Δεν πρόκειται για μια είδηση. Δεν πρόκειται για μια φράση που είπε ένας και την αναπαράγουμε. Πρόκειται για κάτι που γράφτηκε και ειπώθηκε κατά κόρον στα social media, τα προηγούμενα δύο 24ωρα, μετά τη δολοφονία του Αντώνη Καρυώτη στο Blue Horizon. Γιατί τραβάνε βίντεο αντί να πάνε να τον βοηθήσουν και τον άφησαν να πνιγεί. Ξαφνικά, οι υπαίτιοι δεν είναι αυτοί που τον έσπρωξαν, αλλά μοιράζεται η ευθύνη και στους 200-300, όσους τέλος πάντων ήταν στα δύο πλοία, το Blue Horizon και το Έλυρος και στο λιμάνι.

Είναι μια ακόμα από τις περιπτώσεις που κρίνουν όλοι πολύ εύκολα έξω από τον χορό. «Αν ήμουν εκεί, θα είχα βουτήξει να τον σώσω και δε θα είχε πεθάνει. Και θα είχα γίνει Χαλκ και θα σήκωνα το πλοίο με το ένα χέρι για να μην προκαλεί δίνη και μην χτυπήσει ο Αντώνης στην προπέλα». Κάτι τέτοια ακραία είδα και άκουσα.

Όλοι μας έχουμε μπει στη διαδικασία να σκεφτούμε πως θα αντιδρούσαμε αν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια συγκεκριμένη κατάσταση. Τι θα έκανα αν ήμουν παρών σε βιασμό κοπέλας; Τι θα έκανα αν ένας κρεμόταν από το μπαλκόνι και ήταν έτοιμος να πέσει; Και πάντοτε δίνουμε απάντηση στο μέσα μας ότι θα είχαμε ξεσηκώσει το σύμπαν για να σώσουμε τον Χ άνθρωπο.

Η θεωρία όμως απέχει από την πράξη και στην προκειμένη περίπτωση η πράξη ενέχει κι έναν κίνδυνο να πεθάνουμε κι εμείς. Δεν είναι δηλαδή ότι ο Αντώνης Καρυώτης ήταν δεμένος σε ράγες τρένου και θα τρέχαμε να τον λύσουμε χωρίς κίνδυνο για τη ζώη μας. Είναι ότι θα βουτούσαμε, όχι άμεσα φυσικά, αλλά περιμένοντας να απομακρυνθεί το πλοίο, σε νερά που δεν ξέρουμε την έντασή τους και φυσικά χωρίς να ξέρουμε αν ο Αντώνης μπορεί να κολυμπήσει ή αν τον χτύπησε προπέλα και βούλιαξε στο νερό.

Με τα λόγια χτίζονται ανώγεια και κατώγεια, αλλά δεν είναι έτσι η πραγματική ζωή. Η θεωρία αγνοεί το σοκ που υφίσταται κάποιος ο οποίος είναι μάρτυρας ενός τέτοιου περιστατικού. Γιατί δεν πρόκειται για κάτι που το μάτι έχει συνηθίσει ή κάτι που το αναμένει το μυαλό. Κανείς δεν έχει βρεθεί μπροστά σε τέτοιο συμβάν. Να σπρώχνουν έναν άνθρωπο από την μπουκαπόρτα και να τον στέλνουν να παλέψει με τη δίνη…Μέχρι να στείλει το μήνυμα ο εγκέφαλος στο σώμα ώστε να αποδεχτεί ότι αυτό που είδε είναι αλήθεια, θα περνούσαν μερικά πολύ κρίσιμα δευτερόλεπτα.

Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο για το έγκλημα στο Blue Horizon..;

Γι’ αυτό είναι από εξωφρενικά άδικο ως και κρετινισμός να καθόμαστε να κατηγορούμε τους ανθρώπους που η πρώτη τους σκέψη ήταν να τραβήξουν βίντεο, αντί, λένε, να πέσουν στο νερό ή να κάνουν κάτι να βοηθήσουν.

Αρχικά, πάρα πολλοί έκαναν κάτι. Επικοινώνησαν με το λιμενικό, έτρεξαν στον καπετάνιο του Blue Horizon να του πουν να σταματήσει και εκείνος τους αγνόησε, υπήρξε γενικά κινητοποίηση. Ακόμα κι όσοι ήταν στο λιμάνι κι όχι μέσα στο Blue Horizon ή σε άλλο πλοίο, δεν είναι βέβαιο πως είχαν πάρει χαμπάρι τι είχε συμβεί.

Δεν είναι μια από τις περιπτώσεις, αυτή της δολοφονίας του Αντώνη Καρυώτη, που τα κινητά ορθώνονται για να τροφοδοτηθεί η αδηφαγία μιας κοινωνίας του θεάματος. Τα κινητά σηκώθηκαν για να υπάρξουν αποδεικτικά. Δεν είναι σαν την περίπτωση του Ζακ Κωστόπουλου που ήταν πολύ απλό όσοι κοιτούσαν και τραβούσαν βίντεο, να σταματήσουν τον θανατηφόρο ξυλοδαρμό του. Το να τραβηχτούν βίντεο ήταν η αναγκαία επιλογή για σχεδόν όλους όσοι είδαν τι συνέβη. Ίσως και η μοναδική επιλογή.

Η καταγραφή του γεγονότος εξασφάλισε πως ο Αντώνης δεν θα ήταν ένα τυχαίο θύμα, ένας άνθρωπος που «πνίγηκε» γιατί «έπεσε» μόνος στη θάλασσα. Είναι ένας δολοφονημένος και αυτό το έχει γράψει η συλλογική μνήμη. Ευτυχώς να λέμε που υπήρχαν και τα βίντεο λοιπόν και δεν θάφτηκε το ζήτημα και δεν θα γλυτώσουν οι θύτες.

Το μόνο αρνητικό στην υπόθεση των βίντεο, είναι ότι έφτασαν στα χέρια ημών, των ακαταλληλότερων όλων, των δημοσιογράφων, που δε χάσαμε ευκαιρία να τα «ξεζουμίσουμε». Αν πρόκειται αυτό να εξασφαλίσει έστω την ελάχιστη δικαίωση, ας είναι. Γι’ αυτη τη φορά θα κάνουμε τα στραβά μάτια.