Ο Ντόναλντ Τραμπ για άλλη μία φορά έσπασε ένα ρεκόρ. Έγινε ο πρώτος πρόεδρος στις ΗΠΑ που αντιμετωπίζει ποινικές κατηγορίες. Έχουν περάσει σχεδόν πέντε χρόνια από τότε που ο ίδιος πήρε την προεδρεία των ΗΠΑ και μόλις δύο χρόνια από την εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, κάτι το οποίο θεωρείται ένα από τα μεγάλα πλήγματα στην πολιτική του καριέρα.

Σύμφωνα με το CNN, ο πρώην πρόεδρος αναμένεται να παραδοθεί οικειοθελώς την ερχόμενη Τρίτη στη δικαιοσύνη προκειμένου να του απαγγελθούν κατηγορίες μετά την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του και μάλιστα δεν θα του περαστούν χειροπέδες, λόγω της θητείας του στην Προεδρία.

Όπως μεταδίδει το CNN, χωρίς να δώσει περαιτέρω πληροφορίες, ο Τραμπ αντιμετωπίζει περισσότερες από 30 κατηγορίες που σχετίζονται με επιχειρηματική απάτη με βάση το κατηγορητήριο από σώμα ενόρκων του Μανχάταν, το οποίο εξέτασε την υπόθεση της πληρωμής για εξαγορά σιωπής από την πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς.

Πάντως, ο ίδιος, είχε ήδη ξεκαθαρίσει προ ημερών πως θα συνέχιζε την εκστρατεία του για να εξασφαλίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ώστε να είναι ο υποψήφιος του κόμματος στις εκλογές, ακόμη κι αν… του ασκείτο ποινική δίωξη.

Κύμα αντιδράσεων

Η απόφαση να ασκηθεί ποινική δίωξη στον Τραμπ «ζημιώνει ανεπανόρθωτα» τις ΗΠΑ, κατήγγειλε ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κέβιν Μακάρθι. «Ο αμερικανικός λαός δεν πρόκειται να ανεχθεί αυτή την αδικία», τόνισε, διαμηνύοντας πως η Βουλή θα φροντίσει να «λογοδοτήσει» ο δημοκρατικός εισαγγελέας Άλβιν Μπραγκ για αυτή την «κατάχρηση εξουσίας άνευ προηγουμένου».

Η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του Τραμπ «αντίκειται προς τις αξίες της Αμερικής», υποστήριξε ο εσωκομματικός αντίπαλός του, Ρον ΝτεΣάντις, επικρίνοντας την εργαλειοποίηση «του κράτους δικαίου». Ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης της Φλόριντας, ο οποίος φλερτάρει ανοιχτά με το ενδεχόμενο να θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του 2024, τόνισε μέσω Twitter πως δεν θα ενέκρινε «αίτημα έκδοσης» του πρώην προέδρου, που κατοικεί στην πολιτεία του.

Την ίδια ώρα ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, εμφανώς οργισμένος, κατήγγειλε για νιοστή φορά πως υφίσταται «πολιτικό διωγμό», «κυνήγι μαγισσών» και πως η δίωξη σε βάρος του δεν αποτελεί παρά «ανάμειξη στις εκλογές» του 2024.

Αυτή η ιστορία θα αποβεί «σε βάρος του Τζο Μπάιντεν», του διαδόχου και πιθανού αντιπάλου του στις προσεχείς προεδρικές εκλογές, προέβλεψε. Ο κ. Τραμπ κατηγορεί τον δημοκρατικό νυν πρόεδρο πως του «έκλεψε» τη νίκη στις εκλογές του 2020 εδώ και πάνω από δύο χρόνια, χωρίς ωστόσο να έχει παρουσιάσει ποτέ κάποιο τεκμήριο γι’ αυτό. Κατηγόρησε επίσης τους Δημοκρατικούς ότι χρησιμοποίησαν ως όπλο τη δικαιοσύνη για να ματαιώσουν την υποψηφιότητά του για το 2024.

Έγγραφα Mar-a-Lago: Ο Τραμπ χειρίστηκε λάθος απόρρητο υλικό;

Ο Ντόναλντ Τραμπ παραδέχτηκε στη δικαστική του κατάθεση σχετικά με την κατάσχεση υλικού από το θέρετρό του στη Φλόριντα ότι διατήρησε παράνομα επίσημα κυβερνητικά έγγραφα, καθώς ο πρώην πρόεδρος υποστήριξε ότι ορισμένα από τα έγγραφα που συνέλεξε το FBI θα μπορούσαν να υπόκεινται στο απόρρητο.

Η αίτηση που υποβλήθηκε τη περασμένη Δευτέρα από τους δικηγόρους του πρώην προέδρου υποστήριξε ότι το δικαστήριο θα πρέπει να διορίσει έναν ειδικό αξιωματούχο για να διαχωρίσει και να καθορίσει ποια έγγραφα μπορεί να εξετάσει το υπουργείο Δικαιοσύνης ως αποδεικτικά στοιχεία.

Όμως το επιχείρημα του Τραμπ ότι ορισμένα από τα έγγραφα υπόκεινται στο δικαίωμα που είχε ως πρόεδρος των ΗΠΑ δείχνει ότι τα έγγραφα αυτά είναι επίσημα αρχεία τα οποία δεν είναι εξουσιοδοτημένος να έχει και θα έπρεπε να τα έχει παραδώσει στα Εθνικά Αρχεία στο τέλος της διακυβέρνησής του.

Συνεπώς φαίνεται πως όντως ο Τραμπ παραβίασε ένα από τα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στο ένταλμα που χρησιμοποίησε το FBI για να ερευνήσει το θέρετρο Mar-a-Lago του πρώην προέδρου σχετικά με την παράνομη αφαίρεση κυβερνητικών αρχείων.

Οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη διατήρηση ή καταστροφή εγγράφων του Λευκού Οίκου θα μπορούσε να παραβιάζει έναν ποινικό νόμο που απαγορεύει την αφαίρεση ή την καταστροφή επίσημων κρατικών αρχείων, είπαν νομικοί εμπειρογνώμονες στο CNN.

Εκλογές 2020 και 6 Ιανουαρίου

Στην αρμοδιότητα του ειδικού εισαγγελέα Τζακ Σμιθ περιλαμβάνεται επίσης η περίοδος μετά την ήττα του Τραμπ στις εκλογές του 2020 από τον Τζο Μπάιντεν, κάτι που οδήγησε στην εξέγερση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ.

Στο πλαίσιο της έρευνάς του, το γραφείο του ειδικού εισαγγελέα αναζήτησε μαρτυρίες από έναν αριθμό σημαντικών εμπιστευτικών πληροφοριών του Λευκού Οίκου, όπως από τον πρώην αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, την κόρη του Τραμπ, Ιβάνκα και τον γαμπρό του Τζάρεντ Κούσνερ.

Οι πτυχές της έρευνας του Υπουργείου Δικαιοσύνης περιλαμβάνουν τη χρήση των λεγόμενων ψεύτικων εκλογέων από πολιτείες που ο Τραμπ ισχυρίστηκε ψευδώς ότι είχε κερδίσει, όπως η Τζόρτζια και η Αριζόνα.

Ο Τραμπ αγωνίζεται για να εμποδίσει πρώην συμβούλούς του να καταθέσουν για ορισμένες συνομιλίες, προκειμένου να διατηρήσουν εμπιστευτικές τις πληροφορίες ή να καθυστερήσουν τις έρευνες.

Τραμπ

Ούτε η Ιβάνκα Τραμπ δεν πίστεψε τους ισχυρισμούς του πατέρα της

Σημειώνεται, πως η κόρη του και σύμβουλός του, τον Ιούνιο του 2022, κατέθεσε στην ειδική εξεταστική επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων που ερευνά την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2020 στο Καπιτώλιο ότι δεν πίστεψε τους ισχυρισμούς του πατέρα της ότι η ήττα του στις προεδρικές εκλογές οφειλόταν σε νοθεία.

Η Ιβάνκα Τραμπ, μία από τις πιο πιστές συνεργάτιδες του Ντόναλντ Τραμπ στη διάρκεια της προεδρίας του, κατέθεσε μέσω βίντεο στην επιτροπή.

«Σέβομαι τον υπουργό Δικαιοσύνης (Ουίλιαμ) Μπαρ, οπότε δέχθηκα όσα είπε», επεσήμανε. Σύμφωνα με την ίδια, ο Μπαρ δήλωσε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν εντόπισε σοβαρή νοθεία στις προεδρικές εκλογές του 2020 η οποία να στηρίζει τους ισχυρισμούς του Τραμπ ότι του «έκλεψαν» τις εκλογές.

Τραμπ

Εκλογές 2020: Όταν ο Τραμπ προσπάθησε να ανατρέψει τα αποτελέσματα στη Τζόρτζια

Η εισαγγελέας της κομητείας Fulton της Τζόρτζια, Φάνι Γουίλις, επέβλεψε μια ειδική δικαστική επιτροπή που διερευνούσε τι μπορεί να έκαναν ο Τραμπ ή οι σύμμαχοί του στις προσπάθειές τους να ανατρέψουν τη νίκη του Μπάιντεν στη Τζόρτζια.

Ο Γουίλις, ένας Δημοκρατικός, σκέφτεται να ασκήσει κατηγορίες για συνωμοσία και εκβιασμό, ανέφερε ο Ντον Λέμον του CNN την περασμένη Δευτέρα.

Η έρευνα ξεκίνησε το 2021 μετά την κλήση του Τραμπ τον Ιανουάριο με τον υπουργό Εξωτερικών της Τζόρτζια Μπραντ Ράφενσπεργκερ, στην οποία ώθησε τον Ρεπουμπλικανό να «βρει» ψήφους για να ανατρέψει τα εκλογικά αποτελέσματα.

Υπόθεση Τζιν Κάρολ

Η συγγραφέας Ε. Τζιν Κάρολ κατηγορεί, εδώ και μία τετραετία, τον πρόεδρο των Ρεπουμπλικάνων ότι την βίασε σε εμπορικό κατάστημα, που βρίσκεται στο Μανχάταν, κατά την δεκαετία του 1990. Έχει μάλιστα αποσαφηνίσει ότι ουδέποτε υπήρξε φίλη ή, πολύ περισσότερο, ερωμένη του πρώην προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών και ότι η πρώτη συνάντησή τους έγινε μέσα στο κατάστημα του Μανχάταν.

Ο Τραμπ αρνείται όλους τους ισχυρισμούς που προέβαλε εναντίον του η Κάρολ, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι «δεν είναι ο τύπος του» και κατηγόρησε την ίδια ότι θέλει να ανεβάσει τις πωλήσεις του βιβλίου της.

Η δίκη που είχε προγραμματιστεί προηγουμένως να ξεκινήσει στις 10 Απριλίου, για την υπόθεση που κατατέθηκε το 2019, θα μπορούσε να αποδειχθεί περιττή, εάν το ομοσπονδιακό εφετείο που εξετάζει επί του παρόντος την υπόθεση αποφασίσει ότι η αγωγή έχει παραγραφεί από το νόμο.