Η αποπομπή του στρατηγού πλέον, Κωνσταντίνου Σκούμα από τη θέση του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. μέσα σε σχεδόν 11 μήνες από την προαγωγή του, προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση. Η θητεία του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. διαρκεί σκάρτα δύο χρόνια. Βεβαίως, με δυνατότητα ελέγχου του έργου του στα μισά της θητείας του και επίσης δυνατότητα επέκτασης για έναν ακόμη χρόνο μετά το πέρας της διετίας.

Τα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια των συλλαλητηρίων για τα Τέμπη, ήταν η -ανεπίσημη- αφορμή για την απόφαση του ΚΥΣΕΑ για την αποπομπή του Αρχηγού. Στελέχη πάντως της ΕΛ.ΑΣ. και απόστρατοι αξιωματικοί αναφέρουν πως στην πραγματικότητα αυτά που συνέβησαν (μιλούν για τρία περιστατικά κατά τη διάρκεια της τελευταίας συγκέντρωσης και ακόμη δύο κατά τη διάρκεια των συγκεντρώσεων προ τριών εβδομάδων σχεδόν) στο παρελθόν δεν θα ήταν αρκετά για να φτάσει το ΚΥΣΕΑ σε μία τέτοια απόφαση καρατόμησης του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ..

Ιδίως η περιβόητη υπόθεση του γερανού στην Ακαδημίας χαρακτηρίζεται με νόημα ως «μία ιστορία που αν κάποιος επιχειρούσε να φωτίσει με μία μήνυση, θα είχε αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που πίστευε πως θα είχε». Κοντολογίς, σε μία προσπάθεια… μετάφρασης, μία πλήρη παράθεση των στοιχείων σε ένα π.χ. ποινικό δικαστήριο, εκτιμάται πως θα επέφερε ένα εντελώς διαφορετικό αποτέλεσμα σε σχέση με αυτό που πιστεύει ο συναισθηματικά φορτισμένος κόσμος.

Συνεπώς, είτε κάτι άλλαξε, είτε μιλάμε για ειδικές συνθήκες όπου το παραμικρό λάθος δεν συγχωρείται. Όπως και να ‘χει, άνθρωποι που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα αναφορικά με τα επιχειρησιακά, επισημαίνουν πως είναι αδύνατο να μην προκύψουν περιστατικά μέσα σε μία προσπάθεια συντονισμού δεκάδων Μονάδων. Άλλωστε η επιχειρησιακή αντιμετώπιση των διαδηλώσεων είναι τρομακτικά περίπλοκη και σαφώς δυναμικού χαρακτήρα, με την έννοια της αστραπιαίας μεταβολής των δεδομένων σχεδόν κάθε λεπτό.

Το φαρμάκι του -πρώην- Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ.

Από την πλευρά του πάντως, ο στρατηγός ε.α. στάζει… φαρμάκι για την πρώιμη αποστρατεία του, βάλλοντας μερικώς και ειδικώς για όσους κατέχουν γνώση για τα εσωτερικά της ΕΛ.ΑΣ. και του υπουργείου ΠΡΟΠΟ. Η ανακοίνωση που εξέδωσε λίγες ώρες μετά την απόφαση του ΚΥΣΕΑ του Σαββάτου (18/3) ήταν μερικώς κατατοπιστική για το ποιους θεωρεί υπεύθυνους.

«Στάθηκα εμπόδιο ως Αρχηγός στην απογύμνωση των Αστυνομιών Τμημάτων και των μάχιμων υπηρεσιών του Σώματος και στη μετακίνηση αστυνομικών σε θέσεις που δεν εξυπηρετούν το κοινωνικό συμφέρον», ανέφερε μεταξύ άλλων στην πικρή επιστολή που επικοινώνησε.

Πληροφορίες από το περιβάλλον του, τονίζουν πως ο στρατηγός ε.α. αναφέρεται στις κατά καιρούς μαζικές πιέσεις από απλούς αστυνομικούς μέχρι υψηλόβαθμους αξιωματικούς που «εκστρατεύουν» λίγο πριν ή και κατά τη διάρκεια των Κρίσεων των Αξιωματικών για μία μετάθεση που εξυπηρετούν (στην καλύτερη) μονάχα το αίσθημα του… δημοσίου υπαλλήλου και όχι την αποτελεσματικότητα της Υπηρεσίας. Δεν είναι τυχαίο πως πρόσφατο ρεπορτάζ του in.gr έκανε λόγο για πληροφορίες που μιλούσαν για 135 αστυνομικούς που «έπρεπε» να μετακινηθούν από τα ΑΤ της Αθήνας σε άλλες υπηρεσίες, «δεύτερης γραμμής». Σημειώνεται βεβαίως πως κανείς δεν αναφέρει αν οι μετακινήσεις αυτές είχαν κάποιο σκοπό ή αν ήταν απλές… «εξυπηρετήσεις».

Στο κάδρο ο «πολιτικός προϊστάμενος»

Ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η στάση του στρατηγού ε.α. Κωνσταντίνου Σκούμα αναφορικά με το ζήτημα των Κρίσεων των Αξιωματικών, καθώς αφήνει αιχμές για παρέμβαση στο έργο του: «Στις τελευταίες κρίσεις αγνοήθηκαν οι, υπηρεσιακά τεκμηριωμένες, αντιρρήσεις μου για πρόσωπα σε μια πρωτοφανή απαξίωση του θεσμικού ρόλου του Αρχηγού και επομένως δεν θα αναλάβω ευθύνες του πολιτικού μου προϊσταμένου ούτε θα γίνω το εξιλαστήριο θύμα κανενός».

Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως τυπικά, μετά την απόφαση του ΚΥΣΕΑ για τη λήξη ή τη συνέχιση της θητείας του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ., ο Αρχηγός ανέλαβε (όπως άλλωστε ορίζει θεσμικά η θέση του) μαζί με τους αντιστράτηγούς του να περαιώσει τις Κρίσεις όλων των υφιστάμενων αξιωματικών και αστυνομικών διευθυντών.

Μοναδική (φανερή) «παρέμβαση» που υπήρξε κατά τη διάρκεια των Κρίσεων, ήταν αυτή του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Τάκη Θεοδωρικάκου, όταν και τοποθέτησε τον Γενικό Επιθεωρητή Νοτίου Ελλάδος, υποστράτηγο Παναγιώτη Πούπουζα στο τιμόνι της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων. Ήταν τότε όπου κατά σύμπτωση προέκυψε το ξέσπασμα του σκανδάλου των συνομιλιών μεταξύ «Βαρόνων» της νύχτας με αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. Σχεδόν ταυτόχρονα είχε προκύψει η υπόθεση σχετικά με τη «σύλληψη» του γιου του υπουργού. Βεβαίως, να σημειώσουμε πως η θέση του Διοικητή των Εσωτερικών Υποθέσεων περνάει από την Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, υποψηφιότητα που δεν μπορεί να εισηγηθεί άλλος πέρα από τον ίδιο τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη.

Σαφώς, δεν ζούμε σε ένα «ροζ σύννεφο» το οποίο αφήνει εκτός την πολιτική ηγεσία της Αστυνομίας από το ζήτημα των Κρίσεων. Εννοείται πως οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί είναι εκείνοι που έχουν τον πρώτο λόγο στις Κρίσεις, καθώς βρίσκονται στο Σώμα τουλάχιστον μία 30ετία ο καθένας, ωστόσο… μία αναφορά τόσο στον υπουργό όσο και στον υφυπουργό ΠΡΟΠΟ, τη δίνουν για την πολιτική νομιμοποίηση των επιλογών τους. Λόγο στην παρούσα φάση μπορεί κάλλιστα να έχει και ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Τάξης.

Άλλωστε ο υφυπουργός Λευτέρης Οικονόμου υπήρξε Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. προς δεκαετίας, ενώ ο γ.γ. Μιχάλης Καραμαλάκης είναι ο προκάτοχος του στρατηγού ε.α. Κωνσταντίνου Σκούμα. Βεβαίως, οι κακές γλώσσες λένε πως ο Σκούμας αφ’ ενός δεν θα καταφερόταν σε βάρος του συντοπίτη του υφυπουργού, αφ’ ετέρου στον στενό του συνεργάτη, στα χρόνια της αναρρίχησής του στην ιεραρχία, νυν γενικού γραμματέα. Άρα ο μόνος «πολιτικός προϊστάμενος» που μένει στο κάδρο είναι ο υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος.

Κάπου εδώ πάντως να σημειώσουμε πως από το 2019 το ΚΥΣΕΑ άλλαξε σημαντικά τη μορφή του. Οι αρχηγοί των Γενικών στρατιωτικών Επιτελείων αντικαταστάθηκαν από τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου όπου κατέχουν χαρτοφυλάκιο συναφές με την εθνική ασφάλεια (Εθνική Άμυνα, Προστασίας, Μετανάστευσης κλπ). Συνεπώς η επιλογή των Αρχηγών των Σωμάτων Ασφαλείας έχει μία πολύ πιο φανερή πολιτική χροιά.

Το πολιτικό πρόσημο στην επιλογή του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ.

Όπως και να ‘χει ένας πολιτικός που θ’ αναλάμβανε το χαρτοφυλάκιο του Προστασίας (το οποίο επίσης είναι… ηλεκτροφόρο στην Ελλάδα) για λίγους ουσιαστικά μήνες, είναι ανθρωπίνως αδύνατο να κρίνει με αντικειμενικά κριτήρια την παρουσία και τις επιδόσεις των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ.

Τα όσα συμβαίνουν στην πολιτική σκηνή πίσω από την Αστυνομία σαφώς και είναι ζητήματα περίπλοκα και δεν έχουν να κάνουν μόνο με την ικανότητα, τις επιτυχίες ή τις αποτυχίες της ΕΛ.ΑΣ.. Παρατηρείται το φαινόμενο πως δεν παίζει και κανέναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο ο αριθμός των συλλήψεων, οι προληπτικές επιχειρήσεις, τα στατιστικά στοιχεία εγκληματικότητας κ.α.. Όταν πρέπει να ληφθεί μία απόφαση που θα αναδείξει πολιτικό σφρίγος, θα εκτελεστεί χωρίς δεύτερη κουβέντα και χωρίς να βάλει κανείς στο ζύγι, είτε τα καλά, είτε τα κακά.

Σε πρόσφατη κουβέντα του intronews.gr με απόμαχους αξιωματικούς έπεσε στο τραπέζι ο διακομματικός έλεγχος της ΕΛ.ΑΣ., κοντολογίς μία αξιολόγηση που δεν θα περνάει από την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά από τους εκπροσώπους των κομμάτων όλου του ελληνικού Κοινοβουλίου. Δεν είναι λίγοι οι ακομμάτιστοι συνδικαλιστές που συμφωνούν σε μία τέτοια πρόταση. Είναι σαφώς λιγότεροι εκείνοι οι κομματικά χρωματισμένοι που δείχνουν την υποστήριξή τους σε ένα τέτοιο σχέδιο. Η πλειοψηφία των κομμάτων πάντως, τουλάχιστον των μεγάλων, έστω και ανεπίσημα λένε «όχι».

Πολιτική ισούται με επικοινωνία;

Το έργο της Αστυνομίας μόνο εύκολο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Αποτελεί το κομμάτι της κοινωνίας το οποίο αντιμετωπίζεται με «φοβικότητα» καθώς αποτελεί τη φανερή προέκταση της εξουσίας πάνω στο λαό. Και εδώ τίθεται ένα ερώτημα, μετά την παραπάνω επίπονη προσπάθεια χαρτογράφησης των όσων γίνονται πίσω από τις κλειστές πόρτες: Μπορεί να χαρακτηριστεί δόκιμη η παρέμβαση στη δομή της Αστυνομίας με πολιτικούς και ίσως με επικοινωνιακούς όρους; Μπορεί η Αστυνομία ως υπηρεσία να λειτουργεί αποτελεσματικά κάτω από τέτοιες συνθήκες;

Το θέμα της αξιολόγησης (δημοσίων υπαλλήλων, στελεχών κλπ) αποτελεί, όπως αποδεικνύεται και μετά την τραγωδία στα Τέμπη, το μεγαλύτερο ζήτημα στην όποια προσπάθεια εκσυγχρονισμού του κράτους, στην εξάλειψη των πελατειακών σχέσεων και στην καταπολέμηση της διαφθοράς. Με λίγη φαντασία όμως, οι Κρίσεις και τα συμπαρομαρτούντα τους, μπορεί να αποτελέσουν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πως οι αξιολογήσεις σε άλλους τομείς μπορούν να πάνε προς λάθος κατεύθυνση.