Έχει μια θλιμμένη γοητεία το πρόσωπο του Τζέικ Γκίλενχαλ, πηγάζει από τα μάτια του – πάντα αυτά καθρεφτίζουν τη ψυχή. Δεν μπορείς ποτέ να είσαι πραγματικά σίγουρος τι σκέφτεται, ποια θα είναι η επόμενη κίνησή του. Κάτι που μάλλον όχι τυχαία έχει μεταφέρει και στην καριέρα του. Η φιλμογραφία του ποικίλλει ανάμεσα σε μπλοκμπάστερ διασκέδαση και «ψαγμενιές». Θα παίξει τον πρωταγωνιστή, θα κάνει και δεύτερους ρόλους. Θέλει και επιζητά συνεχώς να δοκιμάζει νέα πράγματα. Τεστάροντας τον εαυτό του στο όριο. Θαρρείς και έχει μια λίστα με τικ: «Μπορώ να το κάνω και αυτό;». Και δεν υπάρχει τέλος ως πού αυτό μπορεί να πάει.

Βέβαια και προφανώς, έχει κερδίσει το δικαίωμα να κάνει αυτό που τον ευχαριστεί. Στα 42 του πια δεν έχει να απολογηθεί και να αποδείξει τίποτα.  Η σουηδικής καταγωγής οικογένειά του είχε μπόλικα «κονέ» στη βιομηχανία του Hollywood. Σκηνοθέτης ο μπαμπάς, σεναριογράφος η μαμά, ενώ έχει νονούς τον Πολ Νιούμαν και την Τζέιμι Λι Κέρτις. Όμως ουδέποτε άφησε σπιθαμή στον οποιονδήποτε να αφήνει υπόνοιες για «βύσμα». Ξεκινώντας από νωρίς και ξεκάθαρα μια πορεία που τον κατέταξε στους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του. Με το σπαθί του, με τον ιδρώτα του.

Βαθιά συγχυσμένος έφηβος με οράματα κουνελιών στο καλτ Donnie Darko. Καταπιεσμένος gay βοσκός στο Brokeback Mountain. Άγρια βασανισμένη ψυχή στο Nocturnal Animals. Κι αυτό είναι μέρος μόνο των ρόλων που έχει παίξει αυτός ο εργασιομανής τύπος – είναι γνωστός σε όλο το Hollywood για το ότι δεν δείχνει να ξέρει τι σημαίνει «κάτσε λίγο να αράξουμε».

Δεν παίζει απλώς ένα ρόλο, γίνεται ένα με το ρόλο και ταυτίζεται σωματικά και ψυχικά

Φημίζεται, επίσης, για την τελειομανία του. Το πώς κάνει έρευνα πριν παίξει ένα ρόλο, το πώς προετοιμάζεται, πνευματικά και σωματικά. Θέλει να είναι έτοιμος, δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Στο Southpaw έκανε 6ώρες προπονήσεις καθημερινά για να χτίσει το κορμί που απαιτούνταν για να υποδυθεί έναν πυγμάχο. Στο Nightcrawler, για έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο, έχασε σχεδόν όλη τη μυϊκή μάζα του – πέσαν πείνες, όχι αστεία. Με την αδελφή του, την επίσης γνωστή ηθοποιό Μάγκι Γκίλενχαλ, διαφωνούν συχνά για το αν αξίζει όλη αυτή η ταλαιπωρία για ένα ρόλο – η Μάγκι πιστεύει πως όχι, ότι υπάρχουν και όρια στο πόσο αξίζει να ταλαιπωρηθείς για κάτι όπως αυτό. Αυτός πάλι, όχι.

Βέβαια δεν είναι μόνο το σωματικό. Είναι, κυρίως, το ψυχολογικό. Στο Stronger έπαιζε έναν άνδρα που έχασε και τα δύο του πόδια στη βομβιστική επίθεση στο Μαραθώνιο της Βοστώνης. Μέχρι σήμερα, αυτό θεωρεί πως αυτός ήταν το πιο δύσκολο πράγμα που χρειάστηκε να παίξει, από ψυχολογική άποψη, όσο καιρό κάνει αυτή τη δουλειά. Καθώς «όσο και αν πίεσα τον εαυτό μου, δεν μπορούσα καν να διανοηθώ τι χρειάστηκε να ζήσει αυτός ο άνθρωπος», για να δανειστούμε τα λόγια του.

