1997. Ο Νορβηγός Άλφι Χάαλαντ, αγωνίζεται με τη φανέλα της Λιντς και παίζει εναντίον της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Σε κάποια στιγμή, κάνει «το λάθος» όχι απλά να μαρκάρει σκληρά τον Ρόι Κιν, αλλά να σταθεί πάνω από τον πεσμένο Ιρλανδό και να τον «μανουριάσει», λέγοντάς του ότι κάνει θέατρο και ζητώντας του να σηκωθεί. Κι όπως είναι γνωστό, ο Θεός μπορεί να συγχωρεί, αλλά ο Ρόι Κιν ούτε ξεχνά, ούτε συγχωρεί: περίπου 4 χρόνια αργότερα, ο Χάαλαντ φοράει πλέον τη φανέλα της Σίτι και παίζει στο μεγάλο ντέρμπι του Μάντσεστερ.

Ο Κιν, στο 90ο λεπτό, κοντά στη γραμμή του πλαγίου άουτ, βρίσκει τον Χάαλαντ «στο ψαχνό», τεντώνοντας το πόδι του και σημαδεύοντας το γόνατο του Νορβηγού. Σαν να μην έφτανε αυτό, στάθηκε από πάνω και του είπε μερικές ιρλανδικές ευχές… «Ήταν πράξη εκδίκησης», έγραψε αργότερα ο Ρόι Κιν στην αυτοβιογραφία του, λες και δεν το είχαμε καταλάβει… «Περίμενα πολύν καιρό γι’ αυτό. Τον χτύπησα δυνατά. Του είπα, άρπα την και μην ξανασταθείς ποτέ από πάνω μου να μου πεις πως προσποιούμαι τραυματισμούς». Η καριέρα του Χάαλαντ ουσιαστικά τελείωσε εκείνο το βράδυ, αφού δεν κατάφερε να ξαναπαίξει ποτέ σε υψηλό τέμπο και ο Ρόι Κιν καταχωρήθηκε επίσημα ως ένα από τα μεγαλύτερα ρεμάλια του ποδοσφαίρου.

Έρλινγκ Χάαλαντ
Με τη φανέλα της Μάντσεστερ Σίτι.
Έρλινγκ Χάαλαντ
…και το νούμερο του μπαμπά!

Περίπου 20 μετά, ο κανακάρης του Άλφι, Έρλινγκ, στην τρυφερή ηλικία των 22 ετών κι αφού έχει σπάσει κάθε κοντέρ και κάθε ρεκόρ σκοραρίσματος από τα 16 του με Μπρίνε, Μόλντε, Σάλτζμπουργκ και Ντόρτμουντ, ετοιμάζεται να διαλέξει ποια από τις πολλές, καλές και γεμάτες εκατομμύρια προτάσεις που έχουν στρωθεί στα πόδια του, θα διαλέξει για το ποδοσφαιρικό του μέλλον. Η Ρεάλ τον δελεάζει, αλλά εκεί υπάρχει ήδη ο Μπενζεμά και φημολογείται πως έχει κλείσει και τον Εμπαπέ (που τελικά επέλεξε να μείνει στο Παρίσι και να βλέπει τα τρένα να περνούν).

Η Μπαρσελόνα δεν είναι στα καλύτερά της και έχει και ένα σωρό οικονομικά προβλήματα, στη Μπάγερν δεν θέλει να πάει καθώς είχε βαρεθεί να «ματώνει» τα γερμανικά δίχτυα και ήθελε ένα πρωτάθλημα Πρώτης Κατηγορίας – τέτοια είναι το ισπανικό και το αγγλικό. Στις ομάδες που τον φλέρταραν έντονα ήταν και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. «Μα είναι δυνατόν να πάει στην ομάδα, όπου ο αρχηγός της σακάτεψε και έκοψε τη μπάλα στον πατέρα του;», αναρωτήθηκε το ποδοσφαιρικό σύμπαν; Όχι, δεν ήταν δυνατόν – γι’ αυτό και επέλεξε να πάει στη Σίτι.

Έρλινγκ Χάαλαντ

Είναι περιττό να αναφερθεί κανείς στα ρεκόρ που έχει σπάσει ήδη ο Χάαλαντ, μέσα σε λίγους μήνες στην Πρέμιερ και τη Σίτι: πρακτικά, τα έχει διαλύσει όλα σε γκολ, ασίστ, χατ-τρικς, ο νεότερος που έκανε αυτό, ο γρηγορότερος που έκανε το άλλο και άλλα διάφορα. Τα 5 γκολ που έβαλε κόντρα στη Λειψία σε 57 λεπτά (είπαμε τι παθαίνει όταν βλέπει Γερμανούς…) τον έκαναν τον νεότερο παίκτη που φτάνει και ξεπερνά τα 30 γκολ στη διοργάνωση (έχει 33 συνολικά) σε ηλικία 22 ετών και 236 ημερών, ξεπερνώντας τον Εμπαπέ.

Με τα 5 γκολ που σημείωσε έγινε μόλις ο τρίτος παίκτης στα χρονικά του Τσάμπιονς Λιγκ που το πετυχαίνει, μετά τον Μέσι και τον Λουίς Αντριάνο της Σαχτάρ. Τι είπε ο ίδιος, που τον έβγαλε ο προπονητής του, Πεπ Γκουαρδιόλα και δεν τον άφησε να κυνηγήσει και έκτο, ίσως και έβδομο γκολ; «Όταν έγινα αλλαγή, είπα στον προπονητή μου πως θα ήθελα να σκοράρω διπλό χατ-τρικ. Για να είμαι ειλικρινής, δε θυμάμαι καν τα γκολ. Το να σκοράρω είναι η υπερδύναμή μου. Δε το σκέφτομαι καν, απλά το κάνω». Τι είπε ο Πεπ, που δεν τον άφησε να κυνηγήσει ένα (ακόμα πιο) μοναδικό ρεκόρ; «Αν ο Χάαλαντ έβαζε στα 22 του έξι γκολ στο Champions League η ζωή του θα ήταν βαρετή στο μέλλον». Με άλλα λόγια, τον άφησε «πεινασμένο» για να κυνηγήσει το ρεκόρ στο μέλλον…

Έρλινγκ Χάαλαντ

Δεν είναι ο τύπος που θα ήθελες να βγεις μια βόλτα μαζί του, να πιεις μπύρες και να κάνεις ατέλειωτες κουβέντες. Με τον Ζλάταν, ας πούμε, όλοι θα ήθελαν να κάνουν μια μπαρότσαρκα, με τον Μπέκαμ να συζητήσουν για στυλ (και πώς την παλεύει με την ξινή τη Βικτόρια…), με τον Καντονά για τη ζωή και τη ματαιότητά της, με τον Βραζιλιάνο Ρονάλντο για γκόμενες και με τον Ζιντάν το θέμα «Μπούλινγκ και Διαχείριση Θυμού».

Με τον Χάαλαντ όμως τι στην ευχή να πεις; Μοιάζει αφάνταστα βαρετός τύπος. Η όψη του, θυμίζει ανδροειδές, ένα ρομπότ προγραμματισμένο να βάζει γκολ με κάθε τρόπο και κάθε κόστος, όπως ακριβώς έκανε ο «Εξολοθρευτής» του Κάμερον στις ταινίες του. Τρώει ακριβώς αυτά που πρέπει χωρίς «αταξίες», γυμνάζεται ακριβώς τις ώρες που πρέπει χωρίς κοπάνες, κάνει τις αποθεραπείες του με θρησκευτική ευλάβεια, φυσικά δεν πίνει, δεν ξενυχτάει σχεδόν ποτέ, δεν απασχολεί με τις συντρόφους του, δεν «ρίχνει το ίντερνετ» με τη συλλογή του από πολυτελή αυτοκίνητα ή με το νέο σπίτι αξίας πολλών εκατομμυρίων.

Ένας αφάνταστα βαρετός αλλά και απόλυτα επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, που έχει «προγραμματίσει» με τέτοιο τρόπο τη ζωή του και την καθημερινότητά του για να φτάσει στην κορυφή. Το πρόβλημα είναι, όταν κάνει κάποια ηλεκτρονική συναλλαγή και πρέπει να συμπληρώσει τη φόρμα που λέει «Δεν Είμαι Ρομπότ», ότι κανείς δεν τον πιστεύει όταν τικάρει το σχετικό κουτάκι.

Έρλινγκ Χάαλαντ

Το ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα, είναι ότι είχε «την ατυχία» να γεννηθεί Νορβηγός. Γιατί ατυχία; Διότι όσο και να ανεβάσει επίπεδο την Εθνική του ομάδα, στα Euro και στα Μουντιάλ δεν θα είναι πάντα εκεί. Ή ακόμα κι αν είναι, δεν θα προχωράει μακριά.

Άρα, μπορεί να πετύχει θαυμαστά πράγματα με τη φανέλα των ομάδων που θα αγωνιστεί, αλλά τα ρεκόρ των Εθνικών ομάδων δεν θα μπορέσει να τα «χτυπήσει», σε αντίθεση με τον Κριστιάνο ή τον Μέσι ή τον Εμπαπέ ή όποιον άλλον είχε «την τύχη» να γεννηθεί σε μια χώρα, όπου συμμετέχει ανελλιπώς στα μεγάλα ραντεβού και έχει τη δυναμική να προχωρά μακριά και «βαθιά» στις μεγάλες διοργανώσεις.

Αλλά «θα ζήσει» με αυτόν τον καημό. Θα είναι ενδεχομένως πιο ξεκούραστος, ώστε να διαλύει τα ρεκόρ στην Πρέμιερ σήμερα (χθες πέτυχε το 6ο του χατ τρικ στην Αγγλία, απέναντι στη Μπέρνλι για το Κύπελλο) ή τη Λα Λίγκα αύριο, στο Τσάμπιονς Λιγκ οπωσδήποτε. Ξεκούραστος, πεινασμένος και ίσως «τσαντισμένος» που θα βλέπει τους άλλους να γράφουν Ιστορία με τη φανέλα της Εθνικής τους κι αυτός απλά να είναι ο πρώτος σκόρερ της Νορβηγίας. Ο Έρλινγκ Χάαλαντ, με ρήτρα αποδέσμευσης στα 200 εκατομμύρια και χρηματιστηριακή αξία κάπου εκεί γύρω, είναι ο (προσεχώς) καλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου, πολύ απλά διότι το λογισμικό του, δεν του επιτρέπει να γίνει τίποτα λιγότερο απ’ αυτό.