Είναι σαφές πως εδώ και δεκαετίες το ποδόσφαιρο έχει χάσει τον ρομαντισμό του και τον χαρακτήρα ενός αθλήματοος φιλικού προς τις λαϊκές μάζες. Έχει χάσει δηλαδή τα στοιχεία που το έκαναν να λατρευτεί σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.

Με τον στοιχηματισμό να έχει αλλάξει μια για πάντα τον χαρακτήρα του ποδοσφαίρου, η είσοδος σε αυτό μεγαλοεπιχειρηματιών και funds που θέλουν απλά να «ξεπλύνουν» χρήματα μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί ως η «χαριστική βολή» στον «βασιλιά των σπορ».

Παρότι η ενασχόληση ανθρώπων με οικονομική επιφάνεια με τον αθλητισμό είναι δεδομένη εδώ και χρόνια, η αλήθεια είναι πως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποκάλυψε ακόμα περισσότερους. Οι οικονομικές κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό να πλήξουν τους συνεγάτες του Βλαντιμίρ Πούτιν μας έκαναν σοφότερους όσον αφορά τον ρόλο που είχαν Ρώσοι ολιγάρχες με το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

Ο πρώτος διδάξας

Φυσικά, όταν αναφερόμαστε σε επιχειρηματίες που έλκουν την καταγωγή τους από τη Μόσχα και ασχολούνται με την «ασπρόμαυρη θεά», το μυαλό μας πηγαίνει αυτόματα στον Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Ο Ρώσος μεγιστάνας έγινε γνωστός στη Γηραιά Ήπειρο, όταν το 2003 απέκτησε τις μετοχές της Τσέλσι έναντι 165 εκατομμυρίων. Έκτοτε, επένδυσε περίπου 2 δισεκατομμύρια και κατάφερε να κάνει μια ομάδα που είχε πάρει το τελευταίο της πρωτάθλημα το 1955 να κυριαρχήσει σε Αγγλία και Ευρώπη.

Όταν την άνοιξη του 2022 ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τους «μπλε», η τροπαιοθήκη της Τσέλσι είχε εμπλουτιστεί με πέντε πρωταθλήματα, πέντε Κύπελλα και τρία Λιγκ Καπ Αγγλίας, δύο Champions League, δύο Europa League, ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ και ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Συλλόγων.

Παρότι όμως δεν υπήρξε καμία υπόνοια για οικονομικές ατασθαλίες στο Λονδίνο, δεν συνέβη το ίδιο στην Ολλανδία. Δικαίως θα αναρωτηθείτε βέβαια «τί δουλειά έχει ο Αμπράμοβιτς στην Ολλανδία;». Ο Ρώσος ολιγάρχης έχει κατηγορηθεί πολλάκις για ύποπτες σχέσεις με τη Φίτεσε, μια μικρομεσαία ομάδα της «χώρας με τις τουλίπες».

Μεράμπ Γιορντάνια και Φίτεσε

Όλα ξεκίνησαν το 2010, όταν ο Γεωργιανός επιχειρηματίας και φίλος του Αμπράμοβιτς, Μεράμπ Γιορνάνια, αγόρασε την ομάδα. Παρότι οι πρώτοι «ψίθυροι» εμφανίστηκαν αμέσως, ο Γιορντάνια το διέψευσε, ενώ η έρευνα των ολλανδικών αρχών επιβεβαίωσε τα λεγόμενά του.

Όταν όμως ο Γεωργιανός αποχώρησε το 2013 και τον έλεγχο του συλλόγου ανέλαβε ένας άλλος Ρώσος, ο Αλεξάντερ Τσιγκιρίνσκι, το πράγμα άρχισε να «βρωμάει». Ίσως επειδή και αυτός ήταν φίλος και συνεργάτης του προέδρου της Τσέλσι. Ο Γιορτάνια πάντως, έναν χρόνο μετά την αποπομπή του, έκανε μία περίεργη δήλωση για τη σχέση των δύο ομάδων. «Η Φίτεσε μπορούσε να κερδίσει το πρωτάθλημα Ολλανδίας και να συμμετάσχει το Champions League. Το Λονδίνο όμως δεν το ήθελε», σχολίασε δηκτικά ο Γεωργιανός και δημιούργησε ακόμα περισσότερες απορίες.

