Το Πακιστάν είναι μία από τις χώρες της Υφηλίου που μαστίζονται στον μέγιστο βαθμό από ακραία καιρικά φαινόμενα και θερμοκρασία που εμποδίζει την διαβίωση του πληθυσμού τακτικά.

Τα υψηλά ποσοστά υγρασίας, από κοινού με τις ακραίες τιμές θερμοκρασίας, συνιστούν ένα «αφιλόξενο» τοπίο, γεγονός που αποδεικνύεται από τις προσπάθειες των κατοίκων να ανταπεξέλθουν στις βίαιες αλλαγές που η κλιματική κρίση τους επιφύλασσε.

Από τις πλημμύρες που απέβησαν καταστροφικές σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, καλούνται να αντιμετωπίσουν θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών τώρα, που ίσως αγγίζουν και τους 50.

Τα τακτικά κύματα καύσωνα δε, παραπέμπει στην καταμέτρηση της θερμοκρασίας με τρόπο που… δεν απαντά μόνο στις καυτές ασιατικές επαρχίες, μα σύμφωνα με τους ειδικούς είναι απόδειξη πως ακόμα και στον Καναδά, το ζήτημα παραμένει σημαντικό, στα πλαίσια της κλιματικής αλλαγής που προκαλεί υψηλά επίπεδα ζέστης παγκοσμίως.

Ο στεγνός και ο βρεγμένος βολβός

Η θερμοκρασία μετριέται με δύο τρόπους λοιπόν. Ο ένας είναι του στεγνού βολβού, όπου δηλαδή το θερμόμετρο μετρά κανονικά τους βαθμούς και ο άλλος είναι με βρεγμένο, υγρό βολβό, με μια βρεγμένη πετσέτα να τυλίγεται γύρω από τον βολβό του θερμομέτρου και να μετρά τη θερμοκρασία στην ουσία μαζί με το μέγεθος της υγρασίας.

Οι επιστήμονες λένε πως όταν η θερμοκρασία υγρού βολβού ξεπεράσει τους 35 βαθμούς Κελσίου, τότε τα πράγματα είναι πολύ επικίνδυνα και θα έχουμε νεκρούς. Στον Καναδά, στο Όρεγκον, στη Τζακομπαμπάντ, εκ των θερμότερων πόλεων της Ασίας, συνέβη ακριβώς αυτό. Το θερμόμετρο έδειξε πάνω από 35 βαθμούς σε υγρή κατάσταση, κάτι που σημαίνει ότι η υγρασία είχε υπερβεί το 40-50%.

Η θερμοκρασία υγρού βολβού είναι η μέτρηση της χρησιμότητας του ιδρώτα για τον άνθρωπο, με μια απλή αναγωγή στον οργανισμό μας.

Ο ιδρώτας είναι ο μηχανισμός του σώματος για να απομακρύνει τη θερμότητα. Αυτό συμβαίνει χάρη στον ήλιο που εξατμίζει τον ιδρώτα και αυτή η εξάτμιση είναι το μεταφορικό της θερμότητας μακριά από το σώμα μας. Όταν όμως η υγρασία είναι σε υψηλά επίπεδα, δεν υπάρχει τρόπος να εξατμιστεί τόσο άμεσα ο ιδρώτας, άρα η θερμότητα παραμένει στο σώμα.

Ακόμα και στη Ρωσία παρατηρήθηκε παρόμοια συνθήκη, στον καύσωνα του 2010 , όταν η θερμοκρασία υγρού βολβού είχε φτάσει τους 28 βαθμούς Κελσίου.

Ομοίως, στην Τζακομπαμπάντ, 20 παιδιά λιποθύμησαν ταυτόχρονα και χρειάστηκε να επέμβουν γιατροί, προκειμένου να επαναφέρουν τους μαθητές.

Το φαινόμενο Τζακομαμπάντ

Ένα μόνιμο θέαμα στην πόλη αυτή τέτοιες μέρες είναι άνθρωποι να βουτάνε το κεφάλι τους σε κουβάδες με πάγο για να αντέξουν τον καύσωνα. Οι περισσότεροι δε, από τους 200.000 κατοίκους κλείνονται για τα καλά σε σπίτια και κλειστούς χώρους, αναζητώντας μέρη που κλιματίζονται. Οι δρόμοι ερημώνουν σχεδόν και οι θερμοκρασίες αυτές, προκαλούν συχνά βλάβες στον ηλεκτρισμό και οι συσκευές αχρηστεύονται.

Οι επιστημονικές προβλέψεις

Οι επιστήμονες ωστόσο, δεν είχαν προβλέψει αυτού του είδους την «έξαρση», με τρόπο ανάλογο με τις προβλέψεις για το λιώσιμο των πάγων, για τις σοβαρές επιπτώσεις στα ζώα του Βόρειου Πόλου κ.ο.κ.

Πρόκειται για καταστάσεις επικίνδυνες, που εντοπίζονται περισσότερο σε περιοχές παράκτιες ή κοντά σε ποταμούς και λίμνες, γιατί σε αυτές υπάρχουν μεγάλες ποσότητες νερού που θερμαίνονται και εξατμίζονται και δημιουργούν ζεστό αέρα στην ατμόσφαιρα. Η Τζακομπαμπάντ είναι στις όχθες του Ινδού ποταμού και λίγο πιο πέρα είναι η Αραβική θάλασσα.

Σε μια έρευνα που είχε γίνει το 2020 αποδείχτηκε ότι τα τελευταία 41 χρόνια έχει γίνει όλο και πιο συχνό το φαινόμενο τέτοιου συνδυασμού θερμοκρασιών και υγρασίας. Στο Πακιστάν κάτι αντίστοιχο με αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες ημέρες, είχε παρουσιαστεί ξανά τον Ιούλιο του 1987, τον Ιούνιο του 2005, τον Ιούνιο του 2010 και τον Ιούλιο του 2012. Το πρώτο φαινόμενο δηλαδή, απέχει από το δεύτερο κατά 18 χρόνια, αλλά μετά μέσα σε 16 χρόνια το συναντάμε 4 φορές, με την 4η να είναι αυτή που διανύει τώρα η περιοχή. Σε αυτές τις χρονιές η θερμοκρασία υγρού βολβού είχε πιάσει τους 34 βαθμούς Κελσίου.

Το κύμα καύσωνα που έπληξε την Ευρώπη το 2019 και οδήγησε στο θάνατο 2.500 ανθρώπους ήταν 5 φορές πιο πιθανό να συμβεί σε σχέση με το να μην υπήρχε η κλιματική κρίση κι η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη.

Ο φόβος για την ανθρωπότητα παραμένει, όσο άνθρωποι αναγκάζονται να μεταναστεύσουν με στόχο την επιβίωση. Αν δεν μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 50% και το 2050 να έχουν πιάσει και οι 197 χώρες το μηδέν στην εκπομπή αερίων, το ζήτημα θα συνεχίσει να πλήττει τους αδύναμους και να μετατρέπει σε ταξική πια διαφοροποίηση που αναγκαστικά γίνεται αποδεκτή σε πόλεις ΄που που ζουν στο όριο της φτώχειας, δίχως κατάλληλες υποδομές για να προστατευτούν, ούτε για εναλλακτικό πλάνο σε περίπτωση διακοπής ρεύματος. Ελάχιστο πράσινο που θα μπορούσε να απορροφήσει κάποιο από το διοξείδιο, που καταδικάζει τους κατοίκους σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης.