«Ασυνέπεια στις γονεϊκές υποχρεώσεις» θεωρεί πως είναι ο βασικός παράγοντας της έξαρσης της βίας μεταξύ ανηλίκων ο Δημήτρης Παπαδημητριάδης ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής. Επιπλέον όπως επισήμανε μιλώντας στην ΕΡΤ «η εισβολή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει βοηθήσει να ευοδώνονται τέτοιες πρακτικές με την έννοια ότι αποκτούν ένα σκοπό»

Και εξηγεί: «Σκοπός τους ενδεχομένως είναι και η διαφήμιση του νταή, για να αποκτήσει περισσότερους οπαδούς ενδεχόμενα ή γιατί πιστεύει ότι αυτό τον καθιστά περισσότερο δημοφιλή. Είναι σκόπιμο να εντάξουμε αυτές τις πράξεις εκφοβισμού στο ευρύτερο πλαίσιο της νεανικής παραβατικότητας που βλέπουμε ότι είναι μια πανδημία σιγά σιγά. βλέπουμε πολλά περιστατικά παραβατικότητας έξω από το σχολείο με συμμορίες, ή παιδιά τα οποία ληστεύουν άλλα παιδιά».

Σε μια σειρά από παράγοντες οφείλεται η νεανική παραβατικότητα. Ωστόσο όπως επισήμανε «Σίγουρα θα εντοπίσουμε πολλούς ή αν όχι τους περισσότερους από αυτούς μέσα στην οικογένεια, όχι τόσο στο σχολείο. Είναι η ανεπαρκής παρακολούθηση και εποπτεία των παιδιών από τους γονείς. Είναι πολύ σκληρές ή πολύ χαλαρές ή ασυνεπείς γονεϊκές πειθαρχικές πρακτικές. Είναι το χαμηλό επίπεδο δεσμού μεταξύ γονέων και παιδιών που φταίει. Είναι η φτωχή συμμετοχή των γονέων στις δραστηριότητες των παιδιών. Βλέπουμε ότι οι γονείς είναι ίσως πολύ απασχολημένοι με τα δικά τους, με την καθημερινή επιβίωση της οικογένειας και δεν έχουν μεγάλη συμμετοχή ή κοινές δραστηριότητες με τα παιδιά τους. Είναι ασφαλώς η κατάχρηση ουσιών και η πρόσβαση σε ουσίες και από τα παιδιά, αλλά ενδεχομένως και η χρήση των γονέων. Γονείς οι οποίοι πίνουν πολύ αλκοόλ στο σπίτι δίνουν ένα κακό παράδειγμα Είναι η γονεϊκή κατάθλιψη και το γονεϊκό άγχος που μπορεί να μην θεραπεύεται και έτσι βλέπουμε γονείς οι οποίοι λειτουργούν με έναν τρόπο ασυνεπή πάλι ως προς τις γονεϊκές τους υποχρεώσεις».

«Όλες αυτές οι πρακτικές πηγαίνουν στο σχολείο με κολατσιό από το σπίτι» υπογράμμισε.

«Η οικογένεια δεν περνά στα παιδιά μηνύματα αποδοχής της διαφορετικότητας»

Επιπλέον σημείωσε πως «Δεν περνούν οι οικογένειες στα παιδιά τους μηνύματα ανοχής, αποδοχής και επιείκειας, ειδικά δε απέναντι στη διαφορετικότητα, είτε αυτή αφορά το σώμα, τη μορφή του σώματος, τα χαρακτηριστικά του προσώπου, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και μια σειρά από άλλα ζητήματα που διαφοροποιούν ένα παιδί από ένα άλλο παιδί.

«Αυτή την αποτυχία λοιπόν της οικογένειας στο οικογενειακό τραπέζι να περάσει μηνύματα αποδοχής, κατανόησης επιείκειας για τη διαφορετικότητα, νομίζω ότι τη βλέπουμε στο σχολικό περιβάλλον με τις πρακτικές αυτές του εκφοβισμού» τόνισε.

Χρήσιμη η παρουσία ψυχολόγου στα σχολεία

Αλλά ως προς τη νεανική παραβατικότητα στους δρόμους και έξω από το σχολείο, πρέπει να σκεφτούμε ακόμη περισσότερους παράγοντες. Θα ήταν χρήσιμο να αναπτύξει και η Πολιτεία τη βοήθειά της προς τα δημόσια σχολεία, ίσως με την παρουσία ενός ψυχολόγου, ο οποίος θα κάνει μαθήματα στα παιδιά τουλάχιστον για να καταφέρει να περάσει τα μηνύματα εκείνα που ίσως δεν περνάει η οικογένεια στο σπίτι. Αυτό θα ήταν μια χρήσιμη διαδικασία.

Πρέπει η οικογένεια να βάζει όρια στα παιδιά

Για την ανάγκη θέσπισης ορίων μέσα στην οικογένεια προς όφελος των παιδιών επισήμανε πως «κάποιος πρέπει να βάλει μέσα στην οικογένεια τον άγραφο νόμο λειτουργίας της κοινωνίας. Οι νεαροί αυτοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν τη νομοθεσία του κράτους και της πολιτείας, πρέπει η οικογένεια να περάσει τα όρια

Όλα είναι ζήτημα μηνυμάτων που περνάει η οικογένεια στα παιδιά. Αν μια οικογένεια σχολιάζει βλέποντας στην τηλεόραση ανθρώπους οι οποίοι είναι διαφορετικοί για τον οποιονδήποτε λόγο, με έναν τρόπο πολύ αρνητικό, αυτό χαράζει στα παιδιά από μικρή ηλικία μια τάση κοροϊδίας αν θέλετε, ή απόρριψης αυτής της διαφορετικότητας και αργότερα όταν αυτοί θα γίνουν έφηβοι ή ενήλικες.

Πρέπει λοιπόν η οικογένεια να καταλάβει ότι για να μη φτάσουμε σε μια κοινωνία όπου ένας θα βρεθεί με τα χέρια στο λαιμό του άλλου, οφείλουμε να περάσουμε στα παιδιά μας μηνύματα αποδοχής, ανοχής και επιείκειας απέναντι στη διαφορετικότητα. Αυτό οφείλουμε να το κάνουμε» κατέληξε.