«Καθαρά ποδοσφαιρική συνεργασία»

Μια δεύτερη έρευνα έγινε τότε από τις ολλανδικές αρχές για να ελέγξουν τυχόν ανάμειξη του Ρώσου ολιγάρχη στα διοικητικά του συλλόγου από το Άρνεμ, αλλά και πάλι δεν βρέθηκε κάτι μεμπτό. Αντιθέτως, πηγές από την Τσέλσι έκαναν λόγο για «μια αγαστή συνεργασία σε καθαρά ποδοσφαιρικό επίπεδο».

Κάπου εδώ πάντως καλό είναι να υπενθυμίσουμε τον κανονισμό της UEFA, σύμφωνα με τον οποίο «απαγορεύεται σε ανθρώπους ή ομάδες ανθρώπων να έχουν εμπλοκή σε δύο συλλόγους με συμμετοχή σε οποιαδήποτε διασυλλογική διοργάνωση της Ευρώπης» με στόχο την ακεραιότητα του ποδοσφαίρου στη Γηραιά Ήπειρο.

Η αποκάλυψη του Guardian

Ο Guardian όμως ήρθε το 2017 για να κάνει μια έρευνα, η οποία αποκάλυψε πολύ περισσότερα πράγματα απ’ ότι οι δύο των ολλανδικών αρχών. Το ρεπορτάζ έκανε λόγο για χρηματοδότηση ύψους 117 εκατομμυρίων από τον Αμπράμοβιτς στη Φίτεσε, την ώρα που το ετήσιο μπάτζετ της ομάδας εκείνα τα χρόνια δεν ξεπερνούσε τα 14 εκατομμύρια.

Μετά από εκείνο το ρεπορτάζ, αποδείχθηκε πως η πρώτη έρευνα είχε ανακαλύψει τη σχέση του Ρώσου ολιγάρχη με την εταιρεία «Marindale Trading», η οποία βοήθησε τον Γιορντάνια να αποκτήσει τη Φίτεσε. Αντίστοιχη σχέση όμως δεν βρέθηκε όταν ανέλαβε την ομάδα ο Τσογκιρίνσκι με το τελικό πόρισμα να αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «είναι σαφές ότι η Τσέλσι δεν έχει καμία ανάμειξη στα διοικητικά δρώμενα της Φίτεσε».

Αυτό πάντως που είναι ξεκάθαρο είναι η ιδιαίτερη σχέση που είχαν την προηγούμενη δεκαετία οι δύο σύλλογοι με τους Ολλανδούς να λειτουργούν σαν θυγατρική ομάδα των Λονδρέζων. Η Φίτεσε θεωρείται ιδανικό περιβάλλον για την εξέλιξη νεαρών παικτών των «Μπλε», σε μια ανταγωνιστική λίγκα όπου έχουν πολύ χρόνο συμμετοχής και σε μια χώρα όπου άπαντες μιλούν αγγλικά.

Εντύπωση μάλιστα προκαλεί ένα περιστατικό που έλαβε χώρα το 2018. Ο τερματοφύλακας Εντουάρντο βρέθηκε στη Φίτεσε, αποτελώντας την εξαίρεση στον ακνόνα των νεαρών παικτών, καθώς ήταν 36 ετών. Αρχικά είχε μείνει ελεύθερος από τους «Μπλε», αλλά στη συνέχεια του προσφέθηκε νέο μονοετές συμβόλαιο και δόθηκε δανεικός στη Φίτεσε, κάτι που συνέβη γιατί ο ολλανδικός σύλλογος δεν θα ήταν σε θέση να πληρώσει τον μισθό του.

Αισίως βέβαια έχουμε φθάσει στο 2023 και τίποτα εξ αυτών δεν έχει αποδειχθεί από τις αρμόδιες αρχές. Ενώ κανείς εκ των εμπλεκομένων δεν μπορεί να διαψεύσει την ύπαρξη των συνολικά 117 εκατομμυρίων που κατέληξαν από την τσέπη του Αμπράμοβιτς στα ταμεία του συλλόγου από το Άρνεμ, όλοι κατανοούν την ιδιαίτερη σχέση των Ολλανδών με τους Λονδρέζους. Με τον Ρώσο ολιγάρχη να αποτελεί παρελθόν όμως από την Τσέλσι εδώ και έναν χρόνο, είναι πολλές οι πιθανότητες να μην μάθουμε ποτέ την αλήθεια για το «φυτώριο των Μπλε».