Πόσα χρόνια βρίσκεται ο Γιώργος Λιάγκας στην τηλεόραση; Είναι σίγουρα πάνω από 30. Πόσα από αυτά τα χρόνια δέχεται τα περισσότερα πυρά του τηλεοπτικού κοινού, αλλά και αυτών που δε βλέπουν τηλεόραση, αλλά πιστεύουν ότι μπορούν να την κρίνουν; Τα 13-14 σίγουρα. Όσο υπάρχουν social media και δη το Twitter, τόσο ο Λιάγκας τρώει hate. Κι ενώ υπάρχει αυτό το ρεύμα, ο Λιάγκας είναι για ακόμα μια χρονιά ο πιο επιτυχημένος στην πρωινή ψυχαγωγική ζώνη, όντας τις περισσότερες φορές απ’ όλους πρώτος και στο δυναμικό και στο γενικό. Πώς εξηγείται αυτό;

Με μια πρώτη σκέψη, δεν εξηγείται. Είναι το πιο ανεξήγητο πράγμα στην ελληνική τηλεόραση τα τελευταία 10-15 χρόνια. Να έχει ένας παρουσιαστής τόσους πολλούς που τον αντιπαθούν φανατικά και ελάχιστους να τον υποστηρίζουν φανατικά, να έχει υποπέσει σε ατοπήματα που άλλους θα τους «έσβηναν» και να μην χάνει ούτε μονάδα στις επιδόσεις του στην τηλεθέαση; Απίστευτο.

Αν το σκεφτούμε όμως λίγο παραπάνω, θα δούμε πως ίσως και να υπάρχει ένα ίχνος ερμηνείας. Το πρώτο που σκέφτομαι είναι ότι τελικά, παρά την ψευδαίσθηση που έχουμε επιλέξει να ζούμε, τα social media δεν εκφράζουν το τηλεοπτικό κοινό. Ή, καλύτερα, το τηλεοπτικό κοινό δεν ακούγεται τόσο στα social media όσο αυτοί που κράζουν συνολικά την τηλεόραση χωρίς να τη βλέπουν, απλά και μόνο γιατί ένα όνομα είναι στα trends και ψάχνουν τα likes και την «ορατότητα» του προφίλ τους.

Ο Λιάγκας υπηρετεί πιστά την τηλεόραση, χωρίς φραγμούς

Αυτή η ψευδαίσθηση βέβαια, δεν αφορά εμάς εν τέλει, αλλά την ίδια την τηλεόραση, τους ανθρώπους στα κανάλια και την Nielsen, που νομίζουν ότι οι below 35 ασχολούνται με τις εκπομπές και το περιεχόμενό τους. Μόνο αν σκάσει κανένα θέμα Καινούργιου-Μπάρκα θα δουν εκπομπές, γιατί βγαίνει από μέσα τους ο κουτσομπόλης. Κι αυτό όμως, θα προτιμήσουν να το κάνουν στο web tv ή στα βίντεο που θα έχουν κυκλοφορήσει, όχι να ανοίξουν την τηλεόραση.

Η δεύτερη εξήγηση ή, ακριβέστερα, ένα δεύτερο στοιχείο στην προσπάθεια εξήγησης, είναι ότι ο Λιάγκας εκφράζει αφιλτράριστα όσα έχει στο κεφάλι του και αυτό δημιουργεί μεν «εχθρούς», αλλά εχθρούς που δεν έχουν λόγο ύπαρξης αν δε σε βλέπουν, δε σε ακούνε. Έτσι, είναι εξαιρετικά πιθανό ένα μεγάλο ποσοστό από αυτό το 16-17% που κάνει συνήθως σε δυναμικό και γενικό σύνολο ο Λιάγκας, να περιλαμβάνει ανθρώπους που τον βλέπουν για να τον βρίσουν, για να διαφωνήσουν, για να βάλουν αλατοπίπερο στην βαρετή τους καθημερινότητα.

