Αν έχεις κυκλοφορήσει στην Αθήνα ως φοιτητής από τις αρχές των 10s μέχρι και τα μέσα της περασμένης δεκαετίας, θα ξέρεις πως είναι 3-4 τα μέρη όπου πήγαιναν σταθερά κάθε ΠΣΚ οι φοιτητές και είχαν κάνει στέκι τους. Ένα ήταν το μεζεδοπωλείο Φειδίου 2, άλλο το Καφενείο 111, ένα τρίτο το Τηνιακό και το τέταρτο ήταν ένα μεζεδοπωλείο που κατάφερε να κρατήσει στα δύσκολα ζωντανή μια ολόκληρη περιοχή για να επέλθει η ώθηση με νέα μαγαζιά κάπου το 2017.

Το Αμοργιανό Πέρασμα στην Καλλιθέα, κοντά στη Σιβιτανίδειο Σχολή, παρόλο που δεν έχει κοντά του μετρό, αλλά ηλεκτρικό, παρόλο που δεν είναι σε μια περιοχή που γράφονταν κατά κόρον αφιερώματα γι’ αυτήν σε εκείνα τα χρόνια, έχτισε με το word of mouth των φοιτητών τη δυναμική του και προσέφερε σχεδόν καθημερινά, αλλά κυρίως τα ΠΣΚ, έναν συνδυασμό υπέροχων πραγμάτων.

Είχες τους μεζέδες, είχες το τσίπουρο ή την ψημένη ρακή που πατένταρε η Αμοργός, αν πήγαινες καλοκαίρι είχες και τον πεζόδρομο και η ατμόσφαιρα μύριζε νιάτα, ερωτική διάθεση για τη ζωή και ερχόταν η μουσική να λειτουργήσει ως τσιμέντο για να ενώσει όλα αυτά τα στοιχεία.

Είτε ραδιόφωνο είτε live, στο μεζεδοπωλείο Αμοργιανό Πέρασμα (ή ποτοφαγείον όπως λέει η ταμπέλα εκεί) μπορούσες να ενώσεις τη φωνή σου με τους φίλους σου όχι με τρόπο ξέφρενο, δε θα σηκωνόσουν να χορέψεις ζεϊμπέκικο, αλλά με τρόπο που θυμίζει κρητικό καπηλειό, με τον τραγουδιστή να κάθεται σε ένα σημείο και να τραγουδάει σε χαμηλό τέμπο και το κοινό να τον σιγοντάρει με ηρεμία. Μια νότα, μια γουλιά ρακή, μια μπουκιά κεφτέ ή απάκι με αυγά, ένα γέλιο στο τραπέζι, μια κουβέντα για κάτι που μας απασχολεί και το μεζεδοπωλείο αυτό, από ένα «ορεκτικό» για να συνεχίσουμε κάπου αλλού, γινόταν κυρίως πιάτο, γινόταν και αφτεράδικο.

Αφτεράδικο έγινε ακόμα περισσότερο όταν άνοιξε στον πίσω χώρο του το μπαρ τα τελευταία χρόνια, οπότε αφού πιεις ρακή και φας τα μεζεδάκια, συνεχίζεις μέσα.

Σε αυτό το μεζεδοπωλείο «σκοτώναμε» το άγχος της γενιάς μας

Είναι όμως μια διαφορετική εποχή και φάση από αυτό που γινόταν στα χρόνια των μνημονίων. Είχε βρει τον τρόπο, χάρη και στις τιμές του, να προσφέρει στον μέσο φοιτητή το απόλυτο με 5-10 ευρώ. Πολλές παρέες θυμάμαι να τις βλέπω για 4-5 μήνες σερί και Παρασκευή και Σάββατο, άρα ήταν και η δική μου συχνά εκεί.

Είναι τόσο παράξενο ότι μέσα στην τόση καταχνιά της περιρρέουσας κοινωνικής κατάστασης, η οποία τη δική μου γενιά τη γέμισε με φόβο, με τραύματα, καταφέρναμε να σβήνουμε τον διακόπτη και να καθόμαστε σε αυτό το μεζεδοπωλείο ή στο μαγαζί που σας γράψαμε εδώ τις προάλλες και να έχουμε περάσει βραδιές ωραιότερες κι από αυτές που περνάμε από το 2019 και μετά, διάστημα στο οποίο υπάρχει μια μεγαλύτερη…άπλα οικονομικά.

Ίσως να ήταν ακριβώς αυτή η αντίθεση που μας έκανε να το νιώθουμε διαφορετικά, γιατί πάντοτε σκεφτόμασταν ότι μπορεί αυτή η φορά να είναι η τελευταία, ποιος ξέρει αν αύριο θα έχουμε αυτά τα 10 ευρώ. Τώρα το έχουμε ψιλοδεδομένο πως 3-4 φορές την εβδομάδα θα πάμε για φαγητό ή ποτό. Τότε ψειρίζαμε τις τσέπες μας και ο ένας τον άλλον για να βγάλουμε συμμετοχικά την ποικιλία, για να πάρουμε χωρίς να μιζεριάζουμε και τα μπριζολάκια που είχε στο μεζεδοπωλείο.

Το Αμοργιανό Πέρασμα έχει κρατήσει ένα μεγάλο κομμάτι από φοιτητικές αναμνήσεις για πολλές χιλιάδες φοιτητών, χωρίς να περιορίστηκε εκεί, απλώς ο καθένας το βλέπει πάντα από τη δική του θέση στην ιστορία. Κι εγώ το μεζεδοπωλείο αυτό το έζησα ως φοιτητής, εμπνεύστηκα επιθυμία να μην παραδοθώ στη μαυρίλα της καθημερινότητας και η σκέψη πως Παρασκευή βράδυ θα μιλάμε για τα πεπραγμένα της εβδομάδας μας στη σχολή με 4-5 συμφοιτητές, ξέροντας πως το ΣΚ δεν μας υποχρεώνει τίποτα να ξυπνήσουμε νωρίς ή να κάνουμε κάτι, ήταν λυτρωτική.