Έχω διάφορους φίλους που είναι Τότεναμ. Ο Τσαούσης, ο Σταματέλος, ο Χονδροθύμιος, είναι μερικοί απ’ αυτούς. Άνθρωποι κανονικοί – καμία σχέση δηλαδή με την ομάδα που υποστηρίζουν στην Αγγλία. Άνθρωποι χαρούμενοι, χωρίς «ψυχολογικά προβλήματα», χωρίς τάσεις αυτοκαταστροφής, που κυνηγάνε τα όνειρά τους και δεν λιποθυμάνε μόλις τα κοντοζυγώνουν – το εντελώς αντίθετο δηλαδή από την ομάδα τους. Δεν ξέρω αν έγιναν Τότεναμ λόγω του Οσβάλντο Αρντίλες κάποτε ή του Κρις Γουόντλ, του Γκασκόιν, του Μπερμπάτοφ ή του Μπέιλ και δεν έχει και μεγάλη σημασία – σημασία έχει ότι αυτό που είναι σήμερα η Τότεναμ, δεν θυμίζει σε τίποτα την ομάδα του παρελθόντος. Για την ακρίβεια, δεν θυμίζει σε τίποτα ομάδα.

Η εξάρα από τη Νιουκάστλ, ήταν το απόλυτο ξεγύμνωμα: 5 γκολ σε 21 λεπτά. Τα δυο απ’ αυτά, καρμπόν. Το πρώτο, με το ξεκίνημα του αγώνα. Η άμυνά της υπερβολικά ψηλά σε όλο το πρώτο μέρος. Οι παίκτες της, πάντα δεύτεροι στις μονομαχίες (αν μπορούσαν να πηγαίνουν… τρίτοι, θα πήγαιναν τρίτοι). Κανένα πάθος, καμία διάθεση για οτιδήποτε. Καμία ντροπή στην τελική: όταν τρως το ένα γκολ πίσω από το άλλο, λογικά πρέπει να βγάλεις μια κάποιου είδους αντίδραση, να νευριάσεις, να θυμώσεις, να κάνεις κανένα φάουλ, να ρίξεις δυο μπινελίκια στους συμπαίκτες σου μπας και ξυπνήσουν. Τίποτα. Άκρα του τάφου σιωπή…

Να ρίξει κανείς το ανάθεμα στον Κρίστιαν Στελίνι, που ανέλαβε να σπρώξει την ομάδα ως το τέλος της χρονιάς, όταν απολύθηκε ο Αντόνιο Κόντε; Ας ρίξει κανείς όσο ανάθεμα θέλει, μόνο που αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου: κάτω από την επιφάνεια, κρύβονται τόνοι προβλημάτων. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έχουν «βγει άχρηστοι» όλοι οι προπονητές που κάθισαν στον πάγκο της. Ο Μαουρίσιο Ποστσετίνο, που την έφτασε σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ (άραγε, υπάρχουν ακόμα φίλοι της ομάδας που τον λένε «λούζερ» και «λίγο»;) απολύθηκε μετά τις ήττες από τη Μπάγερν και τη Μπράιτον. Ο Ζοσέ Μουρίνιο «χρεώθηκε» την ήττα με 3-0 από τη Ντινάμο Ζάγκρεμπ, ο Νούνο Εσπίριτο Σάντος πλήρωσε τις πέντε ήττες στο πρωτάθλημα, ο Κόντε που έβγαλε την Τότεναμ τέταρτη πέρυσι και στο Τσάμπιονς Λιγκ, απολύθηκε πρόσφατα μετά τις αποτυχίες σε πρωτάθλημα και FA Cup.

Να είναι άραγε όλοι τόσο κακοί, ανεπαρκείς ή παρωχημένοι; Ε, όχι δα! Διότι ακόμα κι αν πει κανείς ότι ο Εσπίριτο Σάντος ήταν ένα στοίχημα που δεν βγήκε ή ότι ο Ποστσετίνο τρύπησε το ταβάνι του, τι να πεις για τον Μουρίνιο ή τον Κόντε; Ότι δεν κάνουν; Ότι δεν κάνει κανείς; Προφανώς, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι: ο Ντάνιελ Λίβι, είναι το απόλυτο αφεντικό της ομάδας και ο άνθρωπος που έχει την αποκλειστική ευθύνη για όλα τα καλά και όλα τα στραβά της ομάδας. Μόνο που τα τελευταία χρόνια υπάρχουν μόνο στραβά…

Ο Λίβι έχει τη φήμη του σκληρού διαπραγματευτή. Δεν πουλάει κι όταν πουλάει, βγάζει το λάδι των ομάδων που του χτυπάνε την πόρτα. Καλό αυτό για τα ταμεία του συλλόγου αλλά καθόλου καλό για τη βιωσιμότητά του: μια ομάδα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που πρέπει να ανανεώνεται και να εξελίσσεται. Κι ένας προπονητής, ειδικά στην Αγγλία, δεν είναι απλά ένας τύπος που κοουτσάρει αλλά και κάποιος που οφείλει να έχει άποψη για τις μεταγραφές και τις πωλήσεις, που ξέρει ποιοι του κάνουν και ποιοι όχι, ποιοι πρέπει να φύγουν και ποιοι να έρθουν, ώστε η ομάδα να «ψηλώνει» και να μην τελματώνει.

Ο Λίβι δεν καταλαβαίνει από τέτοια: αν πει «δεν το κουνάει ο Χάρι Κέιν», δεν το κουνάει – εκτός αν έρθει αστρονομική πρόταση. Μόνο που ενδεχομένως η πώληση του Χάρι Κέιν, να έφερνε και χρήματα και αέρα αλλαγής στην ομάδα και καινούργιους παίκτες, διψασμένους και με κίνητρο να πετύχουν. Δεν είναι άλλωστε κακό να πουλάς και στην σωστή τιμή. Κακό είναι να μην πουλάς, περιμένοντας ότι ο παίκτης σου θα αξίζει ακόμα περισσότερα του χρόνου και να τον βλέπεις να κατρακυλάει στα ποδοσφαιρικά Τάρταρα, όπως συνέβη με τον Ντέλε Άλι, του οποίου η τύχη και η χρηματιστηριακή αξία αγνοούνται – κι ας κόστιζε, στο μυαλό του Λίβι, καμιά εκατοστή εκατομμύρια πριν λίγα χρόνια.

Η Τότεναμ, στη συνείδηση των περισσότερων ποδοσφαιρόφιλων, είναι η πιο λούζερ ομάδα του σύμπαντος. Αυτή που θα καταφέρει να λιποθυμήσει όταν κρίνονται όλα. Που θα καταρρεύσει με έναν ανεξήγητο τρόπο, που θα λείπουν οι μισοί της παίκτες από έναν κρίσιμο αγώνα λόγω στομαχικών διαταραχών, που θα κλειστούν στο ασανσέρ, που δεν θα παίρνει μπρος τα αμάξι τους, που θα τους δαγκώσει ένα σκυλί στη γάμπα την ώρα που βγαίνουν από το σπίτι.

Με έναν – σχεδόν – μεταφυσικό τρόπο, θα βρει πάντα έναν τρόπο να αποτύχει, ακόμα και τις χρονιές που μοιάζει φταγμένη για μεγάλα πράγματα. Μπορεί να αλλάξει αυτό; Με ένα ευχέλαιο και μερικές γενναίες αποφάσεις, μπορεί. Διότι καλός ο Χάρι Κέιν και ο Σον και ο Πέρισιτς και ο Γιορίς και όποιος άλλος θεωρείται «περιουσιακό στοιχείο» και «παίκτης από το πάνω ράφι», αλλά για να έρθουν και άλλοι παίκτες παρόμοιας δυναμικής, η ομάδα θέλει πλάνο, αποφασιστικότητα, υπομονή και πίστη. Θέλει αλλαγή ρότας, θέλει έναν προπονητή που να μπορεί να εμπνεύσει τους πάντες (παίκτες και οπαδούς), που να μπορεί να προσελκύσει ονόματα και – κυρίως – που να στηριχτεί ουσιαστικά και έμπρακτα από τη διοίκηση και όχι να πάρει πόδι μετά από 2-3 ανεπιτυχή αποτελέσματα.

Για περισσότερες πληροφορίες, ο κύριος Λίβι μπορεί να αποταθεί στην Άρσεναλ και το πόσο στήριξαν τον Αρτέτα μετά από τόσες και τόσες σφαλιάρες, με αποτέλεσμα η ομάδα του φέτος να είναι μπροστά στη βαθμολογία ολόκληρη τη χρονιά.