα των χρημάτων γινόταν με τη χρήση εξελιγμένων τεχνικών που ονομάζονται chain hopping και peel chains, μέσω των οποίων τα χρήματα «κόβονται» σε μικρότερα μέρη και στη συνέχεια συντίθενται ξανά για να είναι λιγότερο αναγνωρίσιμα.

Λίγους μήνες αργότερα, όταν οι ομοσπονδιακοί «έριξαν» τελικά το AlphaBay και συνέλαβαν τον ιδρυτή του ιστότοπου στην Ταϊλάνδη (αργότερα αυτοκτόνησε σε μια φυλακή της ασιατικής χώρας), μπόρεσαν να κατάσχουν 16 servers και να βρουν εκεί στοιχεία που τους οδηγούσαν στο εξής μέρος: Wall Street 75, Μανχάταν.

Ήταν μια μεγάλη έκπληξη για τις αμερικανικές αρχές. Περίμεναν πως θα έβρισκαν από πίσω κάποια ομάδα χάκερς με πλάτες από έναν ισχυρό εχθρικό κράτος και δεν θα μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Υπάρχουν οργανωμένες σπείρες, μερικές εκ των οποίων λειτουργούν με τη χρηματοδότηση κρατών. Όπως η Βόρεια Κορέα. Μέσω τέτοιων ομάδων, αγοράζονται παράνομα όπλα και ενισχύονται τρομοκρατικές οργανώσεις όπως ο ISIS και η Αλ Κάιντα.

Αλλά τώρα ήταν αλλιώς. Όποιος κι αν είχε κάνει αυτό το μεγάλο κόλπο, βρισκόταν στις ΗΠΑ. Υπήρχε συνεπώς τρόπος να συλληφθεί. Η έκπληξη έγινε ακόμα μεγαλύτερη για το FBI όταν είδε πως όλα τα στοιχεία οδηγούσαν σε ένα ζευγάρι που πρακτικά είχε κάνει κάτι σαν κατάληψη στα social media. Μέσω της υπερβολής, με μια ανοησία που τους έκανε εντελώς ασυνήθεις υπόπτους.

Οι Feds έπιασαν δουλειά για να βρουν τα κλεμμένα Bitcoin

Κόντρα στο χολιγουντιανό στερεότυπο, οι χάκερ δεν ήταν κατά κανόνα σπασίκλες έφηβοι που τη βγάζουν όλη μέρα σε ένα δωμάτιο ενώ απ’ έξω η μάνα τους, τους φωνάζει να κατεβούν επιτέλους να φάνε. Δεν είναι μόνο αυτό, έστω.

Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα κυβερνό-ασφάλειας, μια νέα βιομηχανία έχει ανατείλει στη Silicon Valley. Εταιρείες που προσλαμβάνονται από κράτη και μεγάλους Ομίλους για να ελέγχουν κάθε συναλλαγή και να βρίσκουν, μέσω συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, την προέλευση των χρημάτων και πού αυτά καταλήγουν.

Με άλλα λόγια, η αρχική υπόσχεση ανωνυμίας των crypto αποδείχτηκε ουτοπία, δυστοπία.  Δεν μπορείς να τους πιάσεις όπως παλιά που έκλεβαν π.χ. μια τράπεζα και έτρεχαν μετά με μια σακούλα χρήματα στην πλάτη ή έχοντας αφήσει αποτυπώματα που θα προδίδαν την ταυτότητά τους. Με το που θα γίνει ένα έγκλημα διαδικτυακά, ο μόνος τρόπος είναι να τον πιάσεις με τα κλεμμένα χρήματα.

Οι πράκτορες του FBI λοιπόν αμέσως έστρεψαν το ενδιαφέρον και την προσοχή τους στο Μανχάταν, στο ύποπτο διαμέρισμα της Wall Street 75. Εν μέσω του 2ου κύματος της πανδημίας του κορονοϊού οι Feds έκαναν διάφορες επισκέψεις εκεί, με την πρόφαση πως ερευνούσαν ένα κύκλωμα παιδικής πορνογραφίας.

Στην πραγματικότητα αυτό που έψαχναν, με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο, ήταν να βρουν τα στοιχεία για να τα «δέσουν» με όσα είχαν ήδη στα χέρια τους και έδειχναν προς αυτό το περίεργο ανδρόγυνο. Γιατί περίεργο; Ω, μα επειδή ήταν – και πολύ μάλιστα!

Ένα πολύ εκκεντρικό ζευγάρι, μια social media καταιγίδα!

Λίγο πάνω από 30 ετών και οι δύο, είχαν μια «άγρια» διαδικτυακή παρουσία – είχαν φτιάξει λογαριασμό στο Instagram ως και για τη γάτα τους! Ο άνδρας, ο Ίλια «Ο Ολλανδός» Λιχτενστάιν, ένας ρωσικής καταγωγής μετανάστης, εμφανιζόταν ως επενδυτής σε τεχνολογικές επιχειρήσεις ενώ δούλευε και ως mentalist – ταχυδακτυλουργός.

Η γυναίκα του, Χέδερ “Razzlekhan” Morgan, δήλωνε επιχειρηματίας, δημοσιογράφος και ράπερ. Μαζί αποτελούν μια από τις πιο τρελές περιπτώσεις στον συνεχώς αναπτυσσόμενο χώρο του Κρύπτο-εγκλήματος.

Ο Λιχτενστάιν είχε λογαριασμούς στα social media στους οποίους σχολίαζε συχνά για θέματα Bitcoin, ενώ είχε «εικόνισμα» τον Έντουαρντ Σνόουντεν. Η σύζυγός του είχε ακόμα περισσότερους λογαριασμούς… παντού. Σε Twitter, TikTok, YouTube, Facebook και Instagram, είχε φτιάξει και εναλλακτικές περσόνες, αξιοποιώντας και το καλλιτεχνικό της πνεύμα.

