Ο Κιλιάν Εμπαπέ «έρχεται στη Ρεάλ» εδώ και χρόνια. Αυτό το καλοκαίρι, που ενημέρωσε την Παρί ότι δεν θα κάνει χρήση του «συν 1» που είχε στο συμβόλαιό του, άρα θα ήταν προς όφελος της ομάδας να τον πουλήσει φέτος το καλοκαίρι, παρά να τον χάσει του χρόνου ως ελεύθερο, χωρίς οι Παριζιάνοι να βάλουν στα ταμεία τους ούτε ευρώ.

Πέρυσι, που (υποτίθεται) είχε υπογράψει ιδιωτικό συμφωνητικό που τον «έδενε» με τη Ρεάλ, αλλά τελευταία στιγμή επέλεξε να πει ένα μεγαλοπρεπές «Ουί!» στα αμύθητα χρήματα που έστρωσε στα πόδια του ο Κελαϊφί. Αλλά και πρόπερσι, που η Ρεάλ έφτασε να δίνει 160, 180, ακόμα και 200 εκατομμύρια στην Παρί, παρότι ο Εμπαπέ έμπαινε στον τελευταίο χρόνο του συμβολαίου του. Τζίφος, τζίφος και τζίφος.

Ρεάλ: Ζώντας με το όνειρο…

Υποτίθεται ξανά ότι ο Εμπαπέ έχει κλείσει να πάει στη Μαδρίτη το επόμενο καλοκαίρι. Και λέω «υποτίθεται», διότι κανείς δεν αποκλείει κάτι να γίνει πάλι, να του δώσει ο Κελαϊφί 500 εκατομμύρια, ένα δισεκατομμύριο, τη Νοτρ Νταμ, τον Πύργο του Άιφελ ή τη Ντίσνεϊλαντ και τελικά να μείνει εκεί ο Εμπαπέ για ακόμα μια φορά. Και το θέμα δεν είναι τι κάνει Εμπαπέ, πόσο «μπεσαλής» ή φιλοχρήματος ή φιλόδοξος είναι, το πού και πώς βλέπει το ποδοσφαιρικό του μέλλον, αλλά το τι προτίθεται να κάνει η Ρεάλ Μαδρίτης για να διασφαλίσει το δικό της μέλλον. Διότι μιλάμε για τη μεγαλύτερη ομάδα του κόσμου.

In Benzema we trust

Η Ρεάλ πριν λίγα χρόνια «έχασε» τον Χάαλαντ, από υπερβολική σιγουριά ότι ο Εμπαπέ είναι δικός της. Δεν μπήκε ποτέ στην διαδικασία να τον κυνηγήσει, να τον «χτυπήσει», να κοντράρει τη Σίτι για την απόκτησή του. Αποφάσισε να πορευτεί με τον Καρίμ Μπενζεμά ξανά και ξανά και ξανά, περιμένοντας από τον Γάλλο να «τεντώνεται» κάθε χρόνο όλο και περισσότερο, να ξεπερνά τον εαυτό του, να κάνει πράγματα που κανονικά «δεν γίνονται».

Ο Μπενζεμά, χωρίς ουσιαστικά να έχει κανένα back-up (θυμίζω ότι η Ρεάλ έδωσε 60 εκατομμύρια για τον Γιόβιτς, τον έδωσε δανεικό έναν χρόνο μετά και τελικά τον άφησε ελεύθερο), χωρίς έναν ακόμα αξιόπιστο επιθετικό στο ρόστερ της, ξεπέρασε κάθε προσδοκία, πήρε «Χρυσή Μπάλα», έβαλε στην τροπαιοθήκη του αμέτρητους τίτλους (Τσάμπιονς Λιγκ, πρωταθλήματα, κύπελλα, Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ, Διηπειρωτικά, Διαγαλαξιακά, τα πάντα).

Μέχρι που φέτος το καλοκαίρι, ευχαρίστησε για την αγάπη και πήγε στα 36 του να κάνει τη ζωή του και να τσεπώσει αμύθητα χρήματα στη Σαουδική Αραβία, απολαμβάνοντας τα τελευταία ένσημα χωρίς άγχη και ευθύνες.

Φέτος η Ρεάλ, περιμένοντας για ένα ακόμα καλοκαίρι τον Εμπαπέ, πήρε δανεικό από την Εσπανιόλ τον 33χρονο Χοσέλου. Και στην εξέλιξη των πραγμάτων, ο Χοσέλου δεν έγινε απλά ο βασικός φορ της ομάδας αλλά και ο μοναδικός: δίπλα του υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι μεσοεπιθετικοί αλλά πουθενά ένας (ακόμα) αξιόλογος φορ. Με τον Βινίσιους Τζούνιορ τραυματία για κάποιες εβδομάδες, η δύναμη κρούσης της Ρεάλ αρχίζει και γίνεται βαθιά προβληματική, όσες αλχημείες κι αν κάνει ο Αντσελότι, όσα κάστανα από τη φωτιά κι αν βγάζει ο Μπέλιγχαμ.