Αν κρίνουμε τον Λιάγκα με τηλεοπτική οπτική, τότε είναι σίγουρα ο πιο διορατικός παρουσιαστής, ο πιο ευφυής ως προς το κομμάτι της αντίληψης του τι θέλει το κοινό και της στελέχωσης της ομάδας του, αφού το ύφος της εκπομπής του απαιτεί «τυφλοπόντικες», ρεπόρτερ που χώνονται βαθιά στο έδαφος, που θα λερωθούν πολύ για να βρουν την είδηση. Δεν είναι τυχαίο πως σε αυτόν μίλησε ο Πολυχρονόπουλος για την υπόθεση «Άλλος Άνθρωπος», σε αυτόν πήγε ο Κασσελάκης, αλλά και πολλά ακόμα αποκλειστικά που έχουν βγει στο Πρωινό, χάρη και στον Τάσο Τεργιάκη και την υπόλοιπη δημοσιογραφική ομάδα.

Μπορεί να υπηρετεί την τηλεόραση, αλλά το κάνει με τακτικές που πρέπει να καταδικαστούν πια

Εμείς όμως δεν είμαστε κανάλια, δεν πληρώνουμε τον Λιάγκα για να είναι στην τηλεόραση και να φέρνει νούμερα. Εμείς είμαστε κοινό, βλέπουμε τηλεόραση και την κρίνουμε με βάση τα αισθητικά και ηθικά μας κριτήρια. Και με βάση αυτά, ο Λιάγκας δεν θα έπρεπε να είναι Νο1 στην πρωινή ζώνη. Όχι ότι αξίζει αυτός ο τίτλος σε κανέναν, αλλά ας πούμε η Μπάρκα ή ακόμα και η Σκορδά αν ήταν στις ίδιες ώρες, θα έπρεπε να έχουν ένα παραπάνω ποσοστό.

Είδα για παράδειγμα χθες τον Λιάγκα να παίζει βίντεο με ρεπόρτερ του ΑΝΤ1, εικάζω της εκπομπής του, που είχε πάει πάλι σε εκδήλωση όπου ήταν ο Νταλάρας και τον παρενοχλούσε. Όταν ένας άνθρωπος έχει δηλώσει 50 φορές πως δεν θέλει να μιλάει σε δημοσιογράφους που είναι στημένοι και τον περιμένουν και όλο αυτό, το να επιμένεις να στέλνεις κάμερα να τον κυνηγάει, θα έπρεπε να είναι ποινικά κολάσιμο. Θα έπρεπε ο Νταλάρας και το κάθε θιγόμενο πρόσωπο να κάνει μήνυση σε δημοσιογράφο, εκπομπή και παρουσιαστή. Δυστυχώς όμως δε γίνεται.

Ενώ λοιπόν ο Λιάγκας είναι θιασώτης τακτικών από μια τηλεόραση του μακρινού παρελθόντος, ενώ είναι αυτός που διατηρεί όλη αυτή την τηλεοπτική νοοτροπία, ταυτόχρονα είναι αυτός που έχει το πιο πετυχημένο, βάσει αριθμών, μοντέλο εκπομπής και βρίσκει ουσιαστική κόντρα πλέον, μόνο από την Κουτσελίνη και τη Στεφανίδου. Ο καθείς έχει την ταυτότητα του σαφώς.

Ο Λιάγκας μοιάζει να είναι αυτός που ξέρει πότε να παρατάει την ταυτότητα του για να διεκδικήσει καλύτερη τηλεθέαση. Οι υπόλοιπες εκπομπές δεν το κάνουν. Αποδεικνύεται δηλαδή εμπράκτως η τηλεοπτική του ευφυΐα, αλλά την ίδια στιγμή αυτή υποδαυλίζεται από τις πρακτικές του και τη «ζούγκλα» του, όπως είναι η αδιαφορία για τα Όχι των άλλων ή ότι πολύ συχνά δεν επιτρέπει στους υπόλοιπους να εκφραστούν αν δεν τους δει να κατευθύνονται προς τα όσα υποστηρίζει ο ίδιος.

Όλα αυτά τα αντικρουόμενα, καθιστούν τον Λιάγκα ένα case study για την ελληνική τηλεόραση από το ξεκίνημα της ιδιωτικής μέχρι και σήμερα, με μοναδικό αντίστοιχο παράδειγμα με το δικό του, να βρίσκουμε στην περίπτωση της Τατιάνας Στεφανίδου που τρώει το hate πολύ περισσότερα χρόνια.