Ό,τι και να πιστεύει κανείς για την καλλιτεχνική του υπόσταση, δε μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι ο Σωτήρης Τσαφούλιας είναι ένας δεινός ρήτορας. Όχι με δημαγωγική έννοια, αλλά με ατόφια ικανότητα. Ξέρει πάντα πώς να τοποθετηθεί σε κάθε ζήτημα και χωρίς να ακολουθεί μια επιταγή, εκφράζει την άποψή του με σεβασμό. Κι αυτό του έχει δώσει το δικαίωμα να αναγνωρίζουν ακόμα και οι σκληροπυρηνικοί ότι δεν εξυπηρετεί κάποια ατζέντα, δεν είναι φοβικός ή ρατσιστής προς κάτι.

Κατά την παρουσία του στην εκπομπή της Σίσσυς Χρηστίδου την Κυριακή, ο Σωτήρης Τσαφούλιας κλήθηκε να μιλήσει για την δήλωση του Πάνου Βλάχου, πρωταγωνιστή της νέας του σειράς στην Cosmote TV, τις 17 Κλωστές, πως οι δημοσιογράφοι έχουν την τάση να λερώνουν με τον τρόπο τους όλα τα όμορφα. Κι από τον Πάνο Βλάχο, η κουβέντα έφτασε στον Νταλάρα και κατέληξε στο ζουμί των δηλώσεων που έκανε ο Τσαφούλιας.

«Και για το θέμα του Γιώργου Νταλάρα και για το θέμα με τον Πάνο Βλάχο, δεν βγήκα να κάνω τον δικηγόρο κανενός. Έχω πλήρη συνείδηση για το πόσο ασήμαντος είμαι, και πλανητικά και στην Τέχνη και στα πράγματα. Μπορεί ένας άνθρωπος να θέλει να περάσει ένα μήνυμα αλλά να χρησιμοποιήσει την λάθος λέξη ή το λάθος χρώμα ή τόνο στη φωνή του, θα καταλήξει να περάσει το ανάποδο. Αν πω εγώ κάτι τώρα, που είναι προϊόν της σκέψης μου και είναι παρεξηγήσιμο, δέχομαι ο άλλος να με “σταυρώσει” κατευθείαν.

Ωστόσο κάποιοι άνθρωποι έχουν μία απορία στη ζωή τους, που νομίζω ότι ακόμα και λένε το λάθος πράγμα, έχουν “κερδίσει” με τη στάση τους μέσα στα χρόνια, το δικαίωμα του να ξοδέψουμε ένα λεπτό στο να αποκωδικοποιήσουμε τα λόγια του και την σημασία τους. Αν αρχίζουμε να γκρεμίζουμε, σε μία λογική πολιτικής ορθότητας που έχει καταντήσει φονταμενταλισμός, που προσπαθεί να δεσμεύσει την ελευθερία του λόγου και να μπλοκάρει την ελευθερία της σκέψης… Αυτό ζούμε τώρα, τον φασισμό της δημοκρατίας, ζούμε το bullying του αν δεν είναι κάποιος μαζί μας, είναι εναντίον μας».

Η κατακλείδα όσων είπε ο Τσαφούλιας είναι αυτή που έχει τη μεγαλύτερη αξία. Στην εποχή μας, έχουμε περάσει ως παγιωμένο ότι αν κάποιος δεν βγει να καταδικάσει κάτι κακό, σημαίνει πως το επικροτεί. Αν κάποιος δεν ανταποκριθεί στην ανάγκη του αδηφάγου για αίμα, τότε θα έρθει και η δική του σειρά να γίνει γεύμα.

Καλό είναι λοιπόν, από δω και πέρα, να μετράμε πολύ καλά μέσα μας τι λέει ο καθένας πριν φτάσουμε στο σημείο να τον μηδενίσουμε, πριν του βάλουμε την ταμπέλα «α αυτός είναι ομοφοβικός, είναι σεξιστής, είναι ακροδεξιός» και όλα τα σχετικά που λέγονται με ευκολία εσχάτως. Ο τρόπος που τοποθετείται ο καθένας, είτε εκφράζει αυτό που θέλουμε να του επιβάλλουμε να εκφράσει είτε κάτι δικό του, είναι που πρέπει να ορίζει την στάση μας.

Δίνει μάθημα κοινωνικής αντίληψης κάθε φορά ο Τσαφούλιας

Ο Σωτήρης Τσαφούλιας είπε και κάτι άλλο σημαντικό στη συνέντευξή του. «Όταν εκφράζω μία άποψη δεν το κάνω γι΄αυτούς που συμφωνούν μαζί μου για να πάρω τα like, την εκφράζω γι΄αυτούς που διαφωνούν μαζί μου, προκειμένου είτε να σκεφτεί διαφορετικά κάποιος με αυτό που θα πω, είτε να σκεφτώ εγώ διαφορετικά».

Στόχος της κοινωνίας επομένως, με βάση αυτό που είπε ο Τσαφούλιας, για να μπορεί να εξελίσσεται και όχι να γίνεται φασιστική εκ του αντιθέτου, είναι να ζυμώνουμε τη διαφωνία, να της επιτρέπουμε να ακουστεί και όχι να ποτίζουμε με φόβο τους πάντες, μη τυχόν και δεν πουν αυτό που απαιτεί η πολιτική ορθότητα.

Στο κάτω κάτω, όλοι αυτοί που σήμερα ασπάζονται την πολιτική ορθότητα, στο παρελθόν τους θα βρεθούν εύκολα στιγμές και πράξεις που ακυρώνουν τον σημερινό τους εαυτό. Δε γεννήθηκε κανείς έχοντας την απόλυτη γνώση. Όλοι μας στη διαδρομή μαθαίνουμε. Και δεν έχουμε όλοι τους ίδιους χρόνους και την ίδια ικανότητα αντίληψης.

Κι ο Τσαφούλιας το λέει πολύ σωστά. Είναι ένας δημοκρατικός φασισμός να μην επιτρέπουμε στον άλλον να περπατήσει στο μονοπάτι του λάθους και να μάθει από αυτό, όπως μάθαμε κι εμείς που σήμερα επιβάλλουμε το ορθόν.

Και στο τέλος της ημέρας, χρειάζεται πάντα να κρατάμε δύο πράγματα: 1) ποτέ κανένα κακό κοινωνικό φαινόμενο δεν θα φτάσει στο μηδέν, ούτε καν στο 10%, και 2) οι κοινωνίες προχωρούν αφήνοντας πίσω τους ό,τι περισσεύει, δε χρειάζεται να τα αλλάξουμε όλα με βάση τα θέλω μας, κάποιοι μπορούν να μείνουν σε άλλο μονοπάτι που μπορεί να τους κάνει περιττούς κοινωνικά. Είναι κι αυτό μια επιλογή. Και είναι υποχρέωσή μας να μάθουμε να την δεχόμαστε.

Κανείς δεν θα υποχρεώσει έναν γκέι να κάνει παρέα με έναν ομοφοβικό. Ούτε έναν ομοφοβικό να κάνει παρέα με έναν γκέι. Όσο ο νόμος αναγνωρίζει τα ίσα δικαιώματα προς άπαντες, το τι πιστεύει ένας ομοφοβικός ή ένας ρατσιστής, δεν θα έπρεπε να απασχολεί κανέναν στο τέλος της ημέρας. Δεν θα συναγελαστούν ποτέ μια φεμινίστρια με έναν σεξιστή. Ας επιτρέψουν ο ένας στον άλλο να εκφράζουν ό,τι πιστεύουν και το καλό θα τον βρει τον δρόμο του.