Κατ΄αρχάς να κάνουμε μια παραδοχή. Είμαι Ολυμπιακός κι αυτό είναι γνωστό. Το δεύτερο μέρος που είδα στην Αθήνα όταν κατέβηκα από τον Βόλο, μετά την Ομόνοια, ήταν το Καραϊσκάκη. Όμως, μεγάλωσα πια για να φανατίζομαι ή να θέλω να κερδίσω με μούφα-πέναλτι στο 90′, όπως έκανα μικρός. Μια χαρά μπορώ να βλέπω τις καλές ομάδες, ακόμα κι αν είναι αντίπαλοι μου. Και να ξέρω προφανώς πότε η ομάδα μου, είτε στο μπάσκετ είτε στο ποδόσφαιρο, χάνει λάδια.

Ένα δεύτερο που πρέπει να πω είναι ότι δε βλέπω συχνά ελληνικό πρωτάθλημα. Κάποτε έβλεπα συνέχεια μπάλα, είτε διά ζώσης είτε τηλεοπτικά. Μετά τις πολλαπλές κρίσεις που γνώρισε το ελληνικό ποδόσφαιρο και κυρίως την οικονομική και μετά από 2 δόσεις μες στην εβδομάδα από Ισπανία ή Αγγλία, μου φεύγει κάθε όρεξη να παρακολουθώ αγώνες που το μόνο κοινό που έχουν με το ποδόσφαιρο αυτών των χωρών, είναι το 11 εναντίον 11 και κλωτσάνε μια μπάλα.

Βλέπω τα ντέρμπι και βλέπω και τον Ολυμπιακό. Όμως εκεί που αλλάζω μάτια και αποκτά ενδιαφέρον, είναι όταν υπάρχουν ευρωπαϊκά ματς. Κοιτάζω το Τσάμπιονς Λιγκ διαρκώς και ιδιαίτερα όταν παίζει η Μπαρτσελόνα, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τελευταία και η Σίτι, λόγω του μπαρτσελονικού Γκουαρδιόλα. Όπως καταλάβατε, με αυτές τις ομάδες πήγα κουβά φέτος κι είχα 3/3 στην αποτυχία. Βλέπω πάντα τον Ολυμπιακό και συνήθως χαίρομαι με τη μπάλα που παίζει. Και εντός και εκτός Ελλάδας. Κι έχει κάνει και μεγάλες νίκες. Δεν περιμένω η ομάδα μου να πάρει το Τσάμπιονς Λιγκ. Περιμένω να βλέπω μια καλοστημένη ομάδα έτοιμη για όλα και κυρίως να παίζει ακομπλεξάριστο ποδόσφαιρο. Κι αυτό το βλέπω.

Αφορμή για το κείμενο και αυτόν τον πρόλογο, είναι ο χθεσινός αγώνας με τη Νέφτσι Μπακού, από το Αζερμπαϊτζάν. Ούτε που την είχα ξανακούσει. Όπως δεν είχα ξανακούσει ότι μία ομάδα που παίζει, έχει τραυματισμένους ή άρρωστους 11 παίκτες και από την πρώτη πιθανή εντεκάδα, έλειπαν οι 9. Υπό νορμάλ συνθήκες, στη χθεσινή σύνθεση οι μόνοι που θα έπαιζαν βασικοί θα ήταν ο Σεμέδο και ο Μασούρας. Ούτε καν ο Βαλμπουενά που λόγω ηλικίας δεν είναι για βασικός. Κι ο Κουντέ για αλλαγή θα ήταν δεδομένου ότι η φυσική του κατάσταση του επιτρέπει να είναι καλός για 60 λεπτά.

Κι όμως ο Ολυμπιακός κέρδισε εύκολα, έχοντας και δεινόσαυρο σε θέση αριστερού μπακ-εξτρέμ, τον Σισέ εννοώ. Ήταν βέβαια άλλη μία, έστω και χωρίς πολλές δάφνες, μαγική βραδιά του Μάρτινς. Βέβαια, ότι ο Ολυμπιακός παίζει από τον δεύτερο γύρο των προκριματικών και πρέπει να περάσει 3 ομάδες, είναι κατ΄αρχήν άδικο και κρίμα για την ίδια την ομάδα. Πληρώνει μόνος του την ανυπαρξία νικών στην Ευρώπη από τις υπόλοιπες ελληνικές ομάδες. Υπάρχουν αποκλεισμοί του ΠΑΟΚ κυρίως και του Άρη, αλλά και ματς της ΑΕΚ, που έχουν χάσει από ομάδες σαν τη Νέφτσι και χειρότερες.

Ο Ολυμπιακός την τελευταία τριετία έχει περάσει 10 προκριματικούς κι έχει φάει 4 γκολ σε αυτούς τους γύρους.

Το πιο μεγάλο credit δίνεται βέβαια στον Πέδρο Μάρτινς, που έχει αποδειχτεί ένας εκπληκτικός προπονητής (όλοι προβλέπουν ότι μετά τον Ολυμπιακό θα φύγει για πολύ μεγάλο πρωτάθλημα) κι είναι γεγονός πως η ομάδα παίζει αυτή τη μπάλα εξαιτίας του. Όμως, εγώ λέω ότι ο Μάρτινς δεν είναι κατά τύχη στον Ολυμπιακό, όπως δεν είναι κατά τύχη κι όλοι οι παίκτες που έχει. Ο Μαρινάκης με το καλημέρα έφερε ξανά τον Βαλβέρδε, το προσπάθησε με άλλους, Ισπανούς και Πορτογάλους, και τελικά “έδεσε” με τον Μάρτινς παρότι έγινε το “αμάρτημα” να χάσει την πρώτη του χρονιά ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα. Τον είδε τι μπάλα έπαιξε, τι ομάδα έφτιαξε και τον κράτησε.

Και το λέω γιατί στη χώρα μας το να χάσει ο Ολυμπιακός πρωτάθλημα, θεωρείται υπέρτατη ύβρις και το πρώτο θύμα είναι συνήθως ο προπονητής. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό…

Είναι ότι ο Μαρινάκης, από την αρχή, προσπάθησε και έφτιαξε το καλύτερο τμήμα σκάουτινγκ όλων των εποχών στην Ελλάδα. Ο Καρεμπέ, ο Πιέρ Ισά προηγουμένως και ο Μοντέστο δείχνουν να ανακαλύπτουν διαμάντια στην έρημο. Κι όχι μόνο. Έχουν μάτι να βλέπουν ποδοσφαιριστές που βρίσκονται σε κάμψη στην καριέρα τους, σε ξένες ομάδες και να διαπιστώνουν ότι αυτοί εδώ θα κάνουν comeback. Είτε ο Ιμπαγάσα, είτε ο Εμβιλά, είτε ο Βαλμπουενά, είτε ο Ελ Αραμπί.

Το ίδιο πετυχημένο μπορεί να θεωρηθεί και το παιδομάζωμα που έχουν κάνει απ΄όλη την Ευρώπη και την Αφρική. Αλλά και παίχτες, όπως ο Ποντένσε με μεγάλο ποτένσιαλ, που υπό άλλες συνθήκες δε θα ερχόντουσαν στην Ελλάδα, έρχονται και γιατί θα παίξουν Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά και γιατί γνωρίζουν ότι ο Ολυμπιακός δε θα τους εμποδίσει τον δρόμο για μεγαλύτερες ομάδες και λεφτά. Ο Ποντένσε πρέπει να ανάβει ένα κεράκι και στον Μαρινάκη και στον Μάρτινς.

Διαβάζω κάτι άσχετους σχολιαστές σε κάτι ιστοσελίδες να γκαντεμιάζουν που πουλήθηκε ο Μήτρογλου, ο Ρέτσος, ο Ποντένσε, ο Τσιμίκας, ο Μανωλάς, ο Χολέμπας, ο Σα, ο Γκιγιέρμε και πόσοι άλλοι, ων ουκ έστιν αριθμός. Εκείνα που ξεχνάνε είναι τα εξής: πρώτον, όλοι αντικαταστάθηκαν με τον καλύτερο τρόπο και πολύ πιο φθηνά και δεύτερον, έφεραν λεφτά που έκαναν τον Ολυμπιακό έναν υγιή οργανισμό που μπορεί να χτυπάει και παίκτες άλλου βεληνεκούς, όπως ο Εμβιλά κι ο Ονιεκούρου.

Βέβαια του δίνει τη δυνατότητα να έχει και χασούρες δοκιμάζοντας παίκτες που ίσως βγουν ίσως αποδειχτούν παλτά. Πολλοί δε βγήκαν. Και το καλό είναι ότι, μάλλον, σε καμία περίπτωση το μάτι του Μάρτινς δεν έκανε λάθος. Ένας Μάρτινς ο οποίος έχει και προτεραιότητα να βγάζει Έλληνες παίκτες από τις ακαδημίες.

Το όνειρο κάθε προέδρου ήταν πάντα να μοιάσει στον πρόεδρο της Πόρτο, Ζόρζε Πίντο. Και να πουλάει και να κρατάει την ομάδα του ψηλά. Θυμάμαι τον Κόκκαλη να μου το λέει. Αγοράζει με 5 εκατομμύρια από τη Λατινική Αμερική και πουλάει με 40-50. Αυτή τη στιγμή ο Ολυμπιακός έχει καταφέρει να γίνει μια ομάδα που μπορεί να πουλάει πιο ακριβά από τον καθένα τους παίκτες του (βλ. Ρέτσο με 20 εκατομμύρια)!

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι κάποιοι παίκτες θέλουν να πάνε σε μεγαλύτερα πρωταθλήματα, όχι μόνο για δόξα, αλλά και για λεφτά. Λεφτά που δε θα βρουν ούτε στην Πορτογαλία, ούτε στην Ελλάδα, παρότι κάποιοι μισθοί του Ολυμπιακού φτάνουν τα 2 εκατομμύρια. Τα λεφτά π.χ. που παίρνει ο Τσιμίκας στη Λίβερπουλ για να είναι μόνιμη αλλαγή, δεν θα τα έπαιρνε ποτέ ούτε βασικός παίκτης στη χώρα μας.

Με το ζόρι δεν κρατάς κανένα. Ο Καμαρά για παράδειγμα μπορεί να αναδείχθηκε στον Ολυμπιακό, να γουστάρει την Ελλάδα, αλλά άμα τον ζητήσουν από τη Νάπολι, την Άρσεναλ ή τη Γουλβς που μοιράζουν λεφτά σαν πετσετάκια και παίζουν σε μεγάλα πρωταθλήματα, προφανώς και θα θέλει να φύγει.

Έχοντας προπονητή υψηλού βεληνεκούς και τμήμα σκάουτινγκ, πιστεύω από τα καλύτερα της Ευρώπης (μιας και δεν ψωνίζουν με δεκάδες εκατομμύρια), όλα πάνε ρολόι. Άλλωστε, δε θες κανένα σκάουτινγκ για να πάρεις τον Ντεπάι, τον Σάντσο και τον Χάαλαντ…

Ο Ολυμπιακός είναι πολύ μακριά στην οργάνωση σε σχέση με το υπόλοιπο ελληνικό ποδόσφαιρο. Αυτό αφορά και στις εγκαταστάσεις στου Ρέντη, που είναι ισπανικών προδιαγραφών (και σε προπονητήρια και σε γυμναστήρια) και στην πολύ καλή ιατρική ομάδα με επικεφαλής τον Χρήστο Θέο, αλλά και στις άψογες, ευρωπαϊκές δημόσιες σχέσεις.

Ο Ολυμπιακός είναι συνομιλητής των μεγάλων ευρωπαϊκών κλαμπ. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν ήταν να γίνει η European Super League (που έσκασε σαν μπαλόνι με νερό) οι πρωτεργάτες της είχαν βάλει στις προτάσεις τους και τον Ολυμπιακό.

Ο Ολυμπιακός δίνει πια ως ομάδα, μια σιγουριά ότι με όποιον και να παίξει, θα παίξει συνήθως καλά. Είτε με την Τότεναμ, είτε με τη Μπάγερν, είτε με τη Σίτι, είτε με τη Μίλαν. Κι ότι αν δε σπάσει ο διάολος το πόδι του, με άνεση θα περνάει κάθε χρόνο όχι από 3, αλλά από 13 προκριματικά. Όποιος περιμένει να γίνει Ρεάλ, Μπαρτσελόνα ή Σίτι, θα μου έκανε μεγάλη χάρη να δανεστεί κάνα 2 δισεκατομμύρια ευρώ από τον σεΐχη του Κατάρ, για χάσιμο, ή να αυξήσει τον πληθυσμό κατά 50 εκατομμύρια.

Εδώ οι Τούρκοι που τα έχουν τα 50 εκατομμύρια και μάλλον τα πάνε χειρότερα από τον Ολυμπιακό.

Σε μια εποχή ισχνών αγελάδων για την οικονομία της χώρας, ο Ολυμπιακός πια, είναι για το ελληνικό ποδόσφαιρο μια πολυτέλεια σε όλα του. Δυναμικό, οργάνωση και φήμη. Κι αν νομίζει κανένας ότι εγώ θα χαιρόμουν που ο Παναθηναϊκός εδώ και καιρό είναι στη δεύτερη ταχύτητα, μεταξύ 5ης και 6ης θέσης, είναι πολύ χαζός.