Όλα τα’ χε η έρημη η υφήλιος, μια πολεμική σύρραξη στη Νότια Αμερική της έλειπε. Δεν μας φτάνουν οι πολεμικές επιχειρήσεις στη Γάζα και την Ουκρανία, αλλά και μικρότερης έντασης σε δεκάδες άλλα μέρη του κόσμου, κι έχουμε να αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής εισβολής, με την οποία απειλεί η Βενεζουέλα τη γειτονική της Γουιάνα. Η Νότια Αμερική, που βρίσκεται εκτός κάδρου διακρατικών πολέμων για δεκαετίες, κινδυνεύει τώρα να πάρει φωτιά.

Τα πράγματα είναι πιο σοβαρά απ’ ότι παρουσιάζονται, τουλάχιστον ως τώρα. Οι εξελίξεις δεν αφορούν έναν περιφερειακό πόλεμο στην άλλη άκρη του κόσμου, ανάμεσα σε δύο χώρες με τις οποίες έχουμε μικρή σχέση και μάλιστα τη Γουιάνα δεν τη γνωρίζουμε και καλά. Το γεωπολιτικό τοπίο είναι τέτοιο που μπορεί αμέσως να δημιουργήσει μια πολύ μεγαλύτερη σύρραξη, αφού το θέμα δεν αφορά κάποια (πολλά) τετραγωνικά χιλιόμετρα ζούγκλας, αλλά τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου και ποιος θα τα εκμεταλλευθεί. Και καθώς οι ΗΠΑ έχουν άμεσα οικονομικά συμφέροντα, αλλά και αντιπαράθεση με το καθεστώς της Βενεζουέλας, αλλά και η Βρετανία ως πρώην αποικιακή δύναμη παρακολουθεί από κοντά, δεν απέχει πολύ το πράμα από το να καταλήξει μια διαμάχη μεταξύ πολύ μεγαλύτερων «παικτών» στο παγκόσμιο στερέωμα. Γι’ αυτό μας αφορά άμεσα.

Σύνορα υπό αμφισβήτηση εδώ και αιώνες

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη διαμάχη, ολίγη ιστορία: Τα σύνορα μεταξύ των δύο κρατών είναι μια πονεμένη διαδικασία και βρίσκονται «υπό αμφισβήτηση» (on dispute κατά τη διπλωματική γλώσσα) από τότε που και οι δύο χώρες ανήκαν σε ευρωπαϊκές αποικιακές δυνάμεις, η Βενεζουέλα στην Ισπανία και η δυτική περιοχή της Γουιάνας κατ’ αρχάς στην Ολλανδία και μετά στη Βρετανία. Έτσι, λοιπόν, έμεινε επί πολλές δεκαετίες άλυτο το ζήτημα της κυριαρχίας επί μιας περιοχής με έκταση 159.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα, μεγαλύτερης δηλαδή από την Ελλάδα ολόκληρη.

Αυτή η περιοχή, βέβαια, είναι από τις τελευταίες παρθένες της υφηλίου. Οργιαστική ζούγκλα, αδιαπέραστη σε πολλά σημεία, και αναξιοποίητη σύμφωνα με τις αντιλήψεις της τότε εποχής. Κανείς δεν ενδιαφερόταν οικονομικά γι’ αυτήν.

Το 1840 η βρετανική κυβέρνηση, που είχε αποκτήσει τον έλεγχο στο σημερινό ανατολικό τμήμα της Γουιάνας και είχε οριοθετήσει τα σύνορα με την γειτονική ολλανδική αποικία της Γουιάνας (το σημερινό Σουρινάμ) ανέθεσε στον Γερμανο εξερευνητή και φυσιοδίφη Ρόμπερ Χέρμαν Σόμπουργκ να «εξερευνήσει» και να «οριοθετήσει» τα ανατολικά σύνορα της αποικίας με τη Βενεζουέλα. Η οποία Βενεζουέλα, βέβαια, βρισκόταν σ’ ένα ιδιότυπο καθεστώς. Από το 1819 είχε αποτινάξει τον ισπανικό ζυγό και ως το 1830 λειτουργούσε ως τμήμα μιας μεγαλύτερης κρατικής οντότητας, της Μεγάλης Κολομβίας (όπου περιλαμβάνοταν και η Κολομβία και το σημερινό Εκουαδόρ), αλλά η ανεξαρτησία της αναγνωρίστηκε από την Ισπανία (και διεθνώς) το 1845. Επρόκειτο, δηλαδή, για μια αδύναμη διπλωματικά και στρατιωτικά χώρα, γι’ αυτό οι Βρετανοί άρπαξαν την ευκαιρία.

Ο Σόμπουργκ όντως εξερεύνησε την περιοχή και χάραξε τα σύνορα αυθαίρετα, χωρίς να συμβουλευτεί κανέναν και χωρίς, φυσικά, να υπολογίσει τη Βενεζουέλα. Το αποτέλεσμα της εξερεύνησης ήταν η χάραξη της λεγόμενης «γραμμής Σόμπουργκ», η οποία λογίζεται μέχρι σήμερα ως τα ανατολικά σύνορα της Γουιάνας με τη Βενεζουέλα. Ο Σόμπουργκ φυσικά πήγε πολύ μακρύτερα απ’ όσο είχε επεκταθεί η βρετανική διοίκηση και προχώρησε τόσο πολύ, ώστε έφτασε μέχρι τον ποταμό Ορινόκο, μέσα στην περιοχή όπου ασκούσε πραγματική διοίκηση η Βενεζουέλα.

Η Γουιάνα Εσεκίμπα και οι διεκδικήσεις

Φυσικά οι Βενεζουελάνοι διαμαρτυρήθηκαν. Κι όταν είδαν ότι δεν τους άκουγε κανείς, αποφάσισαν κι εκείνοι μονομερώς να «διεκδικήσουν» (claim) για λογαριασμό τους όλη την περιοχή δυτικά του ποταμού Εσεκίμπο. Την ονόμασαν, μάλιστα, «Γουιάνα Εσεκίμπα» κι από τότε την παρουσιάζουν στους χάρτες τους ως «αμφισβητούμενη περιοχή». Οι διεκδικήσεις της Βενεζουέλας καλύπτουν σχεδόν το 65% του συνολικού εδάφους της Γουιάνας, όπως τη βλέπουμε σήμερα στο χάρτη.

Από τότε μέχρι σήμερα το ζήτημα παραμένει άλυτο. Το 1850 η Βρετανία και η Βενεζουέλα συμφώνησαν να μην αποικίσουν την περιοχή (territory), αλλά στο κείμενο της συμφωνίας δεν αναφερόταν τίποτα για το πού ξεκινούσε ή πού τελείωνε η περιοχή. Τα πράγματα μπερδεύτηκαν ακόμα περισσότερο το 1876, όταν στη λεκάνη του ποταμού Κουγιούνι διάφοροι αγγλόφωνοι τυχοδιώκτες ανακάλυψαν μεγάλα κοιτάσματα χρυσού. Το 1886 η Βρετανία ανακοίνωσε ότι θεωρεί την γραμμή Σόμπουργκ ως τα «προσωρινά σύνορα» της Γουιάνας, παρά τις αντιρρήσεις της Βενεζουέλας. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού, φυσικά.

Συμφωνίες και πρωτόκολλα στα χαρτιά

Η κυβέρνηση της Βενεζουέλας κάλεσε τότε τις ΗΠΑ, με τις οποίες διατηρούσε φιλικές σχέσεις, να παρέμβουν. Οι Αμερικάνοι το απέφυγαν, απλά προσφέρθηκαν να μεσολαβήσουν για μια συμφωνία. Πράγματι, υπογράφηκε το 1897 η συμφωνία της Ουάσιγκτον, στην οποία οι δύο χώρες αποφάσιζαν να οργανώσουν μια επιτροπή διαιτησίας, που θα έλυνε τη διαφορά τους. Η πενταμελής επιτροπή-δικαστήριο (δύο Αμερικανοί, δύο Βρετανοί και ένας εκπρόσωπος της Ρωσίας) αποφάσισε το 1899 ότι η γραμμή Σόμπουργκ, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, ήταν το πραγματικό σύνορο.

Μόλις μερικές εβδομάδες αργότερα η ίδια η επιτροπή αναίρεσε τον εαυτό της. Διέρρευσε ότι τα μέλη της πιέστηκαν να λάβουν αυτή την απόφαση μετά από παρασκηνιακές «συνεννοήσεις» μεταξύ Βρετανίας-ΗΠΑ και μιας οικονομικής συμφωνίας Βρετανίας-Ρωσίας. Η Βενεζουέλα ανακοίνωσε ότι δεν αναγνωρίζει την απόφαση της επιτροπής και μάλιστα ήταν το πρώτο θέμα που έθεσε στην ολομέλεια του ΟΗΕ αμέσως μόλις έγινε μέλος του νεοσύστατου οργανισμού το 1945.

Η επόμενη μεγάλη προσπάθεια συμβιβασμού έγινε το 1966, χρονιά στην οποία η περιοχή της Γουιάνας που ελεγχόταν από τη Βρετανία απέκτησε την ανεξαρτησία της. Στη Γενεύη της Ελβετίας εκπρόσωποι της Βενεζουέλας, της Γουιάνας και της Βρετανίας υπέγραψαν μια Συμφωνία, με την οποία δέχονταν τη σύσταση μιας νέας επιτροπής. Έκτοτε τίποτα δεν έγινε. Η Βενεζουέλα δέχτηκε την ανεξαρτησία της Γουιάνας με τον αστερίσκο ότι αναγνωρίζει την κυριαρχίας της μόνο στο ανατολικό τμήμα του ποταμού Εσεκίμπο.

Προφανώς η ανεξαρτησία της Γουιάνας άλλαξε τα δεδομένα. Ο ισχυρός των δύο ήταν τώρα η Βενεζουέλα, που έκανε αμέσως στρατιωτικές κινήσεις για την κατάληψη κάποιων εδαφών πάνω στο αμφισβητούμενο σύνορο. Μάλιστα το 1968 υποδαύλισε κι ένα αυτονομιστικό κίνημα στην δυτική πλευρά της Γουιάνας, στο οποίο πρωτοστάτησαν μεγαλοτσιφλικάδες. Αυτοί φοβήθηκαν ότι ο σοσιαλδημοκράτης Φορμπς Μπέρναμ θα έθιγε τα συμφέροντά τους, επειδή είχε υποσχεθεί αναδιανομή της γης στους ιθαγενείς. Όταν εκλέχθηκε πρωθυπουργός οι τσιφλικάδες, με τη βοήθεια της Βενεζουέλας, οργάνωσαν μισθοφορικό στρατό και για ένα διάστημα πήραν τον έλεγχο της περιοχής. Τελικά υπέκυψαν στον στρατό της Γουιάνας και βρήκαν καταφύγιο, πού αλλού, στη Βενεζουέλα.

Η διαμάχη παρέμενε άλυτη, αλλά οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών βελτιώνονταν. Ο πρώην πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες επισκέφθηκε, μάλιστα, τη Τζορτζτάουν, την πρωτεύουσα της Γουιάνας, το 2004 και σε δηλώσεις του χαρακτήρισε το θέμα αυτό «τελειωμένο». Βεβαίως ο ίδιος, δύο χρόνια αργότερα, προχώρησε σε μια άκρως συμβολική κίνηση: Άλλαξε τη σημαία της χώρας του, προσθέτοντας ένα ακόμα αστέρι στο μεσαίο τμήμα (έγιναν οκτώ αντί επτά) για να συμβολίσει την «επαρχία» της Γουιάνας, στην οποία είχε κυριαρχία η Βενεζουέλα όταν ανακήρυξε την ανεξαρτησία της το 1830.

Το πετρέλαιο και η άδεια στην Exxon

Όπως είναι φυσικό, η νέα διαμάχη ξέσπασε για οικονομικούς λόγους. Το 2013 η κυβέρνηση της Γουιάνας μίσθωσε ένα ειδικό πλοίο για να ερευνήσει την περιοχή σχετικά με κοιτάσματα πετρελαίου. Το πλοίο «συνελήφθη» από το ναυτικό της Βενεζουέλας, αλλά οι έρευνες συνεχίστηκαν κι έφεραν «πολύ ενθαρρυντικά» αποτελέσματα. Τόσο ενθαρρυντικά, που η Γουιάνα αποφάσισε να δώσει άδεια στην αμερικανική Exxon να εκμεταλλευθεί την περιοχή σε μια έκταση σχεδόν 25.000 τ.χλμ., δηλαδή σχεδόν όσο είναι μαζί η Ήπειρος και η Θεσσαλία.

Από το 2017 ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες ζήτησε από τις δύο χώρες να αιτηθούν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης την οριστική λύση του ζητήματος. Η Γουιάνα το έκανε, η Βενεζουέλα όχι, και μάλιστα ανακοίνωσε ότι δεν θα δεσμευτεί από οποιαδήποτε απόφαση. Το δικαστήριο έκρινε ότι έχει τη δικαιοδοσία να εκδώσει απόφαση και το ανακοίνωσε τον περασμένο Απρίλιο.

Για να αποφύγει τετελεσμένα, η Βενεζουέλα έκανε τη δική της κίνηση: Οργάνωσε εσωτερικό δημοψήφισμα, το οποίο έγινε πριν τρεις μέρες (Κυριακή 3 Δεκεμβρίου). Και το οποίο, βέβαια, αποφάνθηκε σε συντριπτικό ποσοστό 95% ότι η Βενεζουέλα «έχει το δικαίωμα» να προσαρτήσει την περιοχή, η οποία της ανήκει. Η κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο έκρινε ότι πήρε τη νομιμοποίηση να προβεί σε ενέργειες. Για την ώρα το μόνο που έχει γίνει είναι να δώσει εντολή στην κρατική εταιρεία πετρελαίων PDVSA «να ξεκινήσει έρευνες» στην περιοχή. Προφανώς μαζί με τους ειδικούς των πετρελαίων θα σταλούν και στρατιωτικές δυνάμεις, για λόγους ασφαλείας.

Πώς θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ, που τα’ χουν μαζεμένα στη Βενεζουέλα από την εποχή Τσάβες; Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει ήδη ανακοινώσει από τον περασμένο Σεπτέμβριο ότι θα οργανώσει «κοινές περιπολίες» με το ναυτικό της Γουιάνας στην περιοχή. Υπάρχει και άμεσο συμφέρον, η παρουσία μας αμερικανικής πετρελαϊκής εταιρείας που κάνει τις δικές της έρευνες. Το ναυτικό της Βραζιλίας, επίσης, έχει ενισχύσει τις δυνάμεις του στα σύνορα. Το γεγονός ότι η Βενεζουέλα στηρίζει αναφανδόν τη Ρωσία και την Κίνα σε διεθνή ζητήματα απειλεί να διεθνοποιήσει τη διαμάχη σε χρόνο ρεκόρ.