Οι ιστορίες των περισσότερων καλλιτεχνών, πριν γνωρίσουν τη δόξα και τη διασημότητα στα γκλαμουράτα κλαμπ, είναι γεμάτες από περίεργους χώρους, στους οποίους ήλθαν σε επαφή με το κοινό κι άρχισαν να χτίζουν τις ορδές των θαυμαστών τους. Σήμερα ονόματα όπως η Πάτι Σμιθ, οι Television, οι Ramones, η Μπλόντι, οι Talking Heads, ακόμα και η ίδια η Μαντόνα, σήμερα θεωρούνται επικά για είδη μουσικής όπως η punk rock και η new wave. Ποιος θα το πίστευε, όμως, ότι όλοι αυτοί απογείωσαν την καριέρα τους μέσα από ένα κλαμπ που έμοιαζε με ποντικότρυπα;

Το κλαμπ CBGB έχει περάσει πια στο πάνθεον της μουσικής ιστορίας της Νέας Υόρκης ως ο τόπος που πρόσφερε σ’ όλα αυτά τα εναλλακτικά συγκροτήματα και τους καλλιτέχνες την ευκαιρία να αναδείξουν τη μουσική τους. Όταν ξεκίνησε, όμως, το 1973 ήταν ένα σκοτεινό, βρώμικο και υποβαθμισμένο κλαμπ στο Ιστ Βίλατζ του Μανχάταν. Καμία σχέση με το Max’s Kansas City, το εμβληματικό κλαμπ για την glam rock σκηνή, που φιλοξενούσε συχνά τον Ντέιβιντ Μπάουι, τον Μαρκ Μπόλαν και τον Λου Ριντ.

Κλαμπ για κάντρι και μπλουζ

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 τα συγκροτήματα που έπαιζαν κάτι πιο εναλλακτικό και δεν ήθελαν να αλλάξουν στυλ ουσιαστικά δεν είχαν επιλογές εμφάνισης. Η ανάσα στην καριέρα τους δόθηκε απ’ αυτόν τον χώρο, ο οποίος αλλού ξεκίνησε κι αλλού τελικά πήγε. Το μαρτυρά, άλλωστε, και το όνομα: CBGB είναι αρκτικόλεξο των λέξεων Country, Bluegrass, Blues. Αυτά τα είδη μουσικής ονειρευόταν να προωθήσει ο ιδιοκτήτης Χίλι Κρίσταλ όταν το άνοιξε. Αλλά ήταν αρκετά διορατικός να μην μείνει κολλημένος στις αρχικές του ιδέες.

Ο σωματώδης Κρίσταλ, μουσικός ο ίδιος και «ερασιτέχνης» (κατά δήλωσή του) μάνατζερ καλλιτεχνών, κατάλαβε γρήγορα ότι υπήρχε ένας ολόκληρος κόσμος, ταλαντούχος κόσμος, που απλά έψαχνε μια σκηνή να ανέβει. Οπότε αγκάλιασε όλα τα είδη κι έβαλε μόνο έναν κανόνα: Μόνο πρωτότυπη μουσική, όχι διασκευές. Ήθελε, δηλαδή, να αναδείξει δημιουργούς μέσα από το χώρο του.

Η περιοχή του Ιστ Βίλατζ ήταν τότε συνώνυμη με την κοινότητα των αστέγων και την εγκληματικότητα παρά μια ακμάζουσα Μέκκα για πρωτοποριακή μουσική και ένα ανερχόμενο κίνημα αντικουλτούρας. Οι πρώτοι, πάντως, που ψάχτηκαν να παίξουν εκεί, μόλις λίγες εβδομάδες μετά το άνοιγμα, ήταν οι Television.

Οι οποίοι παραδέχτηκαν αργότερα ότι χωρίς αυτές τις συνεχόμενες εμφανίσεις εκεί το πιθανότερο είναι να είχαν διαλυθεί, διότι δεν μπορούσαν να κρατήσουν «ζεστή» μια μεγάλη μάζα φίλων από τη στιγμή που πριν εμφανίζονταν στη χάση και στη φέξη, χωρίς να έχουν έναν συγκεκριμένο χώρο. Στην αρχή πήγαιναν μόνο συγγενείς και φίλοι, καθώς και κυνηγοί μουσικών ταλέντων, οι οποίοι περνούσαν μήπως και ακούσουν κάτι ενδιαφέρον. Στην πορεία, όμως, το κλαμπ εξελίχθηκε σ’ ένα από τα πιο σημαντικά μουσικά στέκια της πόλης.

Παρόλο που οι πληροφορίες για το νέο χώρο διαδόθηκαν γρήγορα σε ένα μικρό αριθμό συγκροτημάτων που έψαχναν κάπου να παίξουν, παρέμεινε ένας αυτόνομος κόσμος για μια περίοδο. Μετά τη διετία άρχισε να παίρνει τα πάνω του. Έγινε ένα μέρος για άσημες μπάντες που τις βοήθησε να βρουν την περπατησιά τους. Ήταν αυτοί που δεν είχαν δισκογραφικά συμβόλαια, αλλά δεν είχαν κανέναν ακόλουθο και. Ήταν σαν να αποκτούσαν μια αίθουσα για πρόβα, όπου μπορούσαν να προβάλλουν τη μουσική τους μπροστά σε κόσμος και να εξελιχθούν ως μπάντα. Αλλά υπήρξε και τόπος πειραματισμού για μερικά από τα πιο πρωτοποριακά συγκροτήματα της εποχής.

Πολλοί δίσκοι στο δεύτερο μισό της δεκαετίας τους 1970 σμιλεύτηκαν μέσα στο CBGB κλαμπ. Η κοινωνική πλευρά του κλαμπ, επίσης, ήταν σημαντική. Έγινε χώρος συνάντησης πολλών ομοϊδεατών ανθρώπων για να ανταλλάξουν ιδέες, να καταστρώσουν σχέδια και να ξεκινήσουν δημιουργικές προσπάθειες. Όταν το κλαμπ έγινε της μόδας σύχναζαν εκεί συγγραφείς, φωτογράφοι, κινηματογραφιστές, μουσικοί, ζωγράφοι, γλύπτες, θεατρικοί συγγραφείς και ποιητές. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, ένας σημαντικός αριθμός από αυτές τις βασικές πρώιμες μπάντες έπαιζαν τεράστια θέατρα και ήταν σε καλό δρόμο για μια διαρκή καριέρα.

Το κλαμπ συνέχισε να φιλοξενεί τους «άστεγους» καλλιτέχνες της πόλης μέχρι το τέλος της λειτουργίας του το 2006. Ο Χίλι Κρίσταλ έχασε μια σειρά από δικαστικές διαμάχες με ανθρώπους που διεκδίκησαν το κτίριο και αντιστάθηκε σε όλες τις προσπάθειες διάφορων (κυρίως μάνατζερ) να το ανοίξουν σε άλλο χώρο, έστω και πολύ κοντά στο αυθεντικό. Το τελευταίο γεγονός που φιλοξένησε ήταν μια συναυλία εκεί με την Πάτι Σμιθ τον Οκτώβριο του 2006. Η ίδια είχε ζητήσει να μην γίνει κοσμοσυρροή εκεί, αλλά να πάνε να τη δουν μόνο όσοι την είχαν δει και τότε, τις πρώτες ημέρες της καλλιτεχνικής της δημιουργίας. Ήταν ένα τέλος που ταίριαζε απόλυτα στην περίπτωση.

Η ιστορία του κλαμπ έγινε και κινηματογραφική ταινία με τον ονώμυμο τίτλο CBGB, που βγήκε στις αίθουσες το 2013. Ο Άλαν Ρίκμαν υποδύεται τον Χίλι Κρίσταλ, που παίρνει κάτω από τις φτερούγες του όλες τις μετέπειτα διάσημες μπάντες και στις αρχές του 2000 γνωρίζει την αποθέωση απ’ αυτούς στις συναυλίες τους.

** Με πληροφορίες από BBC.