Για μια Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία στη Μέση Ανατολή έκανε λόγο ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τις Βρυξέλλες, όπου μάλιστα λίγο πριν την έναρξη, ενημέρωσε τους δημοσιογράφους ότι το απόγευμα ο Έλληνας πρωθυπουργός θα έχει επικοινωνία και με τον Μαχμούντ Αμπάς, τον πρόεδρος της Εθνικής Παλαιστινιακής Αρχής.

Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε χαρακτηριστικά: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο διεξάγεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία για τις εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Η θέση της Ελλάδας, η οποία αποτυπώθηκε σήμερα, είναι πολύ σαφής και μπορεί να συνοψιστεί σε τέσσερα κεντρικά σημεία. Πρώτον, το Ισραήλ έχει το δικαίωμα στη νόμιμη αυτοάμυνα, πάντα σύμφωνα με το διεθνές και το ανθρωπιστικό δίκαιο.

Δέχτηκε μια πρωτοφανούς αγριότητας τρομοκρατική επίθεση και προφανώς έχει την υποχρέωση να αντιδράσει για να προστατεύσει την ασφάλεια των πολιτών του. Δεύτερον, αποδίδουμε πάρα πολύ μεγάλη σημασία στην ανθρωπιστική κρίση, η οποία σήμερα έχει εκδηλωθεί στη Λωρίδα της Γάζας και την ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Γι’ αυτό και θεωρώ απολύτως επιβεβλημένο να ανοίξουν ανθρωπιστικοί διάδρομοι και εφόσον αυτό είναι απαραίτητο, να υπάρξει και μια ανθρωπιστική παύση, έτσι ώστε να μπορέσουν οι άμαχοι να προστατευθούν, να φτάσουν οι απαραίτητες προμήθειες σε αυτούς, οι οποίοι σήμερα συνθλίβονται μέσα στις μυλόπετρες αυτής της σύγκρουσης και να μπορέσουμε να προστατεύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες ανθρώπινες ζωές.

Δεν θα κουραστώ να το λέω, η Χαμάς είναι μια τρομοκρατική οργάνωση και δεν εκφράζει τα δίκαια αιτήματα του παλαιστινιακού λαού.

Τρίτο σημείο, υποχρέωσή μας είναι να εξασφαλίσουμε να μην επεκταθεί αυτή η σύγκρουση, έτσι ώστε να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και να επηρεάσει τη Μέση Ανατολή. Τέταρτο σημείο: η Ελλάδα παραμένει σταθερά προσηλωμένη σε μία λύση δύο κρατών για να αντιμετωπιστεί το παλαιστινιακό πρόβλημα.

Μόνο τελικά μια πολιτική λύση θα μπορέσει να δημιουργήσει συνθήκες μακροπρόθεσμης ειρήνης στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και θα έχω μάλιστα σήμερα το απόγευμα την ευκαιρία να μιλήσω τηλεφωνικά με τον πρόεδρο Αμπάς και να του μεταφέρω τις πάγιες θέσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής».

Ο κ. Μητσοτάκης πρόσθεσε ότι «Εκτός από τα ζητήματα στη Μέση Ανατολή, θα μας απασχολήσει στην αρχή της συνεδρίασης μας και η αναθεώρηση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου.

Η Ελλάδα προσέρχεται σε αυτή τη συζήτηση με αποκρυσταλλωμένη τις θέσεις της, οι οποίες συντονίζονται απόλυτα με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είμαστε απολύτως θετικοί στο να εκταμιευθούν 50 δισεκατομμύρια για τη στήριξη της Ουκρανίας, αλλά ταυτόχρονα ζητούμε μετ’ επιτάσεως να αυξηθούν οι πόροι για τη μετανάστευση.

Η Ελλάδα είναι χώρα πρώτης υποδοχής και χρειάζεται περισσότερη ευρωπαϊκή στήριξη για να αντιμετωπίσει το τεράστιο πρόβλημα, αλλά ταυτόχρονα να αυξηθούν και οι πόροι για το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Ελλάδα δοκιμάστηκε από φυσικές καταστροφές φέτος το καλοκαίρι και είναι απολύτως σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει διαθέσει επαρκείς πόρους για να μπορέσει να στηρίξει τις χώρες οι οποίες πλήττονται από την κλιματική κρίση και γι’ αυτό θα χρειαστεί μία ενίσχυση του προϋπολογισμού για να χρηματοδοτηθεί αυτό το Ταμείο.

Τέλος, θέλω να κάνω μία ξεχωριστή μνεία στη συνεδρίαση των Ευρωπαίων κεντρικών τραπεζιτών, η οποία έλαβε χώρα στην Ελλάδα.

Χθες είχα την ευκαιρία να μιλήσω στους Ευρωπαίους κεντρικούς τραπεζίτες και να παρουσιάσω την πολύ σημαντική πρόοδο την οποία έχει επιτελέσει η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια, να μιλήσω για την επενδυτική βαθμίδα την οποία κατακτήσαμε και για το γεγονός ότι από όλους αναγνωρίζεται αυτή η τεράστια προσπάθεια της χώρας να ξεφύγει από τα δύσκολα χρόνια και να γίνει πια ένας πρωταθλητής στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη.

Προσπάθεια αυτή δεν είναι προσπάθεια μίας κυβέρνησης μόνο. Είναι μία προσπάθεια συνολική του ελληνικού λαού.

Χαιρετίζεται έτσι, χαιρετίστηκε και από την κυρία Λαγκάρντ και αυτό μας δίνει δύναμη να μπορέσουμε να συνεχίσουμε με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ώστε να συγκλίνουμε ακόμα πιο γρήγορα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, να βελτιώσουμε το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων πολιτών, έτσι ώστε να μπορούμε όλοι, όλες και όλοι οι Έλληνες να ατενίζουν το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία».