Με φόντο την επικείμενη στέψη του Καρόλου το Σάββατο και την πολύωρη τελετή που ήδη απασχολεί την δημοσιότητα, η συζήτηση σε διεθνές πλαίσιο αυξάνει αναφορικά με τον θεσμικό ρόλο του ίδιου και εκτός… Βρετανίας. Δεδομένου ότι οι διοικητικές εξουσίες της Βρετανίας εκτείνονται εκτός των συνόρων της, αυτόματα ο Κάρολος παραμένει μονάρχης μιας σειράς κρατών που υπάγονυται στη λεγόμενη Κοινοπολιτεία. Ως ποτέλεσμα έχει να γίνεται όλο και πιο έντονη η ανάγκη τους να συνδυάσουν την διαδοχή στο στέμμα, με μια θεσμική αλλαγή στην διοίκηση στο εσωτερικό τους που θα οδηγούσε στην αυτονομία.

Ο Κάρολος, παραμένει αρχηγός κράτους σε μια σειρά χωρώ όπως ο Καναδάς, η Τζαμάικα, η Αυστραλία, τα νησιά του Σολομώντα, το Τουβαλού στον κεντρικό Ειρηνικό Ωκεανό, η Μπελίζ στην Κεντρική Αμερική, η Νέα Ζηλανδία, η Γρενάδα, οι Μπαχάμες, το νησιωτικό Κράτος Άγιος Χριστόφορος και Νέβις.

Χαρακτηριστική περίπτωση, η αναφορά του BBC, στο σύμπλεγμα νήσων στον Άγιο Χριστόφορο, όπου παρουσιάζεται η ζέση με την οποία αντιμετωπίζεται σε τοπικό επίπεδο ένας αγώνας κρίκετ γυναικών, ώστε να αποδειχθεί η τεράστια επιρροή της αγγλικής κουλτούρας ακόμα και στον τομέα των σπορ. Σε τέτοιες περιπτώσεις βέβαια, το ρεπορτάζ μαρτυρά ότι οι πολίτες δεν μιλούν ανοιχτά για το ζήτημα με ευκολία. Ωστόσο, επίμονη ανάγκη του λαού για πλήρη απεξάρτηση, εδράζεται στην βούληση να επιλύονται τα ζητήματά τους από τους ίδιους τους κατοίκους του κράτους. Σε κάθε επίπεδο.

Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για ένα έθνος δύο νησιών που βρίσκεται ανάμεσα στον Ατλαντικό Ωκεανό και την Καραϊβική Θάλασσα, όπου και μετοίκησαν Άγγλοι από την Καραϊβική πρώτη φορά. Αλλά ακόμα και μετά από σχεδόν 40 χρόνια ανεξαρτησίας, υπάρχει μια συνεχής συζήτηση για την ταυτότητα αυτού του έθνους και για το εάν πρέπει να αποτινάξει τη βασιλεία.

Οι αλλαγές απαιτούν πιο σαφείς ζυμώσεις, έτσι ώστε να επέλθουν πολυεπίπεδα, όπως παρατηρείται από την κριτική που ασκεί το μεγαλύτερο ποσοστό του λαού αναφορικά με τέτοιας φύσης ζητήματα.

Η οδός που θα επιδίωκαν να ακολουθήσουν λοιπόν κράτη με ανάλογες προβληματικές, πλησιάζει την περίπτωση των Μπαρμπάντος, που αν και κάποτε ονομάζονταν «μικρή Αγγλία», έφτασαν σε σημείο να κάνουν το αποφασιστικό βήμα το 2021, χαράζοντας τον δρόμο της αυτονόμησης για εξίσου μικρά σε πληθυσμό έθνη.

Σε συνταγματικό επίπεδο

Προκειμένου να αναλυθούν τέτοιου είδους θεσμικές αλλαγές, κάθε επιμέρους περίπτωση απαιτεί ξεχωριστή προσέγγιση. Στην περίπτωση του συντάγματος του Αγίου Χριστόφορου και Νέβις απαιτείται από τον λαό να το ψηφίσει σε δημοψήφισμα. Από τα υπόλοιπα οκτώ βασίλεια γύρω από την Καραϊβική δε, μόνο η Μπελίζ δεν θα χρειαζόταν δημοψήφισμα. Αντίθετα, η απόφαση θα ληφθεί από την εθνοσυνέλευση της.

Ας μην λησμονάται πάντως, ότι η πολιτική κουλτούρα κάθε τόπου, σύμφωνα με την οποία αποφασίζει βάσει εκλογών την χάραξη πολιτικής, αντιπροσωπευτικά δηλαδή, ενώ σε άλλους λαούς βάσει δημοψηφίσματος, εγείρει μια συζήτηση σχετικά με το κατά πόσο συνηθισμένη είναι η τοπική παράδοση σε τέτοιες αποφάσεις κρίσιμων ζητημάτων. Με άλλα λόγια, από χώρα σε χώρα είναι διαφορετικήξ η κρισμότητα και η αντίληψη των πολιτών σε σχέση με το πόσο συνηθισμένοι είναι να αποφασίζουν με ένα δημοψήφισμα και κατά πόσο αποφασισμένοι είναι σε περίπτωση που κληθούν να αποφασίσουν για κάτι τέτοιο. Ακόμα κι αν η ερώτηση δηλαδή φαίνεται σαφής ή απλή, απαιτείται τόσο λεπτός χειρισμός και λεπ[τομερής προσέγγιση, καθώς το κάθε βασίλειο της Καραϊβικής αντιμετωπίζει το θέμα με τον δικό του τρόπο.

Στην Αγία Λουκία ειδικότερα, τις Μπαχάμες, την Τζαμάικα και το σύμπλεγμα του Αγίου Χριστόφορου, τα δημοψηφίσματα χρειάζονται απλή πλειοψηφία. Αλλά η μετάβαση θα μπορούσε να είναι πιο δύσκολο να επιτευχθεί στην Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, τη Γρενάδα και τον Άγιο Βικέντιο και τις Γρεναδίνες, επειδή απαιτούνται πλειοψηφίες δύο τρίτων. Δεν πρόκειται πάντοτε περι τετελεσμένου πάντως. Το 2009, ο Άγιος Βικέντιος και οι Γρεναδίνες διεξήγαγαν δημοψήφισμα. Το 45% των ψηφοφόρων επέλεξαν να αντικαταστήσουν τη βασίλισσα Ελισάβετ Β’, χωρίς βέβαια να επιτυγχάνεται το ποσοστό των 2/3 που απαιτείται.

Αυστραλία

Στην περίπτωση κρατών μεγαλύτερου μεγέθους, είναι αδιανόητο να περιμένει κανείς ότι η κοινή γνώμη και η λαϊκή βάση ασχολείται σε μεγάλο βαθμό με την επερχόμενη στέψη. Πολλώ δε μάλλον, να πιστεύει ότι έρχεται κάποια σπουδαία αλλαγή σε ό, τι αφορά την Αυστραλία, γεγονός που αποδεικνύεται στην ανάλυση του ανωτέρω άρθρου του BBC όταν η ανταποκτρίτρια καταγράφει την συνάντησή με ανθρώπους που αγνοούσαν την ημερομηνία της στέψης και την τελετή του ίδιου του συμβάντος.

Όλα τα μνημεία βέβια που συσχετίζονται με το πολίτευμα στη χώρα, θα φωτιστούν μοβ το βράδυ του Σαββάτου, αλλά οι εκδηλώσεις για την περίσταση φαίνεται να είναι συγκρατημένες και λίγες σε αριθμό. Ακόμα και η ειδική τηλεοπτική κάλυψη του γεγονότος είναι περιορισμένη – απέχει πολύ από την διαχείριση που είχαν οι βασιλικοί γάμοι και η κηδεία της Βασίλισσας.

Ας ληφθεί υπόψιν μάλιστα, ότι ο Κάρολος δεν είναι τόσο δημοφιλής όσο η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ και η στέψη του έρχεται σε μια εποχή που το δημοκρατικό κίνημα της Αυστραλίας έχει το ισχυρότερο έρεισμα των τελευταίων δεκαετιών. Σχεδόν 25 χρόνια από τότε που η χώρα ψήφισε κατά της διακοπής των σχέσεων με τη μοναρχία σε δημοψήφισμα, υπάρχει αυξανόμενη δυναμική για άλλη μια κίνηση.

Ο Πρωθυπουργός Anthony Albanese έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι η αβασίλευτη δημοκρατία θα έρθει αναπόφευκτη και πέρυσι διόρισε έναν κατώτερο υπουργό για τη δημοκρατία – μια ιστορική κίνηση. Στην κοντινή Νέα Ζηλανδία, σε μία παρόμοια ιστορία – ο πρωθυπουργός Κρις Χίπκινς αυτή την εβδομάδα είπε ότι είναι Ρεπουμπλικανός και πιστεύει ότι το ιδανικό σενάριο είναι η χώρα να εγκαταλείψει τη μοναρχία μια μέρα. Η μοναρχία άλλωστε, έχει έναν καθαρά τελετουργικό ρόλο εδώ στην Αυστραλία και οι άνθρωποι λένε ότι η χώρα έχει από καιρό σφυρηλατήσει τη δική της ταυτότητα έξω από τη σκιά του Ηνωμένου Βασιλείου.

Άλλοι αναφέρουν τη μόνιμη επίδραση του αποικισμού στους Αβορίγινες και τους κατοίκους των νησιών των Στενών Τόρες ως λόγο για να διακόψουν τους δεσμούς. Αλλά οποιαδήποτε Δημοκρατία της Αυστραλίας είναι ακόμη χρόνια μακριά, τουλάχιστον.Η κυβέρνηση διεξάγει πρώτα δημοψήφισμα για την αναγνώριση των αυτόχθονων πληθυσμών στο σύνταγμα. Και οι Αυστραλοί εξακολουθούν να είναι διχασμένοι σχετικά με το πώς να διορίσουν έναν αρχηγό κράτους, καθώς τα διλήηματα αφορύν το αν πρέπει να εκλέγονται από τον λαό ή να διορίζονται από το κοινοβούλιο;

Καναδάς

Αν υπήρχε μια λέξη για να συνοψίσει τα συναισθήματα που έχουν πολλοί Καναδοί για τον Βασιλιά Κάρολο, θα ήταν «αδιάφορη», σημειώνει χαρακτηριστικά το ίδιο άρθρο. Βέβαια, δεν είναι θέμα βασιλείας αλλά και ζήτημα προσωποποίησης, αφού οι Καναδοί, έβλεπαν με μεγαλύτερη συμπάθεια τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β’,σε σχέση με τον βασιλιά Κάρολο. Οι δημοσκοπήσεις λοιπόν, δείχνουν ότι οι Καναδοί ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο να αποστασιοποιήσουν τη χώρα από τη μοναρχία.

Η πιο πρόσφατη, μια δημοσκόπηση του Angus Reid που δημοσιεύθηκε στα τέλη Απριλίου, δείχνει ότι η πλειοψηφία των Καναδών – λίγο περισσότερο από τους μισούς – δεν θέλουν η χώρα να συνεχίσει ως συνταγματική μοναρχία για τις επόμενες γενιές. Και δύο στους πέντε ερωτηθέντες είπαν ότι δεν τους νοιάζει η επερχόμενη στέψη.

Αυτή η έλλειψη ενθουσιασμού αντανακλάται στους μέτριους προγραμματισμένους εορτασμούς του Καναδά. Θα υπάρξει μια τηλεοπτική εκδήλωση διάρκειας μιας ώρας, που θα φιλοξενηθεί στην πρωτεύουσα του έθνους, την Οτάβα και τα ομοσπονδιακά ορόσημα θα φωτιστούν με σμαραγδένιο πράσινο για να σηματοδοτήσουν την περίσταση.

Η άνοδος του βασιλιά στο θρόνο πέρυσι βοήθησε μόνο να κεντρίσει τη συζήτηση για τους δεσμούς της χώρας με τη μοναρχία.

Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα στο Κεμπέκ, όπου ο θεσμός αντιμετωπίζεται πιο αρνητικά από ό,τι σε άλλες περιοχές – ένα συναίσθημα που συνδέεται με την ιστορία της επαρχίας ως γαλλόφωνης περιοχής κάποτε υπό βρετανική αποικιακή κυριαρχία.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, το Κεμπέκ ψήφισε νόμο που καθιστά προαιρετικό τον όρκο πίστης στον μονάρχη για τα μέλη του νομοθετικού σώματος.

Αλλά τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι ο Καναδάς θα ενταχθεί στις τάξεις των Μπαρμπάντος, της Τζαμάικα ή της Αυστραλίας, που είχαν -ή έχουν- μια επίσημη συζήτηση για το μέλλον της μοναρχίας.

Η αλλαγή του τρέχοντος συστήματος θα χρειαζόταν έγκριση τόσο από τη Βουλή των Κοινοτήτων όσο και από τη Γερουσία στο κοινοβούλιο, καθώς και την ομόφωνη συγκατάθεση και των 10 επαρχιών – που θεωρούνται από τους περισσότερους πολιτικούς αναλυτές ως αδύνατο εμπόδιο.