Τι γνωρίζετε για τα υδροηλεκτρικά φράγματα; Ότι εκμεταλλεύονται τη ροή των ποταμών, εγκλωβίζουν τα νερά τους και αντλούν ενέργεια από την ανέαη κάθοδο του νερού προς τα κάτω για να παράγουν ηλεκτρισμό. Κι αυτό προϋποθέτει ένα ποτάμι που ρέει και μια περιοχή που θα είναι πρόθυμη να βυθιστεί, στην κυριολεξία. Να φιλοξενήσει τα νερά που περισσεύουν. Κι ένα οικοσύστημα, το οποίο θα είναι πρόθυμο να αντιμετωπίσει τέτοιες αλλαγές, που μπορεί να το καταστρέψουν.

Ε, ξεχάστε το. Μια έρευνα που κυκλοφόρησε την Τρίτη από το Global Energy Monitor αποκαλύπτει μια νέα ιδέα για τα υδροηλεκτρικά έργα. Η ιδέα παραμένει αναλλοίωτη, το νερό που κατεβαίνει προς τα κάτω. Αλλά στην περίπτωσή μας το νερό απλά… ανακυκλώνεται μέσω μιας τεχνολογίας που ονομάζεται «αντλούμενη αποθήκευση» (pumped storage).

Ανάλογα με τη ζήτηση η ροή

Αυτά τα συστήματα περιλαμβάνουν δύο δεξαμενές: μια στην κορυφή ενός λόφου και μια άλλη στο κάτω μέρος, η οποία τις περισσότερες φορές είναι φυσική (π.χ. μια λίμνη). Όταν η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από κοντινούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας υπερβαίνει τη ζήτηση, το ρεύμα που περισσεύει χρησιμοποιείται για να αντλήσει νερό προς την πάνω δεξαμενή και να τη γεμίσει. Όταν η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξηθεί, το νερό απελευθερώνεται στην κάτω δεξαμενή μέσω μιας τουρμπίνας. Έτσι παράγεται η ηλεκτρική ενέργεια.

Αυτή δεν είναι μια απολύτως καινούργια ιδέα. Περισσότερο αποτελεί ένα πρότζεκτ σε εξέλιξη, σε κράτη όπου η αιολική και η ηλιακή ενέργεια αυξάνονται επίσης. Το 2021, η Κίνα κυκλοφόρησε ένα φιλόδοξο (και βραχυπρόθεσμο, όπως αποδείχτηκε) για την ανάπτυξη αυτής της τεχνολογίας pumped storage. Πολύ σύντομα ξεπέρασε και την Ευρώπη σ’ αυτό τον τομέα. Τέτοια συστήματα ήδη κατασκευάζονται τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Αυστραλία.

Το σύστημα παρακολούθησης υδροηλεκτρικής ενέργειας του Global Energy Monitor αποκάλυψε ότι αυτή η τάση είναι πιο έντονη στην Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει πάνω από το 80 τοις εκατό των προγραμματισμένων έργων παγκοσμίως. Μερικά από τα μεγαλύτερα συστήματα παράγουν αρκετή ενέργεια για να τροφοδοτήσουν δύο εκατομμύρια κατά μέσο όρο αμερικανικά σπίτια για μια ώρα.

Πρωτοπόρος η Κίνα, ξεπέρασε την Ευρώπη

Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα αντιπροσωπεύει περίπου το μισό της παγκόσμιας ανάπτυξης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, η Κίνα θα αναπτύξει περισσότερη αιολική και ηλιακή δυναμικότητα κάθε χρόνο από τώρα έως το 2030 από ό,τι έχει σήμερα συνολικά η Γερμανία.

Βεβαίως αυτή η στρατηγική της Κίνας δεν σημαίνει ότι θα μειωθεί άμεσα η χρήση άνθρακα. Η Κίνα έχει σταματήσει να χρηματοδοτεί έργα άνθρακα στο εξωτερικό, αλλά στο εσωτερικό πέρυσι ενέκρινε την κατασκευή περισσότερων εργοστασίων άνθρακα από ποτέ. Και είναι ήδη μακράν ο μεγαλύτερος χρήστης άνθρακα στον κόσμο. Παράλληλα, όμως, η τεράστια αυτή χώρα ηγείται πλέον στην υφήλιο σε δυναμικότητα αιολικής, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας.

Τα δεδομένα του Global Energy Monitor δείχνουν ένα άλλο είδος υδροηλεκτρικής τεχνολογίας να επικρατεί, ιδιαίτερα σε ορεινά μέρη όπως το Νεπάλ, ένα κράτος που φιλοξενεί στο έδαφός του μερικές από τις ψηλότερες κορυφές του κόσμου. Οι εγκαταστάσεις βρίσκονται μεν στα ποτάμια, αλλά η κυβέρνηση προσπαθεί να εκμεταλλευθεί τη φύση και να μην παρέμβει δημιουργώντας τεχνητές δεξαμενές.

Φιλική προς το περιβάλλον

Χωρίς τη δεξαμενή, βέβαια, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας εξαρτάται από τις εποχιακές ροές νερού, αλλά είναι λιγότερο επιβλαβής για το περιβάλλον και λιγότερο επιρρεπής σε καταστροφικές βλάβες σε τεκτονικά πολύ ενεργές ζώνες, όπως είναι τα Ιμαλάια. Εκατοντάδες τέτοιες εγκαταστάσεις έχουν κατασκευαστεί ή βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλο τον κόσμο, αν και τείνουν να παράγουν μικρότερες ποσότητες ενέργειας.

Η περιβαλλοντική διαταραχή δεν είναι ο μόνος λόγος που τα συμβατικά φράγματα γίνονται λιγότερο διαδεδομένα. Είναι επίσης κακοί στην εξοικονόμηση νερού, επειδή οι δεξαμενές τους παρέχουν μεγάλες επιφάνειες για εξάτμιση. Και όταν εγκαθίστανται σε ποτάμια που διασχίζουν διεθνή σύνορα, μπορεί συχνά να οδηγήσουν σε διαφωνίες για το νερό, όπως συμβαίνει συχνά μεταξύ της γειτονικής Τουρκίας και του Ιράκ για τον ρου του Τίγρη και του Ευφράτη.

** Με πληροφορίες από NY TIMES