Προσοχή μην καεί ο Μπέλιγχαμ

Ο Τζουντ Μπέλιγχαμ είναι ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ποδοσφαίρου. Στα 20 του, έχει ήδη υψηλές παραστάσεις με τη Ντόρτμουντ και στο ξεκίνημά του με τη Ρεάλ είναι πραγματικά εντυπωσιακός: παρότι αποκτήθηκε (για πάνω από 100 εκατομμύρια) για τα χαφ, έχει βάλει ήδη 5 γκολ, πασάρει, οργανώνει, μαρκάρει, ηγείται μιας ομάδας με «βαριά φανέλα» και απαιτητικό κοινό, που είναι γεμάτη από τεράστιες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες.

Μόνο που ο Μπέλιγχαμ, δεν «θα έπρεπε» να κάνει τόσα πολλά πράγματα και να είναι επιφορτισμένος με τόσες ευθύνες. Θα έπρεπε να «ζει την ανεμελιά του», να μαθαίνει πράγματα από τον Μόντριτς και τον Κρόος, να γνωριστεί και να «κουμπώσει» με τον Βαλβέρδε, τον Τσουαμενί, τον Καμαβινγκά, τον Ροδρίγκο και τον Βινίσιους, που είναι όλοι μικροί και ταλεντάρες και να έχει μπροστά του έναν φορ ολκής για να δίνει τη μπάλα. Και απλά να βάζει κι αυτός τα γκολάκια του ή να καθαρίζει μια στο τόσο, στις βραδιές εκείνες που πραγματικά η ομάδα θα χρειαζόταν έναν «ήρωα από το πουθενά».

Ως τώρα όμως, σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια της Λα Λίγκα, όπως και στην πρεμιέρα του Τσάμπιονς Λιγκ, ο Μπέλιγχαμ «αναγκάστηκε» να γίνει ο ήρωας της Ρεάλ, ο άνθρωπος της τελευταίας στιγμής, ο «από μηχανής θεός», ο «X-factor». Ως πότε θα μπορεί να το κάνει με την ίδια συνέπεια και αποτελεσματικότητα άραγε;

Έναν φορ ρε παιδιά!

Ακόμα κι αν πίστευαν στη Ρεάλ ότι ο Εμπαπέ θα φόραγε τη φανέλα της ομάδας απ’ αυτό το καλοκαίρι, από τη στιγμή που – ως Ρεάλ – στοχεύουν σε όλους τους διαθέσιμους τίτλους, θα έπρεπε ή θα μπορούσαν να έχουν «μαγειρέψει πριν πεινάσουν»: με τον Χάρι Κέιν, που κατέληξε στη Μπάγερν, δεν ασχολήθηκαν.

Με τον Κόλο-Μουανί που πήγε στην Παρί, επίσης. Όταν ο Μανέ εξέφρασε την επιθυμία να φύγει από τη Μπάγερν, ουδείς μαδριλένος συγκινήθηκε – πήγε και εκείνος στη Σαουδική Αραβία. Ο Όσιμεν της Νάπολι ήταν ούτως ή άλλως πανάκριβος (ο Ντε Λαουρέντις τον κοστολογεί περί τα 150 εκατομμύρια), για τον Σαλάχ οι της Ρεάλ δεν έκαναν ούτε ερώτηση στη Λίβερπουλ τύπου «μπας και τον πουλάτε;», ενώ δεν κοίταξαν ούτε καν για κάποιον φτηνότερο παίκτη, που θα μπορούσε να προσφέρει κάποιες (ή πολλές) επιθετικές λύσεις, όπως για παράδειγμα ο Λουκάκου.

Το αποτέλεσμα; Χοσέλου κι Άγιος ο Θεός! Στη Ρεάλ ζουν με την ελπίδα να γίνει γρήγορα καλά ο Βινίσιους, να σκοράρει περισσότερο ο Ροντρίγκο και ο Βαλβέρδε, να μην υπάρξουν άλλοι τραυματισμοί και να συνεχίσει ο Μπέλιγχαμ να κάνει ποδοσφαιρικά όργια. Μόνο που όλο αυτό, βασισμένο σε ένα σωρό «αν και εφόσον» και «μακάρι», μοιάζει σαν μια συνταγή καταστροφής, που αργά ή γρήγορα θα χτυπήσει την πόρτα του «Μπερναμπέου».