Όλα για την τέχνη του – Ο Γκίλενχαλ ως «απεσταλμένος» ενός υψηλού ιδανικού και με «αλλεργία» στις προσωπικές ερωτήσεις

Υπερασπίζεται πάντα με πάθος την τέχνη του και τη δουλειά του. Η δημιουργία ενός χαρακτήρα, η κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, είναι μια τέχνη που χρειάζεται να μάθεις, καταπώς λέει και ξαναλέει. Άρα πρέπει να τη δουλέψεις, να την εξερευνήσεις και να ανακαλύπτεις συνεχώς νέα πράγματα, ορίζοντας ενίοτε από την αρχή και τον ίδιο σου τον εαυτό. Και είναι κάτι που θεωρεί υψηλό ως ιδανικό. Δεν θα ξεχάσει ποτέ τη στιγμή που συνάντησε από κοντά τον Μπαράκ Ομπάμα. «Έχεις μια δουλειά ως ηθοποιός κι αυτή είναι να βοηθάς τους ανθρώπους σε δύσκολους καιρούς, να μεταδίδεις πράγματα μέσω της τέχνης σου», ήταν η κουβέντα που του είπε ο Αμερικανός τότε πρόεδρος. Τον σημάδεψε ως ατάκα.

Ίσως αυτή η σοβαρότητα της αίσθησης καθήκοντος να είναι που τον κάνει να βγάζει σπυράκια όποτε τον ρωτούν για την προσωπική του ζωή. Είναι ένας περιζήτητος εργένης, σχεδόν πάντα σε λίστες με τους πιο όμορφους άνδρες του κόσμου. Έχει κάνει σχέσεις με την Κίρστεν Ντανστ, την Ριζ Γουίδερσπουν, την Αλίσα Μίλερ, την Τέιλορ Σουίφτ. Αλλά θεωρεί πως ο κόσμος πρέπει να τον κρίνει από τη δουλειά του και μόνο. Γενικώς δεν του αρέσει να καλείται να σχολιάσει πράγματα που κρίνει πως δεν ενδιαφέρουν το κοινό, θέλει να κρατάει πράγματα για τον εαυτό του. Συμπυκνώνει αρκετά αυτήν την πλευρά του χαρακτήρα του πως κάποτε αρνήθηκε να απαντήσει σε ένα δημοσιογράφο τι περιείχε ένα σάντουιτς που μόλις είχε φάει, το θέωρησε προσωπικό δεδομένο…

Τον τελευταίο καιρό δείχνει να έχει χάσει τη φυσικότητά του – Περιμένοντας τον Γκάι Ρίτσι να δούμε αν αυτό άλλαξε

Αγαπάει τρελά τη μουσική, είναι μέρος της ζωής του από τότε που τον σήκωνε αχάραγα ο πατέρας του για να πάνε για τζόκινγκ και γυρνούσαν μετά σπίτι, όπου η μητέρα της οικογένειας έβαζε μιούζικαλ να παίζουν δυνατά στην τηλεόραση. Όμως είναι θέμα μήπως τον τελευταίο καιρό έχει αρχίσει τα… φάλτσα. Μεταφορικά ομιλώντας.

Οι τελευταίες του δουλειές δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές. Στο Guilty του Netflix υποδύεται έναν αστυνομικό σε αναζήτηση προσωπικής λύτρωσης. Έχοντας πρότερο ανάλογο δείγμα, του πόσο καλά και σε βάθος δηλαδή είχε παίξει τον αστυνομικό στο Prisoners (2013) του Ντενί Βιλνέβ, κάνεις τη σύγκριση. Δεν είναι πια ο ίδιος ηθοποιός. Μοιάζει να προσπαθεί πολύ, να το σκέφτεται παραπάνω από όσο πρέπει, να χάνει τη φυσικότητα που τον χαρακτήριζε. Δεν σε πείθει δηλαδή. Στο Ambulance του Μάικλ Μπέι επίσης, παρασύρεται από τη γενικότερη φλυαρία.

Αυτό δεν σημαίνει και πως δεν περιμένουμε πώς και πώς να κάνει πρεμιέρα το «Άρρηκτος Δεσμός» (The Covenant) – την Πέμπτη (20/4) έρχεται στα μέρη μας, στα σινεμά. Σκηνοθεσία Γκάι Ρίτσι και Γκίλενχαλ πρωταγωνιστής, δεν ξέρουμε για σας, εμείς (θα) είμαστε «μέσα». Με τα χίλια. Κι εδώ πάντως υπάρχει μέτρο σύγκρισης. Ο Γκίλενχαλ ήταν εξαιρετικός σε μία ανάλογης θεματικής και ύφους ταινία, το Jarhead σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες το 2005. Θα περιμένουμε συνεπώς με μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε να ξεβάλτωσε ή όχι.