Αποκαλούσε τον εαυτό της «Κροκόδειλο της Wall Street», αλλά το alter ego που «έπαιζε» και υιοθετούσε συχνότερα ήταν αυτό της Razzlekhan. Μιας ράπερ που έβγαζε selfies με τη γλώσσα έξω και το χέρι σε θέση ανδρικού αυνανισμού. Μιας ράπερ που… έφτυνε προκλητικές ρίμες.

Οι δύο τους, ειδικά η Χέδερ, έκαναν ό,τι τους κατέβαινε στο κεφάλι, όποια υπερβολή ή ανοησία σκεφτόντουσαν, την ανέβαζαν. Ο Λιχτενστάιν πάλι, σε ένα βίντεο, περιέγραφε το πώς ένιωθε τρώγοντας το φαγητό της… γάτας.

Δεν έδειχναν σαν 2 τύποι που έχουν κλέψει δισεκατομμύρια, ποτέ δεν θα τους υποψιαζόταν κανείς από τους followers τους για κάτι τέτοιο. Αλλά ήταν μια καλά σκηνοθετημένη εικόνα. Ήθελαν να δείξουν δύο εκκεντρικοί, στα όρια του ανόητου, τύποι.

Ο γάμος τους, νωρίτερα, ήταν υπερπαραγωγή. Μίξη τρέλας και κακογουστιάς, Με εκατοντάδες καλεσμένους. Η Χέδερ ράπαρε, ο Ιλάι έκανε μαγικά κόλπα. Ηταν 2… παλαβιάρηδες που έμοιαζαν γεννημένοι ο ένας για τον άλλον. Το μυστικό after wedding πάρτι, για λίγους, ήταν εμφανές πως είχε κοστίσει μια περιουσία και οι φίλοι τους, που πήγαν εκεί, αναρωτήθηκαν πώς το είχαν πληρώσει.

Ναι, τελικά ξοδεύαν χρήματα. Αλλά πολύ επιλεκτικά. Έξυπνα, καλύπτωντας τα ίχνη τους για να μη προκαλέσουν υποψίες, για να μην τραβήξουν το ενδιαφέρον των Αρχών. Αγόρασαν χρυσές λίρες, αξίας χιλιάδων δολαρίων. Έπαιρναν δωροκάρτες και τις μετέτρεπαν σε αεροπορικά μίλια. Έφτιαξαν ψεύτικες εταιρείες επενδύσεων για να φαίνεται πως έχουν εισόδημα. Ταξίδευαν σε όλο τον κόσμο, έμεναν σε πεντάστερα ξενοδοχεία.

Λίγο πριν πάνε στην Ουκρανία ήρθε το game over

Είχαν ήδη έτοιμο το σχέδιο τους για την επόμενη μέρα. Το είχαν αποφασίσει. Θα πήγαιναν να ζήσουν στην Ουκρανία όπου οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να επέμβουν για να τους πιάσουν. Μέσω του dark web είχαν προμηθευτεί τα απαραίτητα έγγραφα, ετοιμαζόντουσαν να αλλάξουν ταυτότητα και ζωή.

Ένιωθαν πως το σχέδιο τους δεν είχε ατέλειες. Μόνο που ξέσπασε η η πανδημία. Και χρειάστηκε να αναβάλουν τα σχέδια τους για άμεση αναχώρηση. Δεν πειράζει, σκέφτηκαν. Λίγο ακόμα θα περίμεναν, να τελειώσει το lockdown. Και μετά, φυγή.

Δεν πρόλαβαν. Τους έπιασαν στα πράσα, το ντου του FBI στο σπίτι τους δεν τους έδωσε χρόνο να αντιδράσουν ή να κρύψουν στοιχεία. Μπόρεσαν έτσι οι αρχές να τους συνδέσουν με το χάκινγκ του Bitfinex.

Ένα μηνά μετά, τους συνέλαβαν. Με την κατηγορία της σύστασης συμμορίας για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και συνομωσία – απάτη κατά των ΗΠΑ, κάτι που μπορεί να επιφέρει ως και 25 έτη φυλάκισης.

Το μήνα που μεσολάβησε από το «ντου» ως τη σύλληψη, η Μόργκαν συνέχισε να ποστάρει αθρόα στα social media σαν να μην είχε συμβεί το παραμικρό. Ήταν ο τρόπος της να διαχειριστεί την πίεση και την αγωνία ή ζούσε σε ένα παράλληλο δικό της σύμπαν;

Οι ομοσπονδιακοί βρήκαν 94.000 Bitcoin αξίας 3,6 δισ. Τα υπόλοιπα ο Λιχτενστάιν είχε καταφέρει να τα «κρύψει» μέσω ενός λαβύρινθου συναλλαγών. Ο Τύπος σύντομα έκανε τον παραλληλισμό με τους Μπόνι και Κλάιντ της εποχής των Bitcoin – ω μα ήταν ως και απαραίτητο.

Ο Λιχτενστάιν κυρίως λόγω των ρωσικων του ριζών κρατείται σε φυλακη στην Βιρτζίνια. Η Μόργκαν πάλι και αφού πλήρωσε μια γενναία εγγύηση, είναι ελεύθερη με περιοριστικούς όρους. Και οι δυο διαπραγματεύονται συμφωνία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Το παιχνίδι έχει τελειώσει. Ή μήπως όχι; Στην εποχή των Bitcoin ποτέ μην λες ποτέ…

*Με πληροφορίες από Vanity Fair