Ας κάνουμε μια υπόθεση εργασίας. Καθόμαστε όλοι μεταξύ μας το καλοκαίρι του 2022 και συζητάμε για το τι μπορεί να κάνει στην Ευρωλίγκα ο Ολυμπιακός. Ένας Ολυμπιακός που έχει μια σημαντική απώλεια, αυτή του Ντόρσεϊ. Και σηκώνεται ένας θεόμουρλος, ας τον πούμε Γιώργο Μπαρτζώκα, και μας λέει «θα δείτε τον Ολυμπιακό να πετάει τις 30άρες σε μικρούς, μεσαίους και μεγάλους λες και παίζει με παιδάκια της γειτονιάς». Θα γελούσαμε μαζί του, ναι ή όχι;

Πάμε και σε μια νέα υπόθεση. Είμαστε κάπου στον Νοέμβριο, διάστημα στο οποίο ο Ολυμπιακός έχει κάνει κάποιες εντυπωσιακές νίκες, αλλά έχει και κάποιες ήττες που είναι εκνευριστικές.

Υπάρχει προβληματισμός για τον Καναάν και ο κόσμος ζητάει να επιστρέψει ο Ντόρσεϊ που έχει μείνει ελεύθερος από το ΝΒΑ. Κι είμαστε πάλι η ίδια παρέα και βγαίνει ο ίδιος θεοπάλαβος και λέει ότι ο Ολυμπιακός θα ρίχνει τις τριαντάρες χωρίς τον Σλούκα και τον Πίτερς για 4 σερί παιχνιδια, ενώ θα έχει και ένα διάστημα με τον Βεζένκοφ με προβλήματα. Και όλα αυτά θα τα κάνει με οργιώδη Σακίλ ΜακΚίσικ και τον Μιχάλη Λούντζη σε ειδικές αποστολές.

Εδώ όχι απλά θα γελούσαμε, αλλά θα ψάχναμε προπονητές για να τον αντικαταστήσουν. Αυτή είναι όμως η διαφορά του ανθρώπου που ασχολείται 50 χρόνια με το μπάσκετ και περνάει την κάθε του ημέρα βλέποντας και αναλύοντας, με εμάς που απλά καθόμαστε ένα δίωρο μπροστά στην τηλεόραση και παρακολουθούμε. Όσο και να εντρυφήσουμε, προπονητές δε θα γίνουμε. Πολλώ δε προπονητές σαν τον Μπαρτζώκα.

Ο Ολυμπιακός του είναι η κορυφαία επίθεση και κορυφαία άμυνα στην Ευρωλίγκα. Είναι η κορυφαία σε ασίστ. Αυτό οδηγεί, ορθά, στο συμπέρασμα που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης: είναι ο κορυφαίος προπονητής της Ευρώπης αυτή τη χρονιά. Και θα είναι πραγματικά μια τεράστια έκπληξη αν ο Ολυμπιακός, που παρουσιάζει αυτή την σταθερότητα και δεν έχει κάνει ποτέ του κοιλιά δύο χρόνια τώρα (πέρσι τον Ιανουάριο δεν ήταν κοιλιά αυτό που έκανε με τόσα κρούσματα κορωνοϊού), να μην είναι τουλάχιστον στο Final-4 του Κάουνας.

Ο Ολυμπιακός βλέπει την κάθε Άλμπα όπως βλέπει την Ρεάλ και την Εφές

Η χθεσινή εμφάνιση απέναντι στην Άλμπα μπορεί να περάσει αδιάφορα σε κάποιους. Έλα μωρέ, την τελευταία ομάδα της Ευρωλίγκας κερδίσαμε. Ναι, είναι όντως τελευταία η Άλμπα, αλλά και πέρσι τελευταία ήταν και μια χαρά είχε δυσκολέψει τον Ολυμπιακό. Και παίζει φέτος ένα μπάσκετ τόσο αλλοπρόσαλλο που κάλλιστα μπορεί να της κάτσει μια βραδιά που όλα θα μπαίνουν. Απέναντι κιόλας σε μια ομάδα που έχει δύο σημαντικές απουσίες και που την παίρνει να παρατήσει ένα ματς βλέποντας ότι δεν της βγαίνει.

Κι όμως, ο Ολυμπιακός όχι απλά πήγε και κέρδισε, αλλά κέρδισε έχοντας ξεκινήσει το ματς με ένα σκορ 13-30, μια δυναμική που την πέτυχε πέρσι σε 5-6 ματς στο ΣΕΦ και φέτος την έχει κάνει συνήθεια σε κάθε γήπεδο. Τα δύο ματς με τη Φενέρ μιλάνε μόνα τους.

Δεν θυμάμαι μετά την Εφές του 2019-2020, καμία άλλη ομάδα να παίζει έτσι. Καμία ομάδα, ακόμα και με καλύτερο ρεκόρ απ΄αυτό που έχει τώρα ο Ολυμπιακός (17-7), δεν έπαιζε αυτό το μπάσκετ. Ο Ολυμπιακός είναι φόβος και τρόμος στις νίκες του, αλλά και στις ήττες του. Κι αν σκεφτεί κανείς πως δύο ήττες, με Βαλένθια και Βιλερμπάν, ήρθαν από αφέλεια, αφού κέρδιζε και τις δύο με 15-20 πόντους, έχει μια εικόνα μιας ομάδας που φτιάχτηκε με έναν και μόνο στόχο: να κατακτήσει την Ευρωλίγκα με τον πιο εμφατικό τρόπο που θα έχουμε δει.

Η έμφυτη εμπιστοσύνη στο πλάνο

Καμία άλλη Ευρωλίγκα του Ολυμπιακού δεν είχε αυτό το στοιχείο που θα έχει η φετινή, αν κατακτηθεί. Θα γράφαμε «υγεία να έχει η ομάδα και όλα θα γίνουν». Αλλά ο Ολυμπιακός και χωρίς υγεία, πάλι τρομακτικός είναι. Δηλαδή είναι τέτοια η λειτουργία του συνόλου, που αν ο Ολυμπιακός έχει 7 τραυματίες, ο Μπαρτζώκας θα βγει στον δρόμο, θα πάρει 4-5 περαστικούς, θα τους βάλει μέσα και το μπάσκετ που παίζει η ομάδα δεν θα αλλάξει.

Το γράφω καθ΄υπερβολή, αλλά είναι πραγματικότητα. Αυτό το ρόστερ είναι ρόστερ προπονητή Μπαρτζώκα και των συνεργατών του. Δεν πιστεύω ότι, με εξαίρεση τον Βεζένκοφ, όσοι φύγουν από αυτό το περιβάλλον, θα έχουν ποτέ τόσο dominant εμφανίσεις. Κι ο Γουόκαπ κι ο Φαλ κι όλοι τους. Μέσα απ΄αυτόν τον οργανισμό ανεβαίνουν επίπεδα και το θετικό είναι πως το αναγνωρίζουν, το βλέπουν.

Όλα αυτά δεν πετυχαίνουν επειδή θέλει να τα επιβάλλει ένας προπονητής. Πετυχαίνουν μέρα τη μέρα, παιχνίδι το παιχνίδι. Όταν είσαι παίκτης μιας ομάδας και παίζεις το πρώτο ματς και κερδίζεις με τρόπο που βλέπεις ότι είναι στέρεος κι όχι συγκυριακός και έρχονται μετά κι άλλα τέτοια ματς, φυτεύεται τέτοια εμπιστοσύνη μέσα σου για τη διαδικασία, για τον προπονητή, για τους συμπαίκτες σου, που και να θέλεις να αμφισβητήσεις κάτι, δε σου βγαίνει.

Το καλό κλίμα στις ομάδες χαλυβδώνεται μέσα από τα αποτελέσματα. Αλλά και μέσα από τον τρόπο που έρχονται. Άλλο να κερδίζεις σαν τη Μπαρτσελόνα με το στανιό και σφίξιμο, άλλα να πηγαίνεις στην έδρα της Φενέρ και στο 15ο λεπτό να της λες «θα το φάτε εδώ ή να σας το τυλίξω για το σπίτι;».