Εξακολουθεί να διαφεύγει των αστυνομικών Αρχών ο 37χρονος πιστολέρο που τα ξημερώματα του Σαββάτου, μεθυσμένος, μετά από καυγά πυροβόλησε εν ψυχρώ τους τρεις Κρητικούς. Ο 33χρονος, που συνελήφθη, ισχυρίστηκε για τον φίλο του ότι πυροβόλησε τους τρεις Κρητικούς μετά από λογομαχία και επειδή ήταν μεθυσμένος, καθότι τον είχε αφήσει η φίλη του.

Τι κατέθεσε ο 33χρονος συλληφθείς;

«Το βράδυ του Σαββάτου με πήρε τηλέφωνο στις 2 τα ξημερώματα. Κοιμόμουν, αλλά δεν μου έκανε εντύπωση γιατί είχε χωρίσει πριν δύο μήνες και ήταν τρελαμένος, γιατί τον παράτησε η πολύ μικρή φίλη του. Μου είπε πως δεν είναι καλά και πως θέλει να πάμε κάπου να πιούμε ένα ποτό», κατέθεσε ο 33χρονος συλληφθείς.

«Του είπα ‘άσε με, είμαι κουρασμένος, δουλεύω το πρωί και έχω πρόβλημα με τη μέση μου, παίρνω φάρμακα και δεν μπορώ να πιω. Δεν μπορώ να βγω τώρα από το σπίτι, δεν έχω αυτοκίνητο’. Τότε μου είπε: ‘Σήκω, ετοιμάσου, και έρχομαι εγώ να σε πάρω’. Πράγματι, ήρθε με το αυτοκίνητο, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε: ‘Έφτασα και σε περιμένω’. Ντύθηκα γρήγορα και κατέβηκα», κατέθεσε ο 33χρονος.

«Ήπιε καμιά δεκαριά ποτά»

Ο 33χρονος αποκαλύπτει ότι «στο αυτοκίνητο δεν ήταν μόνος του, ήταν και ένα άλλο άτομο που δεν το γνώριζα». «Πήγαμε σε ένα μπαρ στο Κολωνάκι. Εγώ ήπια ένα ποτό και ο 37χρονος καμιά δεκαριά ποτά», είπε προσθέτοντας: «Τότε του είπα να φύγω, γιατί είχε περάσει η ώρα και ήμουν κουρασμένος. Μάλιστα, τον ρώτησα αν μπορεί να με πετάξει σπίτι ή να πάρω ένα ταξί. Εξάλλου, λόγω των φαρμάκων που παίρνω, δεν κάνει να πιω αλκοόλ». «Μου είπε να πάμε να πιούμε ένα ποτό στο Γκάζι και μετά, μέσω Αττικής οδού, να με πάει κατευθείαν στο σπίτι. Για να μην του χαλάσω το χατίρι, δέχθηκα και πήγα για ένα ποτό ακόμη. Στο Γκάζι εγώ ήπια μισό ποτό, εκείνος συνέχιζε να πίνει», συνέχισε ο 33χρονος.

«Όταν βγήκαμε από το μπαρ στο Γκάζι, από το αλκοόλ δεν μπορούσε να οδηγήσει το αυτοκίνητο. Βλέπει απέναντι μια πιτσαρία και μου λέει: ‘Κάτσε στο αυτοκίνητο, να πάρω μια πίτσα να στανιάρω’. Ο άλλος άνδρας που ήταν μαζί μας έφυγε γιατί ήταν μικρός και δεν άντεχε άλλο και έτσι έμεινα εγώ κι αυτός (σ.σ. ο 37χρονος). Επέστρεψε με την πίτσα στο χέρι και την έφαγε μέσα στο αυτοκίνητο», είπε ο 33χρονος.

Ο καυγάς που κατέληξε στον θάνατο

Στην κατάθεσή του ο 33χρονος συνεργός αναφέρει: «Πριν τελειώσει, έβαλε μπρος το αυτοκίνητο και ξεκίνησε. Λίγο πριν είχε βρέξει και επειδή το αυτοκίνητο ήταν μεγάλο, πάτησε σε μια λακκούβα με νερό και έβρεξε την παρέα των παιδιών που ήταν στο πεζοδρόμιο. Ένας από αυτούς γύρισε και του είπε: ‘Τι κάνεις ρε μ@λ@κα;’. Είχε ένα μπουκάλι στο χέρι και του το πετάει».

Ο 33χρονος συνεργός συνέχισε λέγοντας: «Ήταν κατεβασμένο το τζάμι του αυτοκινήτου και ο 37χρονος νευρίασε. Σταματάει το τζιπ και μάλιστα σταμάτησαν και άλλα αυτοκίνητα που ήταν πίσω μας. Κατεβαίνει κάτω και του ζητάει το λόγο. ”Ποιον είπες μ@λ@κ@, ρε;». Κατεβαίνω κι εγώ για να προσπαθήσω να τον συγκρατήσω. Τότε ο νεαρός του λέει “εντάξει, δεν είπα εσένα μ@λ@κ@». Του λέει ΟΚ και γυρνάει να πάει προς το αυτοκίνητο. Εκείνη τη στιγμή έρχονται τα δύο αδέλφια από την Κρήτη. Με πλησιάζει και με φτύνει στο πρόσωπο. Ενστικτωδώς του έριξα ένα χαστούκι και τότε το άλλο το παιδί γυρνάει και ρίχνει μια γροθιά στον 37χρονο. Τα πράγματα ξέφυγαν τότε και ο 37χρονος έβγαλε πιστόλι και τους πυροβόλησε».

Ο 33χρονος ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε ότι ο φίλος του κουβαλάει το όπλο μαζί του. Ο ίδιος περιγράφει τι ακολούθησε μετά το φονικό λέγοντας:  «Γυρνάει και μου λέει ‘μπες μέσα στο αμάξι να φύγουμε’». Ο 33χρονος κατέθεσε: «Φοβήθηκα. Δεν του είπα τίποτα. Είχα την αίσθηση πως αν του πω κάτι θα έριχνε και σε μένα. Μόλις μπήκα στο αυτοκίνητο έκανα εμετό και το μόνο που του είπα είναι να πάμε στην Αστυνομία να παραδοθούμε. Εκείνος δεν μιλούσε. Είπε μόνο: ‘Θα σε πάω σπίτι’. Με άφησε και εξαφανίστηκε».

«Μόλις μπήκα σπίτι άρχισα να καλώ τη δικηγόρο μου. Μιλήσαμε και αποφάσισα μαζί με αυτή να έρθω στη ΓΑΔΑ και να παραδοθώ», κατέληξε ο 33χρονος.