Το ζήτημα του πότε θα βγει κάποιος στη σύνταξη, είναι κάτι που μετά τα 50, αρχίζει να απασχολεί διαρκώς. Είναι το σημείο στο οποίο έχεις συμπληρώσει 25-30 χρόνια δουλειάς, υπάρχει μια πνευματική κούραση και στοχεύεις στις μέρες που δεν θα είσαι υποχρεωμένος να δουλέψεις. Στα χρόνια μας όμως έχουν αρχίσει να προκύπτουν μεγάλα ζητήματα που κάνουν τη σύνταξη ακόμα πιο μακρινή.

Είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση Μακρόν στη Γαλλία κι ένας από τους λόγους που το 2023 ήταν ένα από τα έτη με τις περισσότερες διαδηλώσεις στη χώρα.

Η υπογεννητικότητα φέρνει μια γήρανση του πληθυσμού σε αρκετές χώρες. Φέρνει, δηλαδή, αύξηση του πληθυσμού που βρίσκεται στη σφαίρα της σύνταξης, κάτι που σημαίνει ότι μειώνονται τα άτομα που έργαζονται, άρα προσφέρουν με τους φόρους και τις εισφορές τους στο κράτος, και αυξάνονται τα άτομα που παίρνουν σύνταξη, άρα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Είναι συγκεκριμένη και πεπερασμένη η κάνουλα.

Κι όσο κι αν το κοιτάζουμε ρομαντικά, είναι αναπόφευκτο να τεθεί στο τραπέζι σε παγκόσμιο επίπεδο, μια διαβούλευση για την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, αφού, εκτός του παραπάνω, ο άνθρωπος δεν είναι όπως πριν 30-40 χρόνια που στα 65 του θεωρείτο γέρος. Πια, στα 65 σου παραμένεις ενεργός και επαρκής.

Μια πολύ πιο ουσιαστική λύση για το ζήτημα της σύνταξης, θα ήταν να μην υπάρχει οριζόντια ισχύ, αλλά οι άνθρωποι να εξετάζονται για την ικανότητα τους με συγκεκριμένα τεστ και να παίρνουν ειδικοί την απόφαση για το αν μπορούν να συνεχίσουν να εργάζονται.

Πώς μπορείς όμως να ξέρεις πότε είναι ώρα για να βγεις στη σύνταξη;

Στους New York Times ρώτησαν ειδικούς και οι απαντήσεις που δόθηκαν, καταδεικνύουν πως κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και πως θα έπρεπε τα κράτη να πάνε σε μια λογική κατά περίπτωση και όχι εν συνόλω.

Ο Γκαλ Βέτστιν, ερευνητής οικονομικών στο Κέντρο Έρευνας για Συνταξιοδότηση στο Boston College, διεξήγαγε μια έρευνα για το εργασιακό προσδόκιμο των ανθρώπων και είδε πως όσοι Αμερικάνοι ήταν καλά στην υγεία τους στα 50 τους έτη, είχαν χοντρικά 23 χρόνια πλήρους λειτουργικότητας σωματικά και άλλα 8 χρόνια ζωής με προβλήματα στην ευελιξία και την κίνηση. Με βάση αυτό, τα 73 έτη γίνονται αυτόματα ένα όριο συνταξιοδότησης.

«Το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί και η ικανότητα για εργασία επεκταθεί. Αυτό έχει συμβεί λόγω ιατρικών αλλαγών, αλλά και γιατί έχει αλλάξει η φύση της εργασίας», εξηγεί ο Βέτστιν.

Το 2020, το 45% των Αμερικάνων εργαζομένων, απασχολούνταν σε τομείς θεωρητικούς, όπως το μάνατζμεντ, το επιχειρείν, τα οικονομικά, η εκπαίδευση και το σύστημα υγείας. Πίσω στο 1935, αυτό ήταν μόλις το 6% του εργασιακού δυναμικού. Εν ολίγοις, η σκληρότητα της εργασίας παλιότερα, κούραζε περισσότερο το σώμα και το αποδυνάμωνε πιο γρήγορα.

«Δεν έχει νόημα η σύνταξη στα 65 για αυτά τα επαγγέλματα. Είναι αριθμός του 20ου αιώνα», λέει ο δρ. Πίντσας Κόεν, κοσμήτορας στην Σχολή Γεροντολογίας στο Davis School του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας.

Ο εγκέφαλος παρουσιάζει πτώση στη συνταξιοδότηση

Σε ανθρώπους που εργάζονται σε αυτούς τους κλάδους, τους γνωσιακούς, η συνταξιοδότηση θα έπρεπε να υπάρχει στα 70, υποστηρίζει η Λίζα Ρένζι-Χάμοντ, διευθύντρια στο Ινστιτούτο Γεροντολογίας στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια.

«Μπορούμε να διατηρήσουμε σε καλό επίπεδο τις γνωστικές μας διεργασίες στα 70 μας. Αν το όριο συνταξιοδότησης βασίζεται στις ικανότητες ή την ανταγωνιστικότητα των εργαζομένων, δεν υπάρχει κανένας λόγος να βγεις στη σύνταξη στη δεκαετία των 60», υπερθεματίζει.

Η Χάμοντ βασίζει όσα λέει στο ότι πια, η φθορά στον ανθρώπινο εγκέφαλο που ξεκινάει στα 45 περίπου, κυρίως στον προμετωπιαίο φλοιό, δεν είναι καταδικαστική, ούτε καν προβληματική. Το μέρος του εγκεφάλου που αναπτύσσει την προσαρμοστικότητα στις νέες εμπειρίες και αυτό της κοινωνικής γνώσης, του πώς συμπεριφερόμαστε δηλαδή στις ανθρώπινες συναναστροφές, εξακολουθούν να αναπτύσσονται για δεκαετίες.

Αυτές οι δυνατότητες αποδυναμώνονται όταν τελειώνει και η εργασία, ενώ συνεχίζουν να ενισχύονται όσο το άτομο εργάζεται. Είναι εμπειρικά γνωστό σε όλους μας πως ένα άτομο χάνει τις γνωστικές του ικανότητες τη στιγμή που βγαίνει στη σύνταξη. Μάλιστα, κάποιες έρευνες έχουν δείξει πως η μεταγενέστερη συνταξιοδότηση, μείωνε την πιθανότητα θανάτου πριν τα 80, ασχέτως του πώς ήταν η υγεία των ατόμων πριν τη σύνταξη. Αυτό εξηγείται από το ότι ένα άτομο που συνταξιοδοτείται, χάνει την σωματική δραστηριότητα και τα ερεθίσματα της κοινωνικής επαφής.

Φυσικά, δεν γίνεται να αγνοηθεί πως υπάρχουν άνθρωποι σε χειρωνακτικούς τομείς της εργασίας, που κουράζονται σωματικά πιο γρήγορα, άρα το όριο των 65 ετών είναι απαραίτητο για να βγουν στη σύνταξη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η συνταξιοδότηση κάνει το ακριβώς αντίθετο, ευνοεί την υγεία του ατόμου.

Υπάρχει, με πιο απλά λόγια, ανάγκη διάκρισης που δεν σχετίζεται με το προσδόκιμο ζωής, αλλά με το προσδόκιμο κατάστασης της υγείας και με βάση το είδος της εργασίας. Σε κάποιες κοινωνίες, απαιτείται διαφορετική αντιμετώπιση ανάλογα και με το χρώμα ή το φύλο.

Ο Βέτστιν βρήκε στην έρευνα του πως οι μαύρες γυναίκες που είναι καλά στην υγεία τους στα 50 τους, έχουν εργασιακό προσδόκιμο 17 ετών ακόμα, ενώ οι λευκές γυναίκες πάνε στα 24 έτη!

«Ξέρουμε πως οι μαύροι Αμερικάνοι αναπτύσσουν ασθένειες σε νωρίτερο στάδιο, ζουν με περισσότερα προβλήματα, πεθαίνουν πιο νέοι», λέει η δρ. Λίζα Κούπερ, διευθύντρια στο Κέντρο Ισότητας Υγείας του Johns Hopkins. «Το να αυξήσουμε τα όρια συνταξιοδότητας, είναι κάτι που πρέπει να συμβεί έχοντας στο νου μας όλα αυτά τα ζητήματα, γιατί δεν επηρεάζονται όλοι το ίδιο».

Τέλος, κάτι που πρέπει ένα κράτος πρόνοιας να λαμβάνει υπ’ όψιν, είναι ότι οι άνθρωποι θέλουν να ξέρουν πως μπορούν να περάσουν κάποια καλά χρόνια της ζωής τους, πριν τους «προδώσει» το σώμα και το μυαλό τους, χωρίς να έχουν την καθημερινή ευθύνη και το άγχος μιας εργασιακής θέσης, καταλήγει το άρθρο στους NYT.

* Πηγή: New York Times