Για πολλούς είναι μια από τις κορυφαίες σεφ στη διεθνή γαστρονομία. Έχει βάλει τη σφραγίδα της σε 7 εστιατόρια, έχει πορεία 25 ετών. Όλοι ξέρουμε όμως τι συμβαίνει στις μεγάλες κουζίνες, πόση είναι η πίεση, η ένταση. Το ερώτημα είναι κατά πόσο ξεπερνάει κάποιος αυτή την αποδεκτή κόκκινη γραμμή. Τι μέρος του λόγου είναι η Μπάρμπαρα Λιντς;

Το παραμύθι γίνεται εφιάλτης, τα στόματα ανοίγουν

Η Λιντς, μια από τις κορυφαίες σεφ στη Βοστόνη με κορυφαία πορεία εδώ και 25 χρόνια και 7 εστιατόρια υπό το όνομά της, κατηγορείται για εργασιακό bullying. Από ανθρώπους που εργάστηκαν δίπλα της, στο παρελθόν, στην κουζίνα της.

Και δεν είναι ένας και δύο. Δεκάδες άτομα, πρώην συνεργάτες της, καταγγέλλουν «τέρατα». Λέγοντας πως η φήμη και τα κονέ την προστάτεψαν όλα αυτά τα χρόνια από τις συνέπειες της κακοποιητικής της συμπεριφοράς, σε μεγάλο βαθμό απότοκο του εθισμού της στο αλκοόλ. Αλλά και προσθέτοντας ότι αυτό δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να μένει ατιμώρητο, να δηλητηριάζει τη ζωή κι άλλων ανθρώπων.

Πώς ένα παραμύθι μπορεί να γίνει εφιάλτης, με άλλα λόγια. Καθότι αν είναι αλήθεια όσα καταγγέλλονται, πρόκειται για μέγα σοκ. Η Λιντς ήταν το απόλυτο success story. Μια γυναίκα που μεγάλωσε μέσα στη φτώχια και στη βία στη νότια Βοστόνη, μια γυναίκα που καταπολέμησε το σεξισμό που παραδοσιακά βασίλευε στις κουζίνες, κατάφερε με τη δουλειά της να γίνει σημείο αναφοράς στο χώρο της.

Οι δύο σεφ που πέθαναν από ναρκωτικά και το μοιραίο μίτινγκ

Να χρειάστηκε να σκληρύνει στο μέγιστο βαθμό για να αντέξει σε ένα συχνά απάνθρωπο περιβάλλον; Δεν είναι δικαιολογία, δεν αρκεί. Πολλοί από όσους δουλεύαν πλάι της, σίγουρα δεν άντεχαν άλλο. Οι παραιτήσεις ήταν ομαδικές τον περασμένο μήνα από την κουζίνα του Menton, το «καμάρι» των ρεστοράν της.

Δύο συνεργάτες της, ο head chef των εστιατορίων της και ένας μαθητευόμενος του, πέθαναν τους τελευταίους μήνες από υπερβολική δόσης φαιντανύλης. Είναι μια συνθετική ουσία, 50 φορές πιο ισχυρή από την ηρωίνη, ένα πολύ επικίνδυνο ναρκωτικό που έστειλε στον άλλο κόσμο και τους Prince, Μάικλ Τζάκσον.

Αυτή οργάνωσε μίτινγκ ζητώντας να μάθει από τους εργαζόμενους τι έγινε, αλλά αντί να δείξει ενσυναίσθηση, άρχισε να ουρλιάζει, να βρίζει και να απειλεί όταν άκουσε απαντήσεις που δεν της άρεσαν και είχαν να κάνουν με τις κατά τους εργαζόμενους εντελώς αντίξοοες συνθήκες εργασίας και την πλήρη απουσία καθοδήγησης από πλευράς της.

Δεν ήταν έκπληξη αυτή η συμπεριφορά σε όσους την ήξεραν. Για χρόνια, έτσι δρα και αντιδρά. Ούσα εντελώς παραδομένη στην εξάρτησή της από το αλκοόλ, οι λεκτικές και σωματικές της επιθέσεις ήταν κοινό μυστικό στο χώρο της εστίασης στη Βοστόνη – και όχι μόνο.

Το πρόβλημα της Λιντς με το ποτό, η αδυναμία να προσαρμοστεί στην αλλαγή των καιρών

Τα τελευταία χρόνια όμως, έχει γίνει -λένε- ανυπόφορη. Οι κρίσεις έγιναν κανόνας, όχι εξαίρεση. Και επειδή αυτή ήταν το πρόσωπο των επιχειρήσεων, η μόνη που είχε  επαφή με τους επενδυτές, οι υπόλοιποι ήταν καταδικασμένοι στη σιωπή και στα βάσανα, ζώντας με το φόβο να μη χάσουν τις δουλειές τους και θέσουν σε κίνδυνο τις καριέρες τους, μην βρίσκοντας δύναμη και τόλμη να τα βάλουν με ένα «τοτέμ» του χώρου.

Πλέον όμως, η ανοχή τελείωσε. Τα στόματα άρχισαν να ανοίγουν το ένα μετά το άλλο αποκαλύπτοντας ένα εντελώς διαφορετικό προφίλ απ’ αυτό που η Λιντς πουλούσε ως εικόνα δημοσίως.

Η ίδια αρνείται κατηγορηματικά όσα της προσάπτονται. Υπερασπίστηκε τον εαυτό της λέγοντας πως ναι μεν δεν είναι τέλεια, αλλά πως προσπαθεί πάντα για το καλύτερο και πως είναι αφοσιωμένη στην ομαδική δουλειά και στην εξυπηρέτηση των πελατών.

Είπε επίσης πως κάποιοι δεν αντέχουν την πίεση των υψηλών απαιτήσεων και γι’ αυτό ίσως αντιδρούν έτσι, θέλοντας να της κάνουν κακό για να καλύψουν τις δικές τους ανεπάρκειες, τη δική τους ανασφάλεια.

Και ναι μεν η 59χρονη σεφ παραδέχτηκε πως έχει πρόβλημα με το ποτό, αλλά υποσχέθηκε πως θα κάνει τα πάντα για να το διορθώσει. Εμμένοντας πως οι κατηγορίες εναντίον της είναι εντελώς «αποκυήματα φαντασίας» με μοναδικό σκοπό «να με καταστρέψουν».

Το 2017 το περιοδικό Time την είχε συμπεριλάβει στις προσωπικότητες της χρονιάς, η ιστορία της αποτελούσε οδηγό και παράδειγμα για οποιαδήποτε γυναίκα ήθελε να τολμήσει να μπλέξει σε ένα τόσο δύσκολο και ανδροκρατούμενο χώρο όσο η υψηλή μαγειρική.

Γεμάτη φαντασία, ταλέντο και χάρισμα, τα μαγαζιά της Λιντς ήταν πάντα γεμάτα από κόσμο που αδημονούσε να γευτεί τις δημιουργίες της. Το ότι είχε συνεργάτες ως και για 23 χρόνια, φανερώνει πως δεν ήταν πάντα δύστροπη ή κακοποιητική.

Φαίνεται όμως πως η εποχή την ξεπέρασε. Πως η γλώσσα και η συμπεριφορά που συνήθισε να χρησιμοποιεί και άλλοτε ήταν απολύτως νορμάλ, πια δεν είναι. Η εποχή δεν τη σηκώνει, η εποχή άλλαξε.

Και ότι εδώ και καιρό ήταν απλώς μια περσόνα που πουλούσε το ένδοξο παρελθόν της, χωρίς να κάνει τίποτα. Είχε πρακτικά σταματήσει να δουλεύει, άφηνε άλλους να το κάνουν γι’ αυτή παίρνοντας τη δόξα και βρίσκοντας άπλετο χώρο και χρόνο για να πίνει τα αγαπημένα της οινοπνευματώδη. Μια θάλασσα αλκοόλ στην οποία κινδυνεύει να πνιγεί πλέον και η καριέρα της.

*Με πληροφορίες από New York Times