Γι’ αλλού τράβηξε κι αλλού η ζωή τον πήγε τον ερευνητή γενετικής άγριας ζωής στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα, Ντέιβιντ Ντάφι, ο οποίος έψαχνε έναν πιο αποδοτικό τρόπο να καταγράφει τις νόσους στις θαλάσσιες χελώνες και κατέληξε να βρίσκει ανθρώπινο DNA όπου και να κοίταζε.

Την τελευταία δεκαετία, οι ερευνητές άγριας ζωής έχουν επαναπροσδιορίσει τις τεχνικές με τις οποίες συλλέγουν το DNA του περιβάλλοντος, δηλαδή γενετικό υλικό που αφήνει η άγρια ζωή στο πέρασμά της από ένα σημείο. Το λεγόμενο eDNA βρίσκεται παντού και οι ερευνητές καταφέρνουν έτσι να ανιχνεύσουν τα είδη που εισβάλλουν σε ένα οικοσύστημα, πολύ πριν γίνει η τελική εισβολή. Έτσι, καταφέρνουν να προστατεύσουν τα επαπειλούμενα είδη και να βρουν ξανά είδη που θεωρούσαν ότι έχουν εξαφανιστεί.

Σε αυτή τη διαδικασία περισυλλογής λοιπόν, κάποιοι επιστήμονες βρίσκουν ανθρώπινο DNA και το εκλαμβάνουν ως ένδειξη της ανθρώπινης επέκτασης, ως στοιχείο μόλυνσης πάνω στα δεδομένα που τους ενδιαφέρουν, δηλαδή το ζωϊκό αποτύπωμα.

Οι κίνδυνοι της χρήστης του DNA από το FBI

Υπάρχουν όμως και αυτοί που μπορεί να βρουν το DNA αυτό και να το χρησιμοποιήσουν για άλλους σκοπούς. Από τον πιο απλό μέχρι τον πιο εγκληματικό. Και δεν είναι μόνο οι παράνομοι που μπορεί να κάνουν κάτι τέτοιο.

Θεσμοί όπως το FBI φαίνεται πως παίρνουν DNA για να δημιουργήσουν πιθανές ζωγραφιές υπόπτων και αυτό φέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα της ιδιωτικότητας και των ελευθεριών του πολίτη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η πανωλεθρία της τοξικότητας στα social media

Ο Ντάφι και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν μια τεχνολογία για να συλλέξουν τη μικρότερη δυνατή ποσότητα ανθρώπινου DNA από το περιβάλλον, με στόχο να δουν πόση πληροφορία μπορούν να συλλέξουν, ιδίως σε συγκεκριμένες συνθήκες περιβάλλοντος, όπως μέσα στο νερό, στον αέρα ή μέσα σε ένα κτήριο.

Το αποτέλεσμα έδειξε, όπως δημοσιεύτηκε πριν λίγες μέρες στο περιοδικό Nature Ecology & Evolution, ότι οι επιστήμονες μπορούν από το ελάχιστο δείγμα ανθρώπινου DNA να βρουν πληροφορίες για το γενεαλογικό και ιατρικό ιστορικό.

Αυτό έδειξε στους επιστήμονες δύο πράγματα. Πρώτον, ότι δεν είναι όπως πίστευαν ότι δηλαδή μόνο DNA που προέρχεται από την επαφή του ανθρώπου με ένα αντικείμενο ή από το αίμα του, μπορεί να προσφέρει τέτοιες πληροφορίες. Αρκεί απλά να έχει περάσει από ένα σημείο. Δεύτερον, ότι υπάρχουν χώρες, όπως οι ΗΠΑ, όπου οι αρχές μπορούν να συλλέξουν με τεράστια ευκολία το γενετικό υλικό και να το χρησιμοποιήσουν και κακόπιστα, ενώ οι επιστήμονες όχι.

Το δείγμα που συνέλεξαν οι επιστήμονες ήταν μέρος από το μιτοχόνδριο του DNA, το οποίο είχε περάσει από χιλιάδες γενιές και μπορούσαν σε αυτό να δουν ως και μια χιλιετία πίσω για τον κάτοχο αυτού του γενετικού υλικού! Μπόρεσαν επίσης να υπολογίσουν τον πληθυσμό των ανθρώπων που ζούσε στο ρέμα και τη φυλή τους.

eDNA

Το ζήτημα βιοηθικής που προκύπτει

Επιπλέον, βρήκαν μεταλλάξεις που βοηθούν σε ανάλυση ρίσκου για διαβήτη, καρδιακά προβλήματα και προβλήματα όρασης. Ένα δείγμα έδειξε για παράδειγμα ότι ο κάτοχός του θα μπορούσε να έχει μια σπάνια νόσο που προκαλεί νευρική ζημιά με εκθετικό τρόπο και θα μπορούσε να οδηγήσει στον θάνατο. Είναι μάλιστα μια νόσος κληρονομική που δεν εμφανίζεται μέχρι τα 40 έτη του ανθρώπου. Άραγε αυτός ο άνθρωπος να γνωρίζει; Άραγε το ξέρουν οι δικοί του;

Όλο αυτό ανοίγει μια νέα σελίδα στον τομέα της βιοηθικής, σύμφωνα με την ερευνήτρια Άννα Λιούις από το Χάρβαρντ.

Η τεχνολογία που ασχολείται με το eDNA μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο παρακολούθησης ανθρώπων και να χρησιμοποιηθεί είτε για εμπορικούς λόγους, είτε για πολιτικές σκοπιμότητες, είτε ακόμα και για στοχοποίηση εθνικών μειονοτήτων. «Υπάρχει διεθνώς βάσιμος λόγος για να ανησυχούμε», τονίζει η Λιούις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Θέλουμε δημοσκόπηση ή μαντεψιά;

Αν και τα εργαλεία που χρησιμοποιούν στο FBI δεν μπορούν από τόσο μικρό δείγμα να αναγνωρίσουν τους 20 δείκτες που χρειάζονται για να ταυτοποιήσουν ένα DNA υπόπτου, αυτό δε σημαίνει ότι δε μπορούν να χρησιμοποιήσουν το eDNA για το αρχείο τους. Πάντως, σε αυτόν τον τομέα σημειώνεται πρόοδος, καθώς τον Οκτώβριο μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Όσλο, κατάφερε να κατασκευάσει ένα πλήρες CODIS προφίλ (Combined DNA Index System, το αρχείο του FBI) από DNA που συγκέντρωσε από τον αέρα.

Με βάση αυτά τα νέα δεδομένα, οι επιστήμονες θα πρέπει να εξηγήσουν πώς μεταφέρετε το eDNA μέσα από τον αέρα ή το νερό, ή πώς αποσυντίθεται εν καιρώ. Μέχρι στιγμής, η αλληλουχία νανοπόρων που χρησιμοποίησαν ο Ντάφι με την ομάδα του, έχει υψηλό ρίσκο λάθους.

Ευκαιρία για ένα ρυθμιστικό πλαίσιο

Στις ΗΠΑ έγκειται η μεγαλύτερη ανησυχία, καθώς εκεί είναι πιο θολά τα ζητήματα ηθικής και υπάρχει αυτή η ελάφρυνση και η σκιώδης λειτουργία του FBI και της CIA, κάτι που δεν ισχύει για την Ε.Ε.

«Υπάρχει μια ανισότητα σε σχεδόν όλα τα παγκόσμια συστήματα ανάμεσα στο τιμπορούν να κάνουν οι δυνάμεις επιβοής του νόμου σε σχέση με τους ερευνητές και σε σχέση με τις ιδιωτικές εταιρείες», εξηγεί η Μπάρμπαρα Πράινσακ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης που ερευνά την τεχνολογία του DNA στην φαρμακευτική και στην ιατροδικαστική.

«Είναι πραγματικά μια άγρια δύση, όλα ελεύθερα για όλους. Η αντίληψη είναι πως η αστυνομία μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, εκτός κι αν πρόκειται για κάτι που έχει απαγορευτεί πολύ συγκεκριμένα», αναφέρει η Μέρφι, καθηγήτρια Νομικής στο NYU.

Το ακόμα πιο εντυπωσιακό που ανακάλυψαν ο Ντάφι και οι δικοί του, είναι ότι το DNA αφήνεται στο περιβάλλον ακόμα κι αν κάποιος φοράει γάντια, χειρουργική μάσκα και είναι πλήρως καλυμμένοι.

Η μεγάλη εικόνα εδώ είναι ότι το eDNA του ενός, δεν μπορεί να προδώσει τον κάτοχό του μόνο. Προδίδει και όλους όσοι μοιράζονται έναν κοινό γενετικό κώδικα μαζί του, άρα με ένα eDNA μπορεί να καταπατηθούν οι ατομικές ελευθερίες πλέον του ενός ατόμων.

«Το DNA ανιχνεύει τον κώδικα των συγγενών σου σε μεγάλο γενεαλογικό εύρος, στους απογόνους, στους μακρινούς προγόνους. Στο μέλλον ποιος ξέρει τι θα λέει το DNA για τους ανθρώπους ή πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί;», αναφέρει η Μέρφι.

Είναι πάντως τέτοιες έρευνες όπως του Ντάφι που φέρνουν τους κυβερνώντας και τους αξιωματούχους μπροστά στην ανάγκη να παρθούν αποφάσεις και να υπάρξει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα ορίζει το πώς θα χρησιμοποιείται το DNA μας.

* Πηγή: New York Times