Το τελευταίο διάστημα ο Αντώνης Κανάκης έχει πάρει φόρα και κριτικάρει συνολικά την τηλεόραση για πολλά ζητήματα. Μία για τα καλέσματα στην κ. Καρυστιανού που θεωρεί ότι δε γίνονται, μία τώρα για το ότι οι εκπομπές προβάλλουν την ζωή του Κωνσταντίνου Πλεύρη λες και πρόκειται για ένα lifestyle πρόσωπο κι όχι για έναν δεδηλωμένο φασίστα, μία για κάτι άλλο.

Οι τοποθετήσεις του γεννούν πολλά ερωτήματα και σκέψεις και θα προσπαθήσω να τις βάλω σε μια λογική σειρά, επιχειρώντας να καταλάβω κιόλας γιατί ο Αντώνης Κανάκης, ένας άνθρωπος 55 ετών, έχει ξεχάσει την ωριμότητα που έχει και έχει επιστρέψει σε μια φάση ζωής 18χρονου που όλα τα βλέπει επαναστατικά, που θέλει να γκρεμίσει τον κόσμο και να τον ξαναχτίσει με βάση τα δικά του ιδανικά.

Ζήτημα Νο1: Ο Αντώνης Κανάκης γιατί υπάρχει στην τηλεόραση αφού δεν του αρέσει τίποτα σε αυτή;

Για χρόνια ο Αντώνης Κανάκης προτάσσει την αντίθεσή του με τις τηλεοπτικές πρακτικές, για χρόνια κατακεραυνώνει τους πάντες και τα πάντα και είναι ο μόνος που έχει όλο αυτό το ελεύθερο να το κάνει. Ακόμα και εξίσου έμπειροι και δυνατά ονόματα με αυτόν, τέτοια ελευθερία δεν έχουν. Κι εμείς μαζί του σε όσα τον ενοχλούν, δεν τα λέει λάθος. Μόνο που εμείς δεν έχουμε ένα τηλεοπτικό βήμα για 30 χρόνια σερί, δεν έχουμε τη δική του εμπειρία, ούτε επιθυμούμε να είμαστε στην τηλεόραση.

Είχε ο Αντώνης Κανάκης μια ευκαιρία να αφήσει την τηλεόραση πριν 4 περίπου χρόνια, όταν έκανε κάποιες εκπομπές στο Youtube. Πήγαν όλες τους πολύ καλά. Γιατί επέστρεψε στην τηλεόραση; Σίγουρα όχι για να την αλλάξει εκ των έσω. Τα νούμερα τηλεθέασης που κάνει, δείχνουν ότι έχει ένα τεράστιο κοινό που θα τον ακολουθούσε παντού. Άλλωστε, οι 45άρηδες-50άρηδες και άνω που είναι η βάση του, ξέρουν να το χειρίζονται το Youtube. Δυνατός και ακόμα πιο αυτόνομος θα ήταν στο Youtube. Γύρισε όμως στην τηλεόραση.

Ο λόγος; Γιατί πιστεύει κι ο ίδιος ότι είναι το πιο επιδραστικό μέσο. Λάθος το πιστεύει και μάλλον επηρεάζεται από τον κύκλο του που, εικάζω, αποτελείται κυρίως από πρόσωπα της τηλεόρασης. Η τηλεόραση είναι ένα κλειστό κύκλωμα. Οι παρουσιαστές δεν έχουν πραγματική ιδέα τι λέει γι’ αυτούς ο κόσμος και δεν τους νοιάζει. Ακούνε όσα θα τους πουν συνάδελφοι και στελέχη στα κανάλια. Το γιατί ο Αντώνης Κανάκης, με αυτή την εμπειρία, θεωρεί την τηλεόραση κραταιό μέσο, ας μας το πει ο ίδιος.

Ζήτημα Νο2: Δε μπορούν να γίνουν όλοι Ράδιο Αρβύλα

Ο Αντώνης Κανάκης κρίνει την υπόλοιπη τηλεόραση από την ευκολία της θέσης του. Ποια είναι αυτή η θέση; Πρωτίστως τα νούμερα. Κάνει για πλάκα τα 20άρια, ακόμα και μετά από 17 σεζόν, πρακτικά έχει εξασφαλίσει από το κανάλι του πως δεν ενδιαφέρεται για το τι κάνει ο ανταγωνισμός, άρα δεν έχει και καμία απολύτως πίεση.

Βγαίνει και για 5 μήνες αντί για 8-9, οπότε είναι σε μια ευνοϊκή κατάσταση ο Αντώνης Κανάκης για να μπορεί να κρίνει τι πρακτικές ακολουθούν οι άλλες εκπομπές για να επιβιώσουν. Κι εγώ διαφωνώ κάθετα και διαγώνια με τη σκαλέτα της Καινούργιου, αλλά με αυτό το υλικό που έχει η εκπομπή, με αυτή την παραγωγή από πίσω, δεν πρόκειται να βγάλει κάτι λιγότερο «μάπα». Και παλεύει σε μια ζώνη με άλλες 4-5 εκπομπές. Ο ανταγωνισμός σκληρός και κρίνεται καθημερινά από τα νούμερα.

Όταν λοιπόν βλέπουν αυτές οι εκπομπές πως γίνεται αναπαραγωγή από παντού για την εμφάνιση του Πλεύρη και ότι το κοινό στο διαδίκτυο διαβάζει διαρκώς τέτοιες κουταμάρες, εννοείται πως θα προβάλει τον ακροδεξιό με lifestyle περιτύλιγμα και θα τον μετατρέψει σε celebrity. Σε αυτή την εξίσωση δε φταίει η εκπομπή, φταίει το κοινό.

Σαφώς, το Ράδιο Αρβύλα και ο Αντώνης Κανάκης είναι η απόδειξη πως αν η τηλεόραση αλλάξει το περιεχόμενό της, θα μάθει στον τηλεθεατή να ενδιαφέρεται για άλλα πράγματα και δεν θα συνεχίσει να ασχολείται με το ποια παντρεύεται ο Πλεύρης. Αυτή τη στιγμή όμως, ο Αντώνης Κανάκης έχει την τύχη να βρίσκεται σε μια εξαίρεση των εξαιρέσεων στην ελληνική τηλεόραση. Οποιαδήποτε άλλη εκπομπή δοκιμάσει να αλλάξει το περιεχόμενο, θα περάσει κάτι μήνες ή και ολόκληρη σεζόν και κανένα κανάλι δεν κάνει τέτοια υπομονή.

Εδώ σε ένα σάιτ αν αποφασίσεις να αλλάξεις στρατηγική, στους πρώτους 4-5 μήνες θα χάνεις κόσμο, θα χάνεις αναγνώστες και θα περιμένεις να σου έρθει ένα άλλο κοινό, που να ενδιαφέρεται για το νέο σου περιεχόμενο.

Ζήτημα Νο3: Εξαφανίζεται ο φασισμός αν δεν τον δείξεις πουθενά;

Είναι ένα ερώτημα με βαθιά φιλοσοφική διάσταση και χωρίς κανένα απόλυτο συμπέρασμα. Αλλά ο Αντώνης Κανάκης θα έπρεπε μέχρι σήμερα να έχει μάθει πως ο φασισμός δεν πρόκειται να πάει ποτέ στο μηδέν. Κι αν είναι να πάει κάποτε στο μηδέν, αυτό δε θα γίνει με το να τον κρύβουμε. Το 2012 κρυμμένος ήταν και φάγαμε μια ωραία μέρα τη Χρυσή Αυγή στα μούτρα και για κοντά 7 χρόνια την είχαμε στη Βουλή.

Εν έτει 2024 δε νομίζω πως θα υπάρξει κάποιος που θα δει τον Πλεύρη να αποτυπώνεται με lifestyle περιτύλιγμα και θα πει «α μωρέ, τελικά γλυκούληδες είναι οι ακροδεξιοί». Όποιος το σκεφτεί, ήταν από πριν φασίστας κι ακροδεξιός και δεν περίμενε να δει τον Πλεύρη με τη Σιακαβάρα για να γίνει. Δεν είναι δηλαδή ότι ένας φιλελεύθερος και δικαιωματιστής θα δει τον Πλεύρη και θα πει «ρε συ, μαλακίστηκα…δεν έπρεπε να είμαι τόσο κακός απέναντι στους ακροδεξιούς, άνθρωποι είναι κι αυτοί».

Άρα, το ότι τον αποτυπώνει η τηλεόραση υπό αυτή την οπτική, δεν είναι και τόσο επονείδιστο όσο το θεωρεί ο Αντώνης Κανάκης. Δε γίνεται όμως να μην κατανοεί ότι αν σβήσουμε εντελώς την ύπαρξή τους από τον δημόσιο λόγο, δεν θα ξέρουμε ποιοι είναι, πώς δρουν, δε θα μπορούμε να τους σταματήσουμε αν θέλουν να κάνουν comeback στα πολιτικά δρώμενα, όπου ούτως ή άλλως έχουν τα σπέρματά τους, τη Νίκη και τους Σπαρτιάτες και την Ελληνική Λύση.

Στο τέλος τέλος, το να αντιμετωπίσουμε τον φασισμό με δημοκρατικό φασισμό, τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα θα έχει και από αντίδραση θα ωθήσει περισσότερους στην υπεράσπιση του κάθε Πλεύρη.

Στο δικό μου μυαλό δε, αυτή η αποδόμηση του «φασισμού» του Πλεύρη, τον καθιστά αστείο ακόμα και στους ομοίους του, οπότε υπάρχει και μια πιθανότητα κάποιοι να σκεφτούν «ρε μήπως δεν πρέπει να είμαστε φασίστες;».

Για άλλη μια φορά δηλαδή, ο Αντώνης Κανάκης υποκινείται στο πώς εκφράζεται από τον θυμό που φέρει μέσα του για την τηλεόραση και για πράγματα που έχει δει εκ των έσω και τα ξέρει σίγουρα πολύ καλύτερα από μένα που γράφω αυτό το κείμενο. Αλλά δεν χρειάζεται να βλέπουμε παντού φαντάσματα. Χρειάζεται μια εγρήγορση και μια διαρκής παρατήρηση, ώστε όταν τα πράγματα βγάλουν alert να τα αντιμετωπίσουμε, αλλά δεν είναι όλα κάποιο οργανωμένο σχέδιο.

Βλέπει ο κόσμος τον Πλεύρη, γελάει που ένας 80χρονος ακροδεξιός είναι με μια πρώην παίκτρια του My Style Rocks και το βλέπει ή το κλικάρει. Γιατί είναι fun. Και μόνο μέσα από την καλή σάτιρα και τον σαρκασμό μπορεί να γίνει ο φασισμός κάτι ελάχιστο κι ασήμαντο.

Η σκηνή στο 3ο Harry Potter με το Boggart που παίρνει τη μορφή του μεγαλύτερου φόβου των μαθητών και αποδυναμώνεται όταν γελοιοποιούν τον φόβο με το ξόρκι Rediculous, δεν είναι μια φαντασία. Βγαλμένη από τη ζωή